Η Ευτυχία Μητρίτσα γεννήθηκε στην Καρδίτσα.
Σπούδασε πιάνο και ανώτερα θεωρητικά, πρώτα στην Καρδίτσα κι έπειτα στην Αθήνα.
Ωστόσο αυτό που τροφοδοτούσε πάντα τη σχέση της με τη μουσική, ήταν το
τραγούδι. Έτσι όταν ήρθε στην Αθήνα ως φοιτήτρια του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του
Πανεπιστημίου Αθηνών, άρχισε να ασχολείται επαγγελματικά μ’ αυτό. Το πρώτο βήμα
της δόθηκε μέσα από τη σχολή, όπου συμμετείχε στην ορχήστρα αστικής - λαϊκής
μουσικής του πανεπιστημίου. Η αγάπη της για το παραδοσιακό, σμυρνέικο και λαϊκό
τραγούδι, σε συνδυασμό με τη «δυτική» μουσική της παιδεία, αποτυπώνονται στο
χρώμα της φωνής της και στα εκφραστικά της μέσα.
Έχει συνεργαστεί με τους: Νίκο Μαμαγκάκη, Σαββίνα Γιαννάτου, Γιώργο Ανδρέου, Χρήστο Θηβαίο, Μίλτο Πασχαλίδη, Στέλλα Γαδέδη, Θοδωρή Γκόνη, με την Ορχήστρα των Χρωμάτων και το Μίλτο Λογιάδη, αλλά και με τους σκηνοθέτες Μηχαήλ Μαρμαρινό και Lee Brower (κορυφαία στις «Χοηφόρους» του Αισχύλου).
Έχει εμφανιστεί σε μεγάλους συναυλιακούς χώρους και θέατρα (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Ηρώδειο, ScieneNationale της Ορλεάνης, Εργοστάσιο Τέχνης της Πάτρας, Θέατρο Βράχων Βύρωνα, Κατράκειο θέατρο, κ.ά.), όπως και σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και της περιφέρειας.
Η πρώτη γνωριμία της με το ευρύτερο μουσικό κοινό έγινε στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης του 2006, με το τραγούδι «Λίγο πριν ξημερώσει» (Στ. Γαδέδη - Π. Κυριάκου), ενώ εμφανίστηκε και στα MadAwards 2008 με τους Α/Ε (Αρτέμης-Ευθύμης), τραγουδώντας τον «Εφιάλτη της Περσεφόνης» (Μ. Χατζιδάκις – Ν. Γκάτσος).
Η Ευτυχία Μητρίτσα, εξελίσσοντας τις δημιουργικές της αναζητήσεις, άρχισε πριν μερικά χρόνια να γράφει τα δικά της τραγούδια, στίχο και μουσική. Έτσι δίπλα στην ιδιότητα της ερμηνεύτριας, έρχεται να προστεθεί αυτή της τραγουδοποιού.
Ο «Μυστικός Προορισμός» που κυκλοφόρησε το 2010 είναι το πρώτο της άλμπουμ και περιλαμβάνει δικές της συνθέσεις και στίχους (εκτός από το «Σκλαβάκι της Αγάπης» που τους στίχους έχει γράψει, ο επίσης νέος τραγουδοποιός Ορέστης Ντάντος).
Τραγούδια που φανερώνουν μια ιδιαίτερη δημιουργό, που αφηγείται με αποκαλυπτικό τρόπο προσωπικές της ιστορίες, με έντονο ρομαντικό και θηλυκό τρόπο, τόσο στη μουσική όσο και στους στίχους. Παραγωγός του πρώτου δίσκου ήταν ο μουσικοσυνθέτης και στιχουργός Γιώργος Ανδρέου.
Πρόσφατα συμμετείχε στο διπλό άλμπουμ «Ίσως» του Νίκου Πορτοκάλογλου, ερμηνεύοντας ένα καινούργιο λαϊκό τραγούδι, το «Καταστροφή κι ελπίδα».
Αυτή τη σεζόν θα ξαναβρεθεί επί σκηνής με τον Γιώργο Ανδρέου, αλλά και με δύο εξαίρετους καλλιτέχνες της γενιάς της, τον Αλέξανδρο Εμμανουηλίδη και τη Μαρία Παπαγεωργίου.
Αγαπητή Ευτυχία, αντιμετώπισες προβλήματα και δυσκολίες ως παιδί της επαρχίας, όταν εγκαταστάθηκες για σπουδές και δουλειά στην Αθήνα ή αυτό σου έδωσε περισσότερη ώθηση να προχωρήσεις;
Οι σπουδές μου στο Τμἠμα Μουσικών Σπουδών (Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθήνας) και στο Εθνικό Ωδείο, όπου τελείωσα τα ανώτερα Θεωρητικά, ήταν επιλογή μου. Ήρθα στην Αθήνα με λαχτάρα να σπουδάσω αυτό που αγαπώ και να το δω σφαιρικά, ως τέχνη και επιστήμη. Δεν αρκεί μόνο η εμπειρική γνώση και το ένστικτο για να “πάει κανείς μακριά”. Το ίδιο ισχύει και στην τέχνη. Βέβαια, αν διάλεγα σήμερα από την αρχή να σπουδάσω, θα στόχευα σε ένα πανεπιστήμιο τύπου κονσερβατουάρ, με έμφαση στην πράξη πάνω στη μουσική. Ίσως δηλαδή να πήγαινα στο εξωτερικό. Όπως και να ‘χει πάντως, η Αθήνα με το συγκεντρωτισμό της πληροφορίας και των μουσικών και πολιτιστικών δράσεων που συνέβαιναν πολύ περισσότερο μέσα στην προηγούμενη δεκαετία, ήταν μια μικρή όαση για ένα παιδί της επαρχίας. Η προσαρμογή δε με δυσκόλεψε, αντίθετα αισθάνθηκα ότι άρχισα να συναντώ τον ενήλικο εαυτό μου και να ωριμάζω. Μπήκα γρήγορα στα βαθειά με τις πρώτες συνεργασίες που έκανα…
Πες μας γι’ αυτές τις πρώτες συνεργασίες.
Την πρώτη κιόλας χρονιά συνάντησα τον Νίκο Μαμαγκάκη, τον Μίλτο Λογιάδη, τραγούδησα στο Ηρώδειο και λίγο αργότερα στο Μέγαρο Μουσικής. Είχα μαζί την τόλμη και την άγνοια της ηλικίας να αντιμετωπίζω τις προκλήσεις σαν κάτι απόλυτα φυσιολογικό και αισθανόμουν χαρούμενη μέσα στον κόσμο αυτό. Το ίδιο αισθάνομαι και σήμερα παρόλο που οι συνθήκες έχουν δυσκολέψει πολύ - το βλέπουμε όλοι γύρω μας και το ζούμε. Νιώθω τυχερή γιατί μέσα στη μουσική βρίσκω το προσωπικό μου καταφύγιο.
Εκτός από ερμηνεύτρια, είσαι και δημιουργός τραγουδιών. Υπάρχουν σύγχρονοι δημιουργοί με τους οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς και να κρατήσεις αποκλειστικά και μόνο το ρόλο της τραγουδίστριας;
Ήδη η δεύτερη δισκογραφική δουλειά που ετοιμάζω είναι μια καινούργια συνεργασία με ένα νέο τραγουδοποιό - πολύ αξιόλογο κατά τη γνώμη μου, τον Κώστα Μπουντούρη, ο οποίος υπογράφει όλες τις μουσικές. Εγώ συμμετέχω εν μέρει ως στιχουργός και φυσικά ως ερμηνεύτρια όλου του υλικού. Από την πρώτη στιγμή που άκουσα τραγούδια του Κώστα, αισθάνθηκα ότι θέλω να τα πω, αλλά και να γράψουμε καινούργια τραγούδια παρέα. Μιλάμε την ίδια γλώσσα και σ’ αυτό βοηθάει το ότι ανήκουμε στην ίδια γενιά και μοιραζόμαστε τις ίδιες αγωνίες. Έχουμε πάνω κάτω κοινά βιώματα ως παιδιά της επαρχίας, ανταλλάσσουμε μουσικές και βλέπω ότι ταιριάζουμε πολύ αισθητικά. Ταυτόχρονα έχουμε την ελευθερία να κάνουμε ο ένας στον άλλον δημιουργική κριτική χωρίς εγωισμούς κι αυτό θεωρώ ότι είναι ένα σημαντικό κίνητρο, γιατί μόνο μέσα από τον ουσιαστικό διάλογο, μια συνεργασία μπορεί να βγάλει στο φως τον πιο ειλικρινή και άρα τον καλύτερό μας εαυτό.
Να υποθέσω πως δεν ανήκεις στους τραγουδοποιούς που θέλουν να ερμηνεύουν μόνο τα δικά τους τραγούδια;
Όχι βέβαια! Θέλω να τραγουδάω ό,τι αισθάνομαι πως με αφορά, πως με δονεί, είτε προέρχεται από μια δική μου ιδέα, είτε ενός άλλου δημιουργού. Η σχέση μου με το τραγούδι εξάλλου, είναι μακροβιότερη απ’ ό,τι με την τραγουδοποιία. Το βλέπω σαν ένα παιχνίδι όλο αυτό, που με βοηθάει να ανοιχτώ σε έναν κόσμο που μπορεί άλλοτε να συνορεύει και άλλοτε να βρίσκεται και πιο μακριά από τη δική μου δημιουργική κατεύθυνση. Πιστεύω πως οι συνεργασίες σε πλουτίζουν. Έχει ενδιαφέρον να βλέπεις τί περιμένουν ή τί φαντάζονται οι άλλοι να ακούσουν από σένα. Αυτό ακριβώς συνέβη και στη συνεργασία μου με τον Νίκο Πορτοκάλογλου στο τελευταίο διπλό άλμπουμ («Ίσως»).
«Καταστροφή και ελπίδα». Πώς προέκυψε αυτό το τραγούδι;
Η αρχική σκέψη ήταν να διασκευάσουμε ένα άλλο παλαιότερο γνωστό τραγούδι του, αλλά στην πρόβα που κάναμε ο Νίκος άκουσε κάτι πιο λαϊκό στη φωνή μου και στα γυρίσματά μου, που δεν το είχε υποψιαστεί μέχρι τότε. Έτσι του γεννήθηκε η ιδέα να δοκιμάσουμε το «Καταστροφή κι ελπίδα».
Έχουν περάσει περίπου δύο χρόνια από τα επτά τραγούδια του «Μυστικού Προορισμού». Πώς βλέπεις τη μέχρι τώρα πορεία του και πώς θα χαρακτήριζες τα τραγούδια αυτού του δίσκου;
Νομίζω πως πάντα θα είμαι πολύ συνδεδεμένη με το υλικό του Μυστικού Προορισμού ως ντεμπούτο άλμπουμ. Τα τραγούδια αυτά είναι πολύ προσωπικά και γεννήθηκαν μέσα από την ανάγκη μου να εκφραστώ, να μιλήσω με τα δικά μου μουσικά μέσα, να πειραματιστώ όχι μόνο με έναν ήχο, αλλά με περισσότερους - γι’ αυτό και σχεδόν κάθε τραγούδι είναι διαφορετικό στυλιστικά - να καθρεφτίσω το αίσθημα και την αισθητική μου με τα εφόδια από την ως τότε διαδρομή μου. Είναι η πρώτη απόπειρα που έκανα να γράψω τραγούδια και μου βγήκε αβίαστα, σχεδόν με ξάφνιασε. Μετά το βήμα αυτό, αισθάνθηκα πιο αυτάρκης και ολοκληρωμένη ως καλλιτέχνης, αλλά ταυτόχρονα και πιο ανασφαλής μέσα στο διπλό ρόλο δημιουργού και ερμηνεύτριας. Όλα έχουν το τίμημά τους. Σήμερα πάντως νιώθω πως πατάω πιο γερά στα πόδια μου, ιδιαίτερα από τη στιγμή που άρχισα να γράφω τραγούδια και για άλλους, τα οποία θα κυκλοφορήσουν μέσα στην επόμενη χρονιά.
Ποιες φωνές είχες ως πρότυπο όταν ξεκίνησες; Ποιες τραγουδίστριες (ελληνίδες και ξένες) έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά σου και γιατί;
Τα μουσικά ερεθίσματα που είχα από μικρή στο σπίτι πατούσαν από τη μια στον ποιητικό στίχο (Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Μούτσης...) και τη νεότερη έντεχνη σκηνή και από την άλλη στη μεγάλη παράδοση του σμυρνέικου και λαϊκού τραγουδιού. Γι’ αυτό οι γυναικείες φωνές που με συγκινούσαν πάντα, ακουμπούσαν πιο πολύ στην Ανατολή. Είναι πάρα πολλές οι τραγουδίστριες αυτές. Η Παπαγκίκα, η Μαρίκα Πολίτισσα, η Εσκενάζυ, η Νίνου, η Μοσχολιού, η Αλεξίου, η Βιτάλη, η Τσαλιγοπούλου, η Κανά και τις αναφέρω όλες μαζί γιατί μέσα στο χρόνο θεωρώ πως είναι φορείς της ίδιας μουσικής γλώσσας, της ίδιας παράδοσης, με διαφορετική θέση βέβαια και συμβολή η κάθε μια. Οι εμφανείς επιρροές μου κατάγονται από αυτόν τον κόσμο. Μεγαλώνοντας όμως, ανακάλυψα, άκουσα και εκτίμησα πολλές άλλες σπουδαίες τραγουδίστριες-τραγουδοποιούς της διεθνούς σκηνής όπως η Alanis Morissette, η Bjork, η Norah Jones, η Joni Mitchell και από τις κλασικές, η Billie Holiday, η Aretha Franklin, η Dina Washington κ.ά.
Τα τελευταία χρόνια διδάσκεις μουσική σε νέα παιδιά. Τί έχεις αποκομίσει από αυτήν την εμπειρία;
Για την ακρίβεια διδάσκω από... παιδί… από τα 22 μου. Όπως καταλαβαίνεις, αυτό ειδικά στην αρχή δημιουργούσε μια ενδιαφέρουσα αμηχανία γιατί οι υπόλοιποι καθηγητές των γενικών μαθημάτων με έβλεπαν σαν παιδί τους και οι μαθητές σαν υποψήφια φίλη τους. Η πρώτη χρονιά μου στο Μουσικό σχολείο της Καβάλας ήταν μια μικρή δοκιμασία γιατί προσγειώθηκα απότομα, 700 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα, αφήνοντας πίσω τους φίλους μου και τις μουσικές μου δραστηριότητες και μπήκα κάπως απροετοίμαστη ψυχολογικά στον κόσμο των ενηλίκων και της καθημερινής εργασιακής σχέσης και των ευθυνών. Ωστόσο, επειδή ήμουν κοντά ηλικιακά με τα παιδιά και ταυτόχρονα όχι μακριά από τα δικά μου σχολικά χρόνια, συν το ότι οι γονείς μου είναι εκπαιδευτικοί, προσαρμόστηκα εύκολα στο ρόλο αυτό, αντιμετωπίζοντάς τον με μεγάλη ιδεολογική φόρτιση. Ήμουν σε θέση να γνωρίζω ας πούμε από μέσα (λόγω της εμπειρίας των γονιών μου) τί σημαίνει ελληνικό, δημόσιο σχολείο, με τα θετικά του και τα αρνητικά του, με τα θέματα ταμπού, όπως ο όρος αξιολόγηση και τη γνωστή παρωδία του όρου επιμόρφωση, αλλά και την ικανοποίηση να βλέπεις ότι η προσπάθεια, ατομική και συλλογική, κόντρα στις αντιξοότητες, φέρνει αποτέλεσμα, το οποίο πρώτα πρώτα γράφει στις ψυχές μας, μας κινητοποιεί. Η μουσική είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για να ξυπνήσεις τη δημιουργικότητα, την ομαδικότητα, ακόμα και να εκτονώσεις θετικά την πυρηνική βόμβα που μπορεί να είναι ένας έφηβος.
Πώς ακούς τη γενιά σου στο ελληνικό τραγούδι, αλλά και γενικότερα τους νέους δημιουργούς και καλλιτέχνες; Ποια είναι κατά τη γνώμη σου, τα προτερήματα και ποια τα μειονεκτήματά αυτής της νέας μουσικής γενιάς;
Γνωρίζω πολλούς νέους ανθρώπους που έχουν να πουν πράγματα μέσα από το τραγούδι και ενδεχομένως στέκονται με μια πιο κριτική ματιά σ’ αυτό που τα προηγούμενα χρόνια προβαλλόταν ως defacto ποιοτικό. Σύμμαχος στην προσπάθεια για δημιουργία και επικοινωνία, είναι η ελευθερία που υπάρχει στο να ηχογραφήσεις με τα πιο απλά μέσα τις ιδέες σου -ακόμα και στο σπίτι σου- και η ευκολία της κοινοποίησης του έργου σου, οποιαδήποτε στιγμή μέσω διαδικτύου. Την ίδια ώρα όμως αυτό είναι και μια τεράστια παγίδα. Μέσα στην υπερπροσφορά της πληροφορίας, εύκολα χάνονται πράγματα αξιόλογα, ενώ το ότι ο καθένας χειρίζεται ένα laptop και φοράει ένα μουσικό πρόγραμμα, καταργεί τη μεγάλη εξειδίκευση που έχει η παραγωγή της μουσικής, από τον ηχολήπτη μέχρι τον ενορχηστρωτή ή τον παραγωγό. Έτσι, συχνά τα αποτελέσματα δεν έχουν την καλύτερη ποιότητα. Από την άλλη δεν υπάρχουν και τα χρήματα για να κάνει κανείς σήμερα μεγάλες παραγωγές. Οπότε νομίζω ο καθένας μας κάνει αυτό που μπορεί καλύτερα με τα μέσα που διαθέτει. Αυτό που κάποτε ονομάζαμε μεγάλη κερδοφόρα μουσική βιομηχανία στη χώρα μας έχει χαθεί. Δεν έχουμε παρά να υποστηρίξουμε το χειροποίητο, όχι όμως το ερασιτεχνικό.
Πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να πορευτεί σήμερα ένας νέος στο χώρο του τραγουδιού, αξιοπρεπώς; Αν και είσαι νέα στο χώρο, τί θα συμβούλευες ένα παιδί που θέλει να σταδιοδρομήσει στη μουσική και το τραγούδι; Τί πρέπει να προσέξει περισσότερο;
Θέλει αποφασιστικότητα και αφοσίωση, υπομονή και πίστη σ’ αυτό που κάνεις, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Η κρίση που ζούμε σίγουρα μπορεί να εξυγιάνει τα κίνητρα όσων ασχολούνται με τη μουσική, αρκεί βέβαια να μη μας οδηγήσει στο άλλο άκρο, στην εξαθλίωση. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος, ιδιαιτέρως για τους καθαρόαιμους δημιουργούς, που δεν έχουν και την εναλλακτική του λάιβ, ως στοιχειώδους μέσου βιοπορισμού. Θέλει πείσμα και καινούργιες, φρέσκιες ιδέες. Πρέπει όλοι μαζί να ξαναχτίσουμε από την αρχή τη μουσική πραγματικότητα στη χώρα μας. Να ψάξουμε και να αφυπνίσουμε τον υγιή ακροατή.
Δισκογραφικά, ποια είναι τα σχέδιά σου από εδώ και πέρα;
Πέρα από το δεύτερό μου δίσκο που ετοιμάζω παρέα με τον Κώστα Μπουντούρη, ως ερμηνεύτρια κατά κύριο λόγο, υπάρχει άλλη μια καλλιτεχνική, δισκογραφική συνάντηση για την οποία αισθάνομαι πολύ μεγάλη χαρά και ανυπομονώ να ολοκληρωθεί. Μιλάω για τα τραγούδια που γράφω για τη Μελίνα Κανά. Ακόμα βέβαια είναι πολύ νωρίς, έχουμε δρόμο μπροστά μας. Η πρόκληση και η τιμή που μου κάνει η Μελίνα είναι πολύ μεγάλη.
Και όσον αφορά τις ζωντανές εμφανίσεις, τί ετοιμάζεις γι’ αυτήν τη χρονιά;
Αυτό το διάστημα κάνουμε πρόβες μ’ ένα πολύ ενδιαφέρον σχήμα δημιουργών. Ένας εκπρόσωπος της προηγούμενης γενιάς, o Γιώργος Ανδρέου και τρεις νέοι καλλιτέχνες, ο Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης, η Μαρία Παπαγεωργίου κι εγώ - δύο δημιουργοί που συνομιλούν και δύο τραγουδίστριες με διαφορετικές καταβολές η καθεμία (που γράφουν και οι ίδιες), συναντιόμαστε, συνομιλούμε, ανταλλάσσουμε τραγούδια, διασκευάζουμε τα τραγούδια του Γιώργου, ανακαλύπτουμε συγγένειες και φωτίζουμε τον κόσμο του καθενός. Είμαι πολύ χαρούμενη γι’ αυτήν τη συνάντηση. Οι εμφανίσεις μας θα ανακοινωθούν τις επόμενες μέρες.
Ευτυχία, στην Ελλάδα ζούμε τα τελευταία χρόνια μια καταστροφή (οικονομική, πολιτική, κοινωνική). Τί έφταιξε κατά τη γνώμη σου; Υπάρχει ελπίδα;
Οι ευθύνες είναι πολυσύνθετες. Ο καθένας μας έχει το δικό του μερίδιο ευθύνης, αλλά η εξίσωση προς τα κάτω των ευθυνών του πολιτικού συστήματος, είναι μια μεγάλη σκευωρία. Οι ρίζες της παρακμής που ζούμε ξεκινούν από την απουσία κράτους δικαίου και το σκόπιμο κατακερματισμό της κοινωνικής συνείδησης του κόσμου.
Δυστυχώς, ακόμα νομίζω πως δεν έχουμε δει όλο το πλάνο της καταστροφής. Δε θα μπορέσουμε όμως να πάρουμε τη στροφή, αν απλώς προσδοκούμε να ξαναποκτήσουμε όσα χάσαμε. Πρέπει να ρίξουμε καταρχάς στο γκρεμό τους υπεύθυνους, αυτούς που πολιτικά μας οδήγησαν ως εδώ και τότε να αρχίσουμε να μιλάμε για το τί θυσιάζει ο καθένας μας προς όφελος του κοινού καλού. Η ελπίδα υπάρχει και τη βλέπω παντού γύρω μου, αν σηκώσω το μαύρο πανί του απάνθρωπου αστικού οικοδομήματος που σκεπάζει αυτήν την πανέμορφη χώρα. Η Ελλάδα είναι ένας παράδεισος μεταμορφωμένος σε κόλαση. Εμείς πρώτοι πρέπει να αποκαλύψουμε την ομορφιά μας. Αυτή που κρύβουμε μέσα μας.
Έχει συνεργαστεί με τους: Νίκο Μαμαγκάκη, Σαββίνα Γιαννάτου, Γιώργο Ανδρέου, Χρήστο Θηβαίο, Μίλτο Πασχαλίδη, Στέλλα Γαδέδη, Θοδωρή Γκόνη, με την Ορχήστρα των Χρωμάτων και το Μίλτο Λογιάδη, αλλά και με τους σκηνοθέτες Μηχαήλ Μαρμαρινό και Lee Brower (κορυφαία στις «Χοηφόρους» του Αισχύλου).
Έχει εμφανιστεί σε μεγάλους συναυλιακούς χώρους και θέατρα (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Ηρώδειο, ScieneNationale της Ορλεάνης, Εργοστάσιο Τέχνης της Πάτρας, Θέατρο Βράχων Βύρωνα, Κατράκειο θέατρο, κ.ά.), όπως και σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και της περιφέρειας.
Η πρώτη γνωριμία της με το ευρύτερο μουσικό κοινό έγινε στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης του 2006, με το τραγούδι «Λίγο πριν ξημερώσει» (Στ. Γαδέδη - Π. Κυριάκου), ενώ εμφανίστηκε και στα MadAwards 2008 με τους Α/Ε (Αρτέμης-Ευθύμης), τραγουδώντας τον «Εφιάλτη της Περσεφόνης» (Μ. Χατζιδάκις – Ν. Γκάτσος).
Η Ευτυχία Μητρίτσα, εξελίσσοντας τις δημιουργικές της αναζητήσεις, άρχισε πριν μερικά χρόνια να γράφει τα δικά της τραγούδια, στίχο και μουσική. Έτσι δίπλα στην ιδιότητα της ερμηνεύτριας, έρχεται να προστεθεί αυτή της τραγουδοποιού.
Ο «Μυστικός Προορισμός» που κυκλοφόρησε το 2010 είναι το πρώτο της άλμπουμ και περιλαμβάνει δικές της συνθέσεις και στίχους (εκτός από το «Σκλαβάκι της Αγάπης» που τους στίχους έχει γράψει, ο επίσης νέος τραγουδοποιός Ορέστης Ντάντος).
Τραγούδια που φανερώνουν μια ιδιαίτερη δημιουργό, που αφηγείται με αποκαλυπτικό τρόπο προσωπικές της ιστορίες, με έντονο ρομαντικό και θηλυκό τρόπο, τόσο στη μουσική όσο και στους στίχους. Παραγωγός του πρώτου δίσκου ήταν ο μουσικοσυνθέτης και στιχουργός Γιώργος Ανδρέου.
Πρόσφατα συμμετείχε στο διπλό άλμπουμ «Ίσως» του Νίκου Πορτοκάλογλου, ερμηνεύοντας ένα καινούργιο λαϊκό τραγούδι, το «Καταστροφή κι ελπίδα».
Αυτή τη σεζόν θα ξαναβρεθεί επί σκηνής με τον Γιώργο Ανδρέου, αλλά και με δύο εξαίρετους καλλιτέχνες της γενιάς της, τον Αλέξανδρο Εμμανουηλίδη και τη Μαρία Παπαγεωργίου.
Αγαπητή Ευτυχία, αντιμετώπισες προβλήματα και δυσκολίες ως παιδί της επαρχίας, όταν εγκαταστάθηκες για σπουδές και δουλειά στην Αθήνα ή αυτό σου έδωσε περισσότερη ώθηση να προχωρήσεις;
Οι σπουδές μου στο Τμἠμα Μουσικών Σπουδών (Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθήνας) και στο Εθνικό Ωδείο, όπου τελείωσα τα ανώτερα Θεωρητικά, ήταν επιλογή μου. Ήρθα στην Αθήνα με λαχτάρα να σπουδάσω αυτό που αγαπώ και να το δω σφαιρικά, ως τέχνη και επιστήμη. Δεν αρκεί μόνο η εμπειρική γνώση και το ένστικτο για να “πάει κανείς μακριά”. Το ίδιο ισχύει και στην τέχνη. Βέβαια, αν διάλεγα σήμερα από την αρχή να σπουδάσω, θα στόχευα σε ένα πανεπιστήμιο τύπου κονσερβατουάρ, με έμφαση στην πράξη πάνω στη μουσική. Ίσως δηλαδή να πήγαινα στο εξωτερικό. Όπως και να ‘χει πάντως, η Αθήνα με το συγκεντρωτισμό της πληροφορίας και των μουσικών και πολιτιστικών δράσεων που συνέβαιναν πολύ περισσότερο μέσα στην προηγούμενη δεκαετία, ήταν μια μικρή όαση για ένα παιδί της επαρχίας. Η προσαρμογή δε με δυσκόλεψε, αντίθετα αισθάνθηκα ότι άρχισα να συναντώ τον ενήλικο εαυτό μου και να ωριμάζω. Μπήκα γρήγορα στα βαθειά με τις πρώτες συνεργασίες που έκανα…
Πες μας γι’ αυτές τις πρώτες συνεργασίες.
Την πρώτη κιόλας χρονιά συνάντησα τον Νίκο Μαμαγκάκη, τον Μίλτο Λογιάδη, τραγούδησα στο Ηρώδειο και λίγο αργότερα στο Μέγαρο Μουσικής. Είχα μαζί την τόλμη και την άγνοια της ηλικίας να αντιμετωπίζω τις προκλήσεις σαν κάτι απόλυτα φυσιολογικό και αισθανόμουν χαρούμενη μέσα στον κόσμο αυτό. Το ίδιο αισθάνομαι και σήμερα παρόλο που οι συνθήκες έχουν δυσκολέψει πολύ - το βλέπουμε όλοι γύρω μας και το ζούμε. Νιώθω τυχερή γιατί μέσα στη μουσική βρίσκω το προσωπικό μου καταφύγιο.
Εκτός από ερμηνεύτρια, είσαι και δημιουργός τραγουδιών. Υπάρχουν σύγχρονοι δημιουργοί με τους οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς και να κρατήσεις αποκλειστικά και μόνο το ρόλο της τραγουδίστριας;
Ήδη η δεύτερη δισκογραφική δουλειά που ετοιμάζω είναι μια καινούργια συνεργασία με ένα νέο τραγουδοποιό - πολύ αξιόλογο κατά τη γνώμη μου, τον Κώστα Μπουντούρη, ο οποίος υπογράφει όλες τις μουσικές. Εγώ συμμετέχω εν μέρει ως στιχουργός και φυσικά ως ερμηνεύτρια όλου του υλικού. Από την πρώτη στιγμή που άκουσα τραγούδια του Κώστα, αισθάνθηκα ότι θέλω να τα πω, αλλά και να γράψουμε καινούργια τραγούδια παρέα. Μιλάμε την ίδια γλώσσα και σ’ αυτό βοηθάει το ότι ανήκουμε στην ίδια γενιά και μοιραζόμαστε τις ίδιες αγωνίες. Έχουμε πάνω κάτω κοινά βιώματα ως παιδιά της επαρχίας, ανταλλάσσουμε μουσικές και βλέπω ότι ταιριάζουμε πολύ αισθητικά. Ταυτόχρονα έχουμε την ελευθερία να κάνουμε ο ένας στον άλλον δημιουργική κριτική χωρίς εγωισμούς κι αυτό θεωρώ ότι είναι ένα σημαντικό κίνητρο, γιατί μόνο μέσα από τον ουσιαστικό διάλογο, μια συνεργασία μπορεί να βγάλει στο φως τον πιο ειλικρινή και άρα τον καλύτερό μας εαυτό.
Να υποθέσω πως δεν ανήκεις στους τραγουδοποιούς που θέλουν να ερμηνεύουν μόνο τα δικά τους τραγούδια;
Όχι βέβαια! Θέλω να τραγουδάω ό,τι αισθάνομαι πως με αφορά, πως με δονεί, είτε προέρχεται από μια δική μου ιδέα, είτε ενός άλλου δημιουργού. Η σχέση μου με το τραγούδι εξάλλου, είναι μακροβιότερη απ’ ό,τι με την τραγουδοποιία. Το βλέπω σαν ένα παιχνίδι όλο αυτό, που με βοηθάει να ανοιχτώ σε έναν κόσμο που μπορεί άλλοτε να συνορεύει και άλλοτε να βρίσκεται και πιο μακριά από τη δική μου δημιουργική κατεύθυνση. Πιστεύω πως οι συνεργασίες σε πλουτίζουν. Έχει ενδιαφέρον να βλέπεις τί περιμένουν ή τί φαντάζονται οι άλλοι να ακούσουν από σένα. Αυτό ακριβώς συνέβη και στη συνεργασία μου με τον Νίκο Πορτοκάλογλου στο τελευταίο διπλό άλμπουμ («Ίσως»).
«Καταστροφή και ελπίδα». Πώς προέκυψε αυτό το τραγούδι;
Η αρχική σκέψη ήταν να διασκευάσουμε ένα άλλο παλαιότερο γνωστό τραγούδι του, αλλά στην πρόβα που κάναμε ο Νίκος άκουσε κάτι πιο λαϊκό στη φωνή μου και στα γυρίσματά μου, που δεν το είχε υποψιαστεί μέχρι τότε. Έτσι του γεννήθηκε η ιδέα να δοκιμάσουμε το «Καταστροφή κι ελπίδα».
Έχουν περάσει περίπου δύο χρόνια από τα επτά τραγούδια του «Μυστικού Προορισμού». Πώς βλέπεις τη μέχρι τώρα πορεία του και πώς θα χαρακτήριζες τα τραγούδια αυτού του δίσκου;
Νομίζω πως πάντα θα είμαι πολύ συνδεδεμένη με το υλικό του Μυστικού Προορισμού ως ντεμπούτο άλμπουμ. Τα τραγούδια αυτά είναι πολύ προσωπικά και γεννήθηκαν μέσα από την ανάγκη μου να εκφραστώ, να μιλήσω με τα δικά μου μουσικά μέσα, να πειραματιστώ όχι μόνο με έναν ήχο, αλλά με περισσότερους - γι’ αυτό και σχεδόν κάθε τραγούδι είναι διαφορετικό στυλιστικά - να καθρεφτίσω το αίσθημα και την αισθητική μου με τα εφόδια από την ως τότε διαδρομή μου. Είναι η πρώτη απόπειρα που έκανα να γράψω τραγούδια και μου βγήκε αβίαστα, σχεδόν με ξάφνιασε. Μετά το βήμα αυτό, αισθάνθηκα πιο αυτάρκης και ολοκληρωμένη ως καλλιτέχνης, αλλά ταυτόχρονα και πιο ανασφαλής μέσα στο διπλό ρόλο δημιουργού και ερμηνεύτριας. Όλα έχουν το τίμημά τους. Σήμερα πάντως νιώθω πως πατάω πιο γερά στα πόδια μου, ιδιαίτερα από τη στιγμή που άρχισα να γράφω τραγούδια και για άλλους, τα οποία θα κυκλοφορήσουν μέσα στην επόμενη χρονιά.
Ποιες φωνές είχες ως πρότυπο όταν ξεκίνησες; Ποιες τραγουδίστριες (ελληνίδες και ξένες) έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά σου και γιατί;
Τα μουσικά ερεθίσματα που είχα από μικρή στο σπίτι πατούσαν από τη μια στον ποιητικό στίχο (Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Μούτσης...) και τη νεότερη έντεχνη σκηνή και από την άλλη στη μεγάλη παράδοση του σμυρνέικου και λαϊκού τραγουδιού. Γι’ αυτό οι γυναικείες φωνές που με συγκινούσαν πάντα, ακουμπούσαν πιο πολύ στην Ανατολή. Είναι πάρα πολλές οι τραγουδίστριες αυτές. Η Παπαγκίκα, η Μαρίκα Πολίτισσα, η Εσκενάζυ, η Νίνου, η Μοσχολιού, η Αλεξίου, η Βιτάλη, η Τσαλιγοπούλου, η Κανά και τις αναφέρω όλες μαζί γιατί μέσα στο χρόνο θεωρώ πως είναι φορείς της ίδιας μουσικής γλώσσας, της ίδιας παράδοσης, με διαφορετική θέση βέβαια και συμβολή η κάθε μια. Οι εμφανείς επιρροές μου κατάγονται από αυτόν τον κόσμο. Μεγαλώνοντας όμως, ανακάλυψα, άκουσα και εκτίμησα πολλές άλλες σπουδαίες τραγουδίστριες-τραγουδοποιούς της διεθνούς σκηνής όπως η Alanis Morissette, η Bjork, η Norah Jones, η Joni Mitchell και από τις κλασικές, η Billie Holiday, η Aretha Franklin, η Dina Washington κ.ά.
Τα τελευταία χρόνια διδάσκεις μουσική σε νέα παιδιά. Τί έχεις αποκομίσει από αυτήν την εμπειρία;
Για την ακρίβεια διδάσκω από... παιδί… από τα 22 μου. Όπως καταλαβαίνεις, αυτό ειδικά στην αρχή δημιουργούσε μια ενδιαφέρουσα αμηχανία γιατί οι υπόλοιποι καθηγητές των γενικών μαθημάτων με έβλεπαν σαν παιδί τους και οι μαθητές σαν υποψήφια φίλη τους. Η πρώτη χρονιά μου στο Μουσικό σχολείο της Καβάλας ήταν μια μικρή δοκιμασία γιατί προσγειώθηκα απότομα, 700 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα, αφήνοντας πίσω τους φίλους μου και τις μουσικές μου δραστηριότητες και μπήκα κάπως απροετοίμαστη ψυχολογικά στον κόσμο των ενηλίκων και της καθημερινής εργασιακής σχέσης και των ευθυνών. Ωστόσο, επειδή ήμουν κοντά ηλικιακά με τα παιδιά και ταυτόχρονα όχι μακριά από τα δικά μου σχολικά χρόνια, συν το ότι οι γονείς μου είναι εκπαιδευτικοί, προσαρμόστηκα εύκολα στο ρόλο αυτό, αντιμετωπίζοντάς τον με μεγάλη ιδεολογική φόρτιση. Ήμουν σε θέση να γνωρίζω ας πούμε από μέσα (λόγω της εμπειρίας των γονιών μου) τί σημαίνει ελληνικό, δημόσιο σχολείο, με τα θετικά του και τα αρνητικά του, με τα θέματα ταμπού, όπως ο όρος αξιολόγηση και τη γνωστή παρωδία του όρου επιμόρφωση, αλλά και την ικανοποίηση να βλέπεις ότι η προσπάθεια, ατομική και συλλογική, κόντρα στις αντιξοότητες, φέρνει αποτέλεσμα, το οποίο πρώτα πρώτα γράφει στις ψυχές μας, μας κινητοποιεί. Η μουσική είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για να ξυπνήσεις τη δημιουργικότητα, την ομαδικότητα, ακόμα και να εκτονώσεις θετικά την πυρηνική βόμβα που μπορεί να είναι ένας έφηβος.
Πώς ακούς τη γενιά σου στο ελληνικό τραγούδι, αλλά και γενικότερα τους νέους δημιουργούς και καλλιτέχνες; Ποια είναι κατά τη γνώμη σου, τα προτερήματα και ποια τα μειονεκτήματά αυτής της νέας μουσικής γενιάς;
Γνωρίζω πολλούς νέους ανθρώπους που έχουν να πουν πράγματα μέσα από το τραγούδι και ενδεχομένως στέκονται με μια πιο κριτική ματιά σ’ αυτό που τα προηγούμενα χρόνια προβαλλόταν ως defacto ποιοτικό. Σύμμαχος στην προσπάθεια για δημιουργία και επικοινωνία, είναι η ελευθερία που υπάρχει στο να ηχογραφήσεις με τα πιο απλά μέσα τις ιδέες σου -ακόμα και στο σπίτι σου- και η ευκολία της κοινοποίησης του έργου σου, οποιαδήποτε στιγμή μέσω διαδικτύου. Την ίδια ώρα όμως αυτό είναι και μια τεράστια παγίδα. Μέσα στην υπερπροσφορά της πληροφορίας, εύκολα χάνονται πράγματα αξιόλογα, ενώ το ότι ο καθένας χειρίζεται ένα laptop και φοράει ένα μουσικό πρόγραμμα, καταργεί τη μεγάλη εξειδίκευση που έχει η παραγωγή της μουσικής, από τον ηχολήπτη μέχρι τον ενορχηστρωτή ή τον παραγωγό. Έτσι, συχνά τα αποτελέσματα δεν έχουν την καλύτερη ποιότητα. Από την άλλη δεν υπάρχουν και τα χρήματα για να κάνει κανείς σήμερα μεγάλες παραγωγές. Οπότε νομίζω ο καθένας μας κάνει αυτό που μπορεί καλύτερα με τα μέσα που διαθέτει. Αυτό που κάποτε ονομάζαμε μεγάλη κερδοφόρα μουσική βιομηχανία στη χώρα μας έχει χαθεί. Δεν έχουμε παρά να υποστηρίξουμε το χειροποίητο, όχι όμως το ερασιτεχνικό.
Πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να πορευτεί σήμερα ένας νέος στο χώρο του τραγουδιού, αξιοπρεπώς; Αν και είσαι νέα στο χώρο, τί θα συμβούλευες ένα παιδί που θέλει να σταδιοδρομήσει στη μουσική και το τραγούδι; Τί πρέπει να προσέξει περισσότερο;
Θέλει αποφασιστικότητα και αφοσίωση, υπομονή και πίστη σ’ αυτό που κάνεις, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Η κρίση που ζούμε σίγουρα μπορεί να εξυγιάνει τα κίνητρα όσων ασχολούνται με τη μουσική, αρκεί βέβαια να μη μας οδηγήσει στο άλλο άκρο, στην εξαθλίωση. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος, ιδιαιτέρως για τους καθαρόαιμους δημιουργούς, που δεν έχουν και την εναλλακτική του λάιβ, ως στοιχειώδους μέσου βιοπορισμού. Θέλει πείσμα και καινούργιες, φρέσκιες ιδέες. Πρέπει όλοι μαζί να ξαναχτίσουμε από την αρχή τη μουσική πραγματικότητα στη χώρα μας. Να ψάξουμε και να αφυπνίσουμε τον υγιή ακροατή.
Δισκογραφικά, ποια είναι τα σχέδιά σου από εδώ και πέρα;
Πέρα από το δεύτερό μου δίσκο που ετοιμάζω παρέα με τον Κώστα Μπουντούρη, ως ερμηνεύτρια κατά κύριο λόγο, υπάρχει άλλη μια καλλιτεχνική, δισκογραφική συνάντηση για την οποία αισθάνομαι πολύ μεγάλη χαρά και ανυπομονώ να ολοκληρωθεί. Μιλάω για τα τραγούδια που γράφω για τη Μελίνα Κανά. Ακόμα βέβαια είναι πολύ νωρίς, έχουμε δρόμο μπροστά μας. Η πρόκληση και η τιμή που μου κάνει η Μελίνα είναι πολύ μεγάλη.
Και όσον αφορά τις ζωντανές εμφανίσεις, τί ετοιμάζεις γι’ αυτήν τη χρονιά;
Αυτό το διάστημα κάνουμε πρόβες μ’ ένα πολύ ενδιαφέρον σχήμα δημιουργών. Ένας εκπρόσωπος της προηγούμενης γενιάς, o Γιώργος Ανδρέου και τρεις νέοι καλλιτέχνες, ο Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης, η Μαρία Παπαγεωργίου κι εγώ - δύο δημιουργοί που συνομιλούν και δύο τραγουδίστριες με διαφορετικές καταβολές η καθεμία (που γράφουν και οι ίδιες), συναντιόμαστε, συνομιλούμε, ανταλλάσσουμε τραγούδια, διασκευάζουμε τα τραγούδια του Γιώργου, ανακαλύπτουμε συγγένειες και φωτίζουμε τον κόσμο του καθενός. Είμαι πολύ χαρούμενη γι’ αυτήν τη συνάντηση. Οι εμφανίσεις μας θα ανακοινωθούν τις επόμενες μέρες.
Ευτυχία, στην Ελλάδα ζούμε τα τελευταία χρόνια μια καταστροφή (οικονομική, πολιτική, κοινωνική). Τί έφταιξε κατά τη γνώμη σου; Υπάρχει ελπίδα;
Οι ευθύνες είναι πολυσύνθετες. Ο καθένας μας έχει το δικό του μερίδιο ευθύνης, αλλά η εξίσωση προς τα κάτω των ευθυνών του πολιτικού συστήματος, είναι μια μεγάλη σκευωρία. Οι ρίζες της παρακμής που ζούμε ξεκινούν από την απουσία κράτους δικαίου και το σκόπιμο κατακερματισμό της κοινωνικής συνείδησης του κόσμου.
Δυστυχώς, ακόμα νομίζω πως δεν έχουμε δει όλο το πλάνο της καταστροφής. Δε θα μπορέσουμε όμως να πάρουμε τη στροφή, αν απλώς προσδοκούμε να ξαναποκτήσουμε όσα χάσαμε. Πρέπει να ρίξουμε καταρχάς στο γκρεμό τους υπεύθυνους, αυτούς που πολιτικά μας οδήγησαν ως εδώ και τότε να αρχίσουμε να μιλάμε για το τί θυσιάζει ο καθένας μας προς όφελος του κοινού καλού. Η ελπίδα υπάρχει και τη βλέπω παντού γύρω μου, αν σηκώσω το μαύρο πανί του απάνθρωπου αστικού οικοδομήματος που σκεπάζει αυτήν την πανέμορφη χώρα. Η Ελλάδα είναι ένας παράδεισος μεταμορφωμένος σε κόλαση. Εμείς πρώτοι πρέπει να αποκαλύψουμε την ομορφιά μας. Αυτή που κρύβουμε μέσα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου