Η Γιώτα Τηγανούρια είναι Μουσικός, Μουσικοπαιδαγωγός και Διδάκτωρ Εθνομουσικολογίας. Διετέλεσε Σχολική Σύμβουλος Μουσικής στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης (2012-2018). Γεννήθηκε στη Σαμοθράκη από οικογένεια λαϊκών μουσικών. Σε ηλικία πέντε χρόνων άρχισε να παίζει παραδοσιακή μουσική «πρακτικά». Πτυχιούχος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κατέχει τα πτυχία Αρμονίας, Αντίστιξης, Φούγκας & Δίπλωμα Κλασικών Κρουστών του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, καθώς και το πτυχίο Πιάνου με καθηγήτρια τη Δόμνα Ευνουχίδου.
Το 2007 εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών στο γνωστικό αντικείμενο της Εθνομουσικολογίας με επιβλέποντα ερευνητή τον καθηγητή Λάμπρο Λιάβα. Συμμετείχε σε μουσικοπαιδαγωγικά σεμινάρια, των Dalcroze, Orff και Κodaly στο Κέτσεμετ της Ουγγαρίας (2001 & 2003), καθώς και σε σεμινάρια πιάνου, θεωρητικών, διεύθυνσης χορωδίας και τραγουδιού με τους: Τότσιου, Μπακοπούλου, Altinok, Τραυλό, Μπαλτά, Αντωνίου, Αλεβίζο, Κοντογεωργίου, Σακά, Μπάκα, Ικεούτσι.
Από το 2007 διδάσκει και διευθύνει τη Χορωδία Σαμοθράκης του «Συλλόγου Φίλων Μουσικής Σαμοθράκης: Αρμονίας Γένεσις» του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Ως μαέστρος της χορωδίας έχει διακριθεί σε φεστιβάλ και διαγωνισμούς: διεθνής διαγωνισμός «Αντόνιο Βιβάλντι» Πιτέστι Ρουμανίας (πρώτη θέση 2018), διεθνής διαγωνισμός Interkultur Κέρκυρα (χρυσό δίπλωμα 2016), περιφερειακό φεστιβάλ Ανατ. Μακεδονίας & Θράκης //Κάτω απ' το ίδιο ουρανό// (1ο βραβείο 2010), κ.λπ.
Έχει συνεργαστεί με σημαντικούς Έλληνες μαέστρους: Κοντογεωργίου, Παπακωνσταντίνου, Αλεβίζο, Δαμιανού, Μελιγκοπούλου, Πλόκα, Γεωργακάτος κ.ά. στο πλαίσιο του φεστιβάλ Μουσική στη Σαμοθράκη: ''Τραγουδώντας με τα φτερά της Νίκης'' (2013, 2015, 2016, 2017, 2018, 2022, 2024). Πήρε μέρος στις συναυλίες και τα εργαστήρια του 6ου & 8ου χορωδιακού φεστιβάλ παιδικών και νεανικών χορωδιών που διοργάνωσε το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (2016, 2018) καθώς και στο φεστιβά Ξάνθη πόλις ονείρων (2016, 2017) διδάσκοντας και διευθύνοντας άλλες χορωδίες από Ρουμανία, Βουλγαρία και Τουρκία.
Έχει πραγματοποιήσει εισηγήσεις σε ημερίδες, επιστημονικά μουσικολογικά, εκπαιδευτικά και μουσικοπαιδαγωγικά συνέδρια. Έχει διδάξει και οργανώσει πολλά μουσικά εργαστήρια και σεμινάρια. Εφαρμόζει καινοτόμες πρωτοβουλίες σε σχέση με το εκπαιδευτικό έργο και έχει υλοποιήσει με επιτυχία πολλά εκπαιδευτικά προγράμματα.
Έχει γράψει σειρές μουσικοπαιδαγωγικών βιβλίων, ενώ έχει γράψει και επεξεργαστεί πολλά παραδοσιακά τραγούδια για παιδικές και νεανικές χορωδίες. Έχει δημιουργήσει τη μουσική ομάδα «Ηχοϋφάντες», ενώ παράλληλα μελετά την ελληνική παραδοσιακή μουσική, μέσα από το ελληνικό σαντούρι, εστιάζοντας στη φωνητική ερμηνεία. Είναι καλλιτεχνική διευθύντρια του «Χορωδιακού Σεμιναρίου Σαμοθράκης» και μέλος της ομάδας «Persefone Saos Festival».
Δισκογραφία
Το 2007 εκδόθηκε ο τόμος (με 4 cd) “Μπάλος στη Σαμοθράκη. Παράδοση και νεωτερικότητα. Μια μουσική – εθνογραφική προσέγγιση”, από το “Εθνολογικό Μουσείο Θράκης”.
«Τρία Παραμύθια όλο Τραγούδια» 2020, βιβλία-cd από τις Εκδόσεις Φυλάτος (Απ’ το πυκνό δάσος...στο πηγάδι της Γερακίνας, Στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού στο χωριό, Η μικρή Ελένη).
«Προσφύγων Τόποι» 2023 (συμμετοχή στην καταγραφή των ανέκδοτων τραγουδιών της Ανατολικής Θράκης, Μουσείο Λαογραφίας και Φυσικής Ιστορίας Γεώργιος Κομνίδης, Αλεξανδρούπολη)
«Σαν βγάλει η λυγαριά κρασί: Τραγούδια και Μουσικές της Σαμοθράκης» 2024, συνπαραγωγή συλλόγου φίλων μουσικής Σαμοθράκης και Δήμου Σαμοθράκης.
«Η Άκρη της Κλωστής: τραγούδια στη Σαμοθράκη» 2025, παραγωγή σύλλογος φίλων μουσικής Σαμοθράκης ¨Αρμόνιας Γένεσις
Αγαπητή Γιώτα Τηγανούρια, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Είστε απόγονος – κληρονόμος μιας μεγάλης μουσικής οικογένειας, για την οποία θα ήθελα να μας μιλήσετε.
Η οικογένειά μου πραγματικά στάθηκε η αιτία ν’ ασχοληθώ με τη μουσική και για αυτό τους ευγνωμονώ! Ο παππούς ο Παναγιώτης έπαιζε λαούτο, που διδάχθηκε και από τον θείο της γιαγιά μου, τον Στρατή τον Βογιατζή. Ο παππούς προέτρεψε τους τρεις γιους του ν’ ασχοληθούν με τη μουσική και να «πιάσουν» όργανα. Στον μεγάλο τον Στρατή έδωσε το λαούτο, στον μεσαίο τον Δημήτρη το βιολί και στον τρίτο τον Γιώργο το ακορντεόν. Η οικογένειά μου είναι αυτοδίδακτοι οργανοπαίχτες που «έκλεβαν» τη τέχνη από άλλους οργανοπαίχτες της εποχής και μάθαιναν «με τ’ αυτί». Ο Στρατής και ο Δημήτρης είχαν άλλα επαγγέλματα, ενώ ο Γιώργος μετανάστευσε στη Γερμανία. Ήταν πολυτεχνίτες, αγρότες, οικοδόμοι, γεωργοί, και περιστασιακά ασκούσαν και τον ρόλο του οργανοπαίχτη, γιατί η κοινότητα τους αναγνωρίζει κυρίως με τη μουσική τους ιδιότητα, ως διαχειριστές και φορείς του τοπικού ρεπερτορίου. Είναι αυτοί που ήξεραν καλά τις ιδιαίτερες χορευτικές και μουσικές προτιμήσεις των συντοπιτών τους, και αναπτύσσονται μεταξύ τους ειδικές σχέσεις αλληλοεπικοινωνίας κατά την επιτέλεση της γλεντικής διαδικασίας.
Εσείς πότε και πώς γίνεστε μέλος – κρίκος αυτής της σπουδαίας μουσικής παράδοσης της Σαμοθράκης;
Από μικρή ήθελα ν’ ακολουθώ τον μπαμπά, κι έτσι παρακολουθούσα τα μουσικά δρώμενα του νησιού: γάμους, πανηγύρια, γιορτές, κ.λπ. Θυμάμαι ήμουν γύρω στα τέσσερα όταν μπήκα για πρώτη φορά στον κύκλο του χορού και βίωσα όλη αυτή τη τελετουργία της κίνησης που προκύπτει από τη μουσική! Κι ακόμα θυμάμαι την έκπληξη που ένιωσα σαν παιδί για όλο αυτό...
Και ήμουν στην ίδια ηλικία όταν είχα πάει ταξίδι στην Αλεξανδρούπολη με τη μάνα μου και είχα δει σε μια βιτρίνα με παιδικά παιχνίδια, ένα μικρό πολύχρωμο πιανάκι. Δεν έπαιρνα τα μάτια μου από πάνω του. Το ήθελα οπωσδήποτε και καθώς η μάνα μου αρνιόταν να μου το πάρει, τόσο πιο πολύ μεγάλωνε η επιθυμία μου γι’ αυτό, ώσπου έβαλα τα κλάματα σε όλη τη διαδρομή μέχρι που συναντήσαμε έναν αγαπημένο θείο, ας είναι καλά εκεί ψηλά, τον Θανάση Μαυρογιάννη (πατέρας του ξαδέρφου μου Παντελή που παίζει βιολί), που έτυχε τότε να βρίσκεται κι αυτός στην πόλη για δουλειές και μου το πήρε εκείνος δώρο!
Σ’ αυτό το μικρό παιδικό οργανάκι άρχισα να παίζω διάφορες μελωδίες «με τ’ αυτί». Όταν βέβαια ο πατέρας μου έβλεπε πώς προχωρούσα και ήμουν συνεχώς μαζί με το όργανο, άρχισε να με βοηθάει ο ίδιος στην αρχή, ενώ στη συνέχεια προσπαθούσε να με φέρει σ’ επαφή με διάφορους περιστασιακούς δασκάλους μουσικής που βρίσκονταν για λίγο στο νησί, κυρίως τα καλοκαίρια. Έπειτα ξεκίνησα να ταξιδεύω στην Αλεξανδρούπολη με τη συνοδεία της μάνας μου ή του πατέρα μου για να κάνω μάθημα μουσικής κάθε φορά που είχα μελετήσει.
Τι εμπειρίες έχετε από τα παιδικά και εφηβικά σας χρόνια στο νησί όσον αφορά το τραγούδι, τους οργανοπαίκτες, τις σχολικές γιορτές, τις μουσικές συνεστιάσεις στα χωριά του τόπου σας;
Από πολύ μικρή, σε ηλικία 9 χρόνων, ξεκίνησα να πηγαίνω μαζί με τον πατέρα μου και να παίρνω μέρος στις κομπανίες που έπαιζαν στους μπάλους, δηλαδή στα γλέντια του νησιού. Ας πούμε ότι είχα έναν ρόλο υποστηρικτικό της μελωδικής γραμμής ή της συνοδείας της. Έτσι παρακολουθούσα και βίωνα σε όλα τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια τις μουσικές πρακτικές του νησιού: τα γλέντια, τους γάμους, τις γιορτές, τα πανηγύρια. Μ΄ αυτόν τον τρόπο από τη μία απέκτησα τα ακούσματα όχι μόνο των μουσικών παραδόσεων, αλλά και άλλων λαϊκών τραγουδιών της εποχής, ενώ ταυτόχρονα έβλεπα και τις σχέσεις που δημιουργούνταν μεταξύ των οργανοπαιχτών ή μεταξύ οργανοπαιχτών – χορευτών ή ακόμα και μόνο μεταξύ των χορευτών. Παράλληλα παρατηρούσα στάσεις, συμπεριφορές, στερεότυπα και άλλα χαρακτηριστικά όλων όσων συμμετείχαν στα γλέντια, δηλαδή των οργανοπαιχτών, χορευτών και γενικά των γλεντιστών. Τώρα, όσον αφορά τις σχολικές γιορτές στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, είχα βέβαια έναν βασικό λειτουργικό ρόλο, αφού τις συνόδευα πάντα με το πιάνο, ενώ έμπαινα στη διαδικασία να μελετήσω διάφορα τραγούδια και ρεπερτόριο που σχετίζονταν με αυτές.
Οι γυναίκες της εποχής (οι γιαγιάδες, η μητέρα σας) συμμετείχαν; Τραγουδούσαν σε όλες αυτές τις εκδηλώσεις ή ήταν “ανδροκρατούμενες περιοχές”;
Τις γιαγιάδες μου όταν τις ζήτησα να μου τραγουδήσουν την εποχή που έκανα την έρευνα για τη μουσική στη Σαμοθράκη, τότε και οι δύο μου τραγούδησαν το «Μοιρολόι της Παναγιάς» ένα παραθρησκευτικό τραγούδι που λέγεται την Μ. Παρασκευή, ενώ η γιαγιά η Παναγιώτα, μου τραγούδησε και τον «Νυφκάτο», ένα τραγούδι του γάμου που το λένε οι γυναίκες όταν στολίζουν τη νύφη. Σαφώς και μέχρι τη δεκαετία του ’80 οι γυναίκες δεν είχαν λόγο και ούτε τραγουδούσαν στα δημόσια γλέντια. Ωστόσο το γυναικείο τραγούδι στη Σαμοθράκη, το συναντάμε εκτός από τις δημόσιες τελετουργικές στιγμές όπως το στόλισμα της νύφης, το «Μοιρολόι της Παναγιάς» την Μ. Πέμπτη και Μ. Παρασκευή, αλλά και σε ιδιωτικά - οικογενειακά γλέντια. Σε παλιότερες εποχές στα λεγόμενα «νυχτέρια», γυναίκες και νεαρά κορίτσια συναντιούνται σε σπίτια όπου πλέκουν, κεντάνε, λένε ιστορίες, χορεύουν και τραγουδούν. Τη μητέρα μου δε, που έχει εκπληκτική φωνή, την άκουγα να τραγουδά στο σπίτι διάφορα τραγούδια που άκουγε από τον περίγυρο και πραγματικά το τραγούδισμά της έχει συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση της μουσικής μου αισθητικής.
Ο Κυριάκος Στεργίου τι ρόλο έπαιξε στην παραδοσιακή μουσική της Σαμοθράκης; Τι ήταν αυτό που ξεχωρίζατε στον δαιμόνιο αυτό μουσικό;
Ο Κυριάκος Στεργίου υπήρξε ο φορέας ενός πλούσιου ρεπερτορίου, κυρίως οργανικών και χορευτικών σκοπών που το άκουγε από τον πατέρα του, ο οποίος επίσης έπαιζε βιολί, αλλά και το εμπλούτισε σε όλη τη μουσική του πορεία, στο πλαίσιο του σαμοθρακίτικου γλεντιού. Ο Κυριάκος είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τη μουσική. Συχνά δήλωνε ότι: «η μουσική σου δίνει ζωή όταν τη νιώθεις..» και δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι το τέλος της ζωής του, που ήταν πλήρης ημερών, είχε το βιολί του παρέα. Ο ίδιος είχε διαμορφώσει έναν προσωπικό ήχο και έμενε σταθερός στις απόψεις του παρόλες τις διφορούμενες «καινοτομίες» της εποχής. Έτσι κατάφερε να θρέψει με τη μουσική του πάνω από τρεις γενιές Σαμοθρακιτών. Πρωτοστάτησε με τους ήχους του βιολιού του σε πανηγύρια, γάμους, χορούς, πολιτιστικές βραδιές, παίζοντας και σε κοινότητες των Σαμοθρακιτών στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τη Γερμανία. Έγινε δικός τους γιατί έπαιζε τις δικές τους μουσικές, όχι για να εντυπωσιάσει με τη δεξιοτεχνία του, αλλά για να χορέψουν οι Σαμοθρακίτες. Γαλουχήθηκε στη μουσική τέχνη, ακριβώς γι’ αυτό τον σκοπό, δηλαδή για να «προκαλεί» και να «προσκαλεί» τους χορευτές του και να επικοινωνεί μαζί τους.
Πως αποτιμάτε την παρουσία – προσφορά του Χρόνη Αηδονίδη και του Καρυοφύλλη Δοϊτσίδη στην παραδοσιακή μουσική της Θράκης;
Μιλάμε βέβαια για δύο ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους και εργάστηκαν με πάθος για να διαδώσουν, να διδάξουν και να διασώσουν τη μουσική παράδοση της Θράκης σε όλη την Ελλάδα και σε όλον τον κόσμο. Βασισμένοι στην εμπειρία τους, στις σπάνιες καταγραφές τους και τα πολύτιμα ακούσματά τους, προχώρησαν σε μια πλούσια δισκογραφία των τραγουδιών και των μουσικών της Θράκης. Πραγματοποίησαν επίσης σχετικά δρώμενα, καθώς και πολλές συναυλίες και εμφανίσεις σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού, ώστε αυτή η μουσική να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό. Έχουν αφήσει μια μεγάλη παρακαταθήκη στον ελληνικό πολιτισμό και μέσα από μία ιδιαίτερη σεμνότητα, παρατηρούμε μεταξύ άλλων και ένα απλό μουσικό ύφος και ήθος, που μπορεί να γίνει παράδειγμα προς μίμηση από τις νεότερες γενιές μουσικών.
Για εσάς ήταν μονόδρομος η πορεία στον χώρο αυτό; Σκεφτήκατε ποτέ ν’ ασχοληθείτε με κάτι άλλο; Βρήκατε εμπόδια στη διαδρομή σας που σας έκαναν να σκεφτείτε να τα παρατήσετε και ν’ αλλάξετε δρόμο;
Πραγματικά δεν μπορώ να σκεφτώ τη ζωή μου χωρίς τη μουσική! Και κάποιες φορές που λόγω καθημερινών υποχρεώσεων δεν προλαβαίνω να συνομιλήσω μαζί της, αυτές τις μέρες αισθάνομαι ένα κενό! Όταν κάποια στιγμή, κάπου εκεί στην εφηβεία, αποφάσισα ότι θα ακολουθήσω το δρόμο της μουσικής, από κει και πέρα ναι, ήταν μονόδρομος. Δεν σκέφτηκα ούτε λεπτό, ή μάλλον δεν είχα χρόνο να σκεφτώ ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο… Είναι τόσο συναρπαστικός αυτός ο δρόμος! Συνεχώς περνούσα από διάφορα «μονοπάτια» αυτής της διαδρομής, όπως για παράδειγμα αυτό της μελέτης, της εξάσκησης, της διδασκαλίας, της έρευνας, της μουσικής πράξης. Τα εμπόδια πάντα υπάρχουν, το θέμα είναι πώς τα αντιμετωπίζει κανείς. Η ειλικρινής προσπάθειά μας να ξεπεράσουμε τα κάθε είδους εμπόδια και δυσκολίες που συναντάμε, είναι αυτή που μας γεμίζει γνώσεις, εμπειρίες και μας κάνει πιο σοφούς. Για παράδειγμα, όταν μπήκα πρώτη φορά στην τάξη ήταν σαφώς όλη η διαδικασία κάτι εντελώς καινούργιο για μένα, όπως και για τον καθένα που έρχεται σ’ αυτή τη θέση. Σε μένα λειτούργησε ως το κίνητρο για να βρω τρόπο, μάλλον τρόπους, να σταθώ, να θέσω στόχους, να σχεδιάσω προγραμματισμούς έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού ένα προσωπικό όραμα, που είχε να κάνει με το να συμβάλω όσο μπορώ περισσότερο στο να δώσω τη δυνατότητα στους μαθητές μου να γνωρίσουν καλύτερα τη μουσική, απ’ ότι εγώ στην ηλικία τους… Έτσι και έγραψα μια σειρά μουσικοπαιδαγωγικών βιβλίων.
Οι μουσικές σας σπουδές και οι εργασίες σας είναι εντυπωσιακές. Πόσο σας βοήθησαν στην κατανόηση και τη μετέπειτα ενασχόληση με το παραδοσιακό τραγούδι;
Ευχαριστώ γι’ αυτή την ερώτηση. Το παραδοσιακό τραγούδι ήταν και είναι μια μεγάλη αγάπη, μια μεγάλη πρόσκληση και πρόκληση! Και πιστεύω ότι η τωρινή μου προσέγγιση πάνω σ’ αυτό, έρχεται σαν μια φυσική συνέχεια των εργασιών που έχουν προηγηθεί. Και μιλάω από τη μια για τη φιλοσοφία που πρεσβεύουν τα μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία μου, βιβλία όπου η μουσική γνώση «χτίζεται» σταδιακά, ξεκινώντας από το μηδέν και προσθέτει σιγά – σιγά θεωρητικά στοιχεία που συνδέονται πάντα με τη μουσική πράξη και «μέσα από το τραγούδι». Είναι ο τίτλος των δύο βιβλίων (από τα έξι), που βλέπεται δεν είναι καθόλου τυχαίος. Και από την άλλη βέβαια θα αναφερθώ στην πολύχρονη έρευνα της διδακτορικής μου διατριβής για τη μουσική στη Σαμοθράκη, όπου εκεί πια ήρθα σε επαφή με ανθρώπους του νησιού, που μου τραγούδησαν, έπαιξαν μουσική ή χόρεψαν και ουσιαστικά μου κατέθεσαν μέρος της ψυχής τους και της σχέσης του με την τέχνη. Ήταν οι γυναίκες που είχαν μάθει τα τραγούδια προφορικά από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά, ήταν οι αυτοδίδακτοι οργανοπαίχτες και οι βιωματικοί χορευτές. Είναι μεγάλη η «προίκα» που αποκόμισα από αυτή την έρευνα, όχι μόνο σε σχέση με την ποσότητα και τον αριθμό των κομματιών, των οργανικών σκοπών και των τραγουδιών που κατέγραψα, αλλά και σε εθνογραφικό επίπεδο, όπου εκεί κανείς βλέπει το ύφος και το ήθος της μουσικής ερμηνείας, τις σχέσεις των ανθρώπων που δημιουργούνται μέσα από το τραγούδι, τη μουσική και τον χορό, όπως επίσης τη φιλοσοφία και την κοσμοθεωρία που συνδέεται με αυτά.
Εργάζεστε αρκετά χρόνια ως καθηγήτρια μουσικής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Είστε ευχαριστημένη από τον τρόπο που πραγματώνεται το συγκεκριμένο μάθημα στα σχολεία; Τι θα προτείνατε για να γίνει πιο ελκυστικό στους μαθητές;
Το μάθημα της Μουσικής στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο είναι μια ώρα την εβδομάδα! Καταλαβαίνετε ότι η μια ώρα είναι εξαιρετικά λίγος χρόνος για να εμβαθύνει κανείς στο αντικείμενο. Το δεδομένο αυτό κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για πολύ καλή προετοιμασία του εκπαιδευτικού, ώστε να κρατάει το ενδιαφέρον των παιδιών εξ αρχής με το που μπει μέσα στην τάξη. Βέβαια, η ίδια η δυναμική και η σύνθεση της τάξης παίζει σημαντικό ρόλο για το πώς θα εξελίσσεται το μάθημα. Ωστόσο αυτό που βλέπω ότι συμβαίνει είναι το γεγονός ότι, η οργάνωση της ύλης, ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός για κάθε τάξη από τη μεριά του εκπαιδευτικού, το να ξέρει δηλαδή ακριβώς τι θα κάνει από την πρώτη δημοτικού μέχρι την τρίτη γυμνασίου, δημιουργεί μία ασφάλεια στον ίδιο, που αυτή «θρέφει» και μια σχέση εμπιστοσύνης με τους μαθητές του, και παράλληλα ανεξάρτητα με τις όποιες δυσκολίες έχει η κάθε τάξη στη διαχείρισή της, μέσα από την απόκτηση γνώσης και μουσικής εμπειρίας, υπάρχει εξέλιξη τόσο στους μαθητές όσο και στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Και το μάθημα ναι, γίνεται έτσι ενδιαφέρον. Όσο πιο γρήγορα συνειδητοποιήσει κανείς τα παραπάνω, τόσο πιο ομαλά, ήρεμα και ουσιαστικά θα κυλάει η μουσικοπαιδαγωγική του διαδρομή.
Ποια είναι η γνώμη σας για τα Μουσικά Σχολεία και για τους πανελλήνιους μαθητικούς μουσικούς διαγωνισμούς; Πιστεύετε ότι επιδρούν θετικά σ’ ένα παιδί που θέλει ν’ ασχοληθεί με τη μουσική;
Τα μουσικά σχολεία είναι από τα σημαντικότερα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας μας. Κανονικά θα έπρεπε όλα τα ιδρύματα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να μετατραπούν σε μουσικά σχολεία! Στα Μουσικά Σχολεία η πολιτεία δίνει τη δυνατότητα στους μαθητές να μελετήσουν τη μουσική σφαιρικά, παράλληλα με όλα τα υπόλοιπα μαθήματα που γίνονται στα γενικά Γυμνάσια και Λύκεια. Ουσιαστικά τα Μουσικά Σχολεία ακολουθούν κατά κάποιο τρόπο, το πρότυπο της εκπαίδευσης στην αρχαία Ελλάδα, όπου η Μουσική μαζί με τα Μαθηματικά και τη Γλώσσα αποτελούσαν τα βασικά μαθήματα διαπαιδαγώγησης των παιδιών και των νέων. Γιατί η μουσική είναι αυτή που συμβάλλει στην αρμονική διάπλαση της ψυχής! Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που στα Μουσικά Σχολεία των μεγάλων αστικών κέντρων, η σχολική βία είναι ανύπαρκτη σε σύγκριση με τα άλλα σχολεία γενικής εκπαίδευσης. Τώρα όσον αφορά τους πανελλήνιους διαγωνισμούς θα έλεγα πως μπορεί να έχουν και έναν διφορούμενο ρόλο. Δηλαδή από τη μια ναι μεν μπορεί να λειτουργήσουν ως κίνητρο για περισσότερη μελέτη, συγκέντρωση και εμβάθυνση, ωστόσο η περίπτωση της μη επιτυχίας σε έναν διαγωνισμό μπορεί να έχει και αρνητικά αποτελέσματα για έναν έφηβο, διαστρεβλώνοντας στην ουσία τον πραγματικό ρόλο της μουσικής παιδείας και της τέχνης γενικότερα, που έχει να κάνει με την καθημερινή συνεχή επαφή και συνομιλία με τη μουσική. Μέσα από τη συγκέντρωση, την άσκηση και τη διαρκή προσπάθεια να φτάσει κανείς το τέλειο, οδηγούμαστε στην αυτογνωσία.
Ποια είναι η πιο ευχάριστη και η πιο δυσάρεστη στιγμή της εκπαιδευτικής σας δραστηριότητας;
Οι ευχάριστες στιγμές κατά την εκπαιδευτική μου πορεία είναι πολλές, όχι μόνο μία. Κυρίως έχουν να κάνουν με την έκπληξη και τη χαρά που νιώθω όταν μαθητές μου, που αρχικά μπορεί να δυσκολεύονται, να κλείνονται στο εαυτό τους και να αδυνατούν να κατανοήσουν τη μουσική που τους «μιλά», κάποια «μαγική στιγμή» ξεπερνούν αυτές τις δυσκολίες, αντιλαμβάνονται πράγματα και έρχονται σε μια βαθύτερη σχέση με την εσωτερική τους μουσική φύση. Κι αυτό είναι εντελώς συναρπαστικό όταν συμβαίνει και νιώθω βαθιά ικανοποίηση όταν μπορώ να συμβάλω σ’ αυτήν τη διαδικασία! Στα πρώτα χρόνια της παιδαγωγικής μου πορείας ένιωθα μια έντονη έκπληξη όταν το έβλεπα να γίνεται, στην αρχή μου φαινόταν σχεδόν απίστευτο, τώρα ξέρω ότι μπορεί να συμβεί, αλλά και πάλι χαίρομαι κάθε φορά που το παρατηρώ, και βέβαια μοιράζομαι αμέσως με τους ίδιους. Τώρα όσον αφορά την πιο δυσάρεστη στιγμή έχει να κάνει με την αδυναμία των ανθρώπων να σου μιλήσουν ευθέως για κάποιο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, για το οποίο πιστεύουν ότι ευθύνεσαι, και αντί αυτού, επιλέγουν να το συζητούν με τρίτους. Αλλά και αυτό πιστεύω ότι είναι ένα ακόμα «μουσικό πρόβλημα» γιατί στην ουσία αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν μάθει να εκφράζονται ειλικρινά και να εκθέτουν τον εαυτό τους ευθέως.
Έχετε μετανιώσει που επιλέξατε να μείνετε και να δραστηριοποιηθείτε στη Σαμοθράκη, σε ένα μαγικό αλλά μακρινό και απομονωμένο τόπο;
Η Σαμοθράκη ήταν και είναι το κεντρικό σημείο αναφοράς της ζωής μου, της μουσικοπαιδαγωγικής και καλλιτεχνικής μου διαδρομής. Πριν επιλέξω τα τελευταία χρόνια να μείνω στο νησί είχα ζήσει για πάνω από είκοσι χρόνια, σε αστικά κέντρα, κυρίως Θεσσαλονίκη, αλλά και Γιάννενα, Αθήνα, Αλεξανδρούπολη. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να μιλήσω για ποιότητα ζωής στην πόλη, και δεν αναφέρομαι στα φοιτητικά χρόνια, αλλά στην καθημερινότητα ενός εργαζόμενου και πόσο μάλλον όταν αυτός είναι και γονιός. Μέρη όπως η Σαμοθράκη σου προσφέρουν μια ηρεμία, μια ευκολία στη ρουτίνα της καθημερινότητας και επιπλέον ελεύθερο χρόνο για να συγκεντρωθείς στους στόχους σου, όταν αυτοί είναι ξεκάθαροι και προσδιορισμένοι. Μπορεί να λείπει η δια ζώσης επαφή με την τέχνη: συναυλίες, θέατρο, εκθέσεις, μουσεία, κ.λπ., ωστόσο στην εποχή μας και αυτό ως ένα βαθμό μπορεί να αντικατασταθεί μέσω διαδικτύου. Άλλωστε συχνά ταξιδεύω για διάφορες μουσικές δράσεις εκτός νησιού. Όχι μόνο δεν μετανιώνω που βρέθηκα σ’ αυτόν τον τόπο, αλλά αισθάνομαι και ευγνώμων γι΄ αυτό!
Σας ανησυχούν οι εμπορικές θαλάσσιες δραστηριότητες που θέλει να κάνει η πολιτεία γύρω από το πανέμορφο αυτό νησί;
Σαφώς και με ανησυχούν. Η Σαμοθράκη ανήκει στην περιοχή natura, είναι ένα μνημείο παγκόσμιας φυσικής κληρονομιάς και οφείλουμε όλοι να το προστατέψουμε. Το επιβλητικό Σάος της με τα δέντρα, τα πλατάνια, τα νερά και τις πλούσιες πηγές του, η θάλασσά της με όλα τα πλάσματα που κατοικούν εκεί: ψάρια, δελφίνια, φώκιες, θαλάσσιες χελώνες, η πλούσια αρχαιολογική της κληρονομιά, χρειάζονται τη φροντίδα και τη προστασία μας. Καμιά βιομηχανική εγκατάσταση δεν έχει θέση στο ιερό νησί!
Η κοινωνία της Σαμοθράκης και της Αλεξανδρούπολης, και γενικότερα οι Έλληνες πολίτες, έχουν περιβαλλοντική – οικολογική συνείδηση και αγωνιστική διάθεση για έναν καλύτερο κόσμο;
Τόσο η κοινωνία της Σαμοθράκης όσο και της Αλεξανδρούπολης έχουν εναντιωθεί στην εγκατάσταση του θαλάσσιου αιολικού πάρκου. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει καταστροφικές συνέπειες στην περιοχή σε πολλά επίπεδα. Η μόλυνση και η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος θα είναι μη αναστρέψιμη, η τοπική οικονομία που στηρίζεται στην αλιεία θα εκλείψει, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και πρωτίστως θα τεθεί σε κίνδυνο η υγεία των κατοίκων. Για να μη μιλήσουμε για τη βίαια άσχημη αισθητική που θα επιβληθεί, εντελώς παράταιρη με τα μνημεία της φύσης. Όλα αυτά μοιάζουν σαν έναν εφιάλτη, γι’ αυτό έχουν ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων και είμαστε όλοι εδώ για να μην το επιτρέψουμε να συμβεί, να αγωνιστούμε και να προστατέψουμε τον τόπο μας!
Ας επιστρέψουμε στον Πολιτισμό. Είστε επικεφαλής ενός δραστήριου συλλόγου και μιας βραβευμένης χορωδίας. Τι ακριβώς κάνετε εκεί;
Ο Σύλλογος Φίλων Μουσικής Σαμοθράκης «Αρμονίας Γένεσις» ιδρύθηκε το 2007 και είναι ένας πολιτιστικός μη κερδοσκοπικός φορέας. Έχει σαν στόχο την προώθηση του πολιτισμού μέσα από την τέχνη της μουσικής επενδύοντας στο ντόπιο ανθρώπινο δυναμικό. Στη δημιουργία του συλλόγου προχωρήσαμε επειδή πιστεύουμε στη δύναμη της μουσικής που επηρεάζει θετικά την προσωπικότητα των ανθρώπων, διαμορφώνει συνειδήσεις, επιδρά ευεργετικά στις κοινωνικές σχέσεις και δομές και καλλιεργεί τη συλλογική συνείδηση.
Οι σκοποί ιδρύσεως του συλλόγου μας αφορούν:
• στη
διάδοση της μουσικής παιδείας στη
Σαμοθράκη,
• στην καλλιέργεια και
εξέλιξη της χορωδιακής μουσικής,
•
στην προώθηση της κλασικής και παραδοσιακής
μουσικής,
• στη δημιουργία ενός
φυτωρίου νέων μουσικών,
• στην
καλλιέργεια της αγάπης για τη μουσική,
• στην ανάπτυξη ενός συνειδητοποιημένου
και απαιτητικού ακροατηρίου και
•
στην άνοδο του πνευματικού και πολιτιστικού
επιπέδου του τόπου
Στο πλαίσιο του συλλόγου λειτουργούν χορωδιακά εργαστήρια για παιδιά και ενήλικες. Στόχος μας είναι να φέρουμε τον άνθρωπο από μικρή ηλικία σε επαφή με το τραγούδι, να κατανοήσει τη λειτουργία της φωνής του, ως μουσικό όργανο και μέσω αυτής, να βιώσει από πολύ νωρίς τις ευεργετικές επιδράσεις της μουσικής. Εστιάζουμε επίσης στο καθήκον της μουσικής παιδείας που εξελίσσει τις μουσικές και εκφραστικές ικανότητες του ανθρώπου και οδηγεί στην πνευματική ολοκλήρωση και αρμονία! O σύλλογός μας δραστηριοποιείται και στη διοργάνωση πολιτιστικών - μουσικών εργαστηρίων, σεμιναρίων, συναυλιών και εκδηλώσεων στο νησί. Σε συνεργασία με δημόσιους φορείς διοργανώνει με επιτυχία, όλα αυτά τα χρόνια της λειτουργίας του, εκδηλώσεις με μουσικές ομάδες, με μουσικοπαιδαγωγούς, καθώς επίσης με ντόπιους και ξένους μουσικούς συμβάλλοντας και υποστηρίζοντας τη διάχυση της μουσικής γλώσσας και τέχνης.
Ο κάθε άνθρωπος έχει έμφυτη τη μουσική φύση και είναι σημαντική ανάγκη να μπορεί να εκφράζεται μέσα από αυτή. Το να ανήκει κάποιος σ’ ένα χορωδιακό σύνολο, του δίνεται η δυνατότητα να έρθει σε επαφή με τα τραγούδια της πλούσιας μουσικής μας παράδοσης ή με έργα μεγάλων δημιουργών (μουσικών, συνθετών, ποιητών, λογοτεχνών) να νιώσει και να βιώσει τα νοήματα τους, μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία του τραγουδιού. Παράλληλα μέσα στο σύνολο μαθαίνει κάποιος να συνεργάζεται, ν’ ακούει και να συνυπάρχει σε σχέση και με τους άλλους. Τα παιδαγωγικά οφέλη της μουσικής βέβαια είναι σαφώς αποδεδειγμένα: μεγαλύτερη ικανότητα συγκέντρωσης, καλύτερη μνήμη, συνεργασία, αυτοεκτίμηση, αυτοσεβασμός, ανεξαρτησία κινήσεων, κ.λπ.
Πόσο σημαντικό είναι να επενδύει κανείς στο ντόπιο καλλιτεχνικό δυναμικό;
Είναι πολύ σημαντικό για ένα μουσικό να επενδύει στο άμεσο περιβάλλον του, δεδομένου ότι μπορεί να χτίσει εξ αρχής τη μουσική παιδεία, να παρακολουθεί τα σταδιακά αποτελέσματά της και παράλληλα να προσφέρει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να έρθουν σε επαφή με τη μουσική και να εκφράζονται μέσα από αυτή. Συγχρόνως η κοινότητα γίνεται κοινωνός και συνεχιστής των δικών της μουσικών παραδόσεων και πρακτικών, που συχνά δεν γνωρίζει γιατί πολλές έχουν ξεχαστεί. Επίσης επενδύοντας στο ντόπιο ανθρώπινο δυναμικό συμβάλλεις και στο χτίσιμο του κοινωνικού ιστού, στη δημιουργία σχέσεων και συλλογικής δυναμικής και οι επαρχιακοί τόποι το έχουν περισσότερη ανάγκη αυτό.
Υπάρχει στήριξη από τις τοπικές αρχές (Δήμοι, Περιφέρεια);
Υπάρχει στήριξη από τις τοπικές αρχές στο έργο του συλλόγου, που ωστόσο επιδέχεται περαιτέρω ανάπτυξη και βελτίωση.
Παράλληλα με τη διδασκαλία σας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και το συγγραφικό σας έργο. Πείτε μας γι’ αυτή την πλευρά σας.
Η συγγραφή αφορά μια σειρά από μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία που προέκυψαν από την ανάγκη να σταθώ μέσα στις τάξεις παιδιών και να προσφέρω τη μουσική γνώση με έναν φυσικό και άμεσο τρόπο, στηριζόμενος στις σύγχρονες μουσικοπαιδαγωγικές προσεγγίσεις. Σ’ αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο η γνωριμία μου με το σύστημα Kodaly όταν βρέθηκα στο Κέτσκεμετ της Ουγγαρίας για δύο καλοκαίρια, ύστερα από υποδείξεις εμπνευσμένων δασκάλων μου. Θυμάμαι ότι είχα μείνει εκστασιασμένη από τον τρόπο που διδάσκονταν, σ’ αυτή τη χώρα, η μουσική στα παιδιά των δημόσιων σχολείων. Όταν γύρισα στην Ελλάδα περιέγραψα όλο ενθουσιασμό την εμπειρία μου στη φίλη και συνάδερφο Φανή Μόραλη και έτσι ξεκινήσαμε την συγγραφή των τεσσάρων βιβλίων μας. Ουσιαστικά προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε την εμπειρία, τις γνώσεις μας, μαζί με κάποιες από τις αρχές του συστήματος στα ελληνικά δεδομένα και έτσι προέκυψαν τα δύο τεύχη του «Σολ μι ντο λα: διαβάζω γράφω ακούω τραγουδώ» όπου θέσαμε τις βάσεις της θεωρίας και του σολφέζ μέσα από εκατό παραδοσιακά τραγούδια που πολλά από αυτά, ψάξαμε και βρήκαμε σε βιβλιοθήκες αρχείων και διάφορες συλλογές. Και στη συνέχεια περάσαμε στη συγγραφή της δεύτερης διπλής σειράς βιβλίων που απευθύνεται σε μικρότερα παιδιά, όπου μαθαίνουν μουσική γραφή και ανάγνωση «Μέσα από το τραγούδι». Έπειτα έχοντας υπόψη την εμπειρία των παιδιών του συλλόγου, αλλά και τις ανάγκες των μαθητών των Μουσικών Σχολείων, την περίοδο που ήμουν σχολική σύμβουλος, έγραψα και δύο ακόμα βιβλία. Το πρώτο είναι ένα βιβλίο σολφέζ που χτίζει σταδιακά το μουσικό αλφάβητο και το δεύτερο με το οποίο συνδέεται το πρώτο, είναι ένα βιβλίο για παιδική χορωδία, όπου κανείς μπορεί να βρει επεξεργασμένα για δύο φωνές τριανταπέντε ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια.
Το άλλο κομμάτι της συγγραφής αφορά βέβαια την έρευνα που έκανα για τη μουσική στη Σαμοθράκη όπως σας είπα και παραπάνω, που είναι μια μουσική και εθνογραφική προσέγγιση του «Μπάλου» δηλαδή του γλεντιού στη Σαμοθράκη. Και έγινε στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής, που έχει εκδώσει το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης και υπάρχει αναρτημένη και στο Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης. Ήταν ένα μεγάλο σχολείο για μένα όλη αυτή η διαδικασία, έρευνας, μελέτης, παρατήρησης, καταγραφής, σύνθεσης, ανασύνθεσης και αναστοχασμού, αφού είχε και ένα αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, με την έννοια ότι ήμουν κι εγώ μέλος της κοινότητας που καλούμουν να ερευνήσω και να προσπαθήσω να παρουσιάσω αποστασιοποιημένα, μια αντικειμενική πραγματικότητα.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε και η νέα σας δισκογραφική δουλειά. Τι θα ακούσουμε;
Ναι! Και νιώθω πολύ όμορφα γι’ αυτή τη δουλειά. Λέγεται «Η Άκρη της Κλωστής» και περιλαμβάνει 14 κομμάτια που βασίζονται σε παραδοσιακά τραγούδια που κατέγραψα στο νησί. Έτσι η Σαμοθράκη που αποτέλεσε και αποτελεί κεντρικό σημείο αναφοράς στη μουσική μου πορεία, τα τελευταία χρόνια, και μέσα από τις παραπάνω εμπειρίες και καθώς έρχεται το πλήρωμα του χρόνου, οι μουσικές παραδόσεις αυτού του ιερού νησιού έγιναν αφορμή για έμπνευση, για προσωπική έκφραση και δημιουργία. Τα κομμάτια τα έχω επεξεργαστεί μουσικά δίνοντας και μια πιο προσωπική ερμηνευτική άποψη, έτσι όπως μίλησαν στη δική μου ζωή μέχρι τώρα. Η «Άκρη της Κλωστής» έρχεται μετά από τον διπλό δίσκο «Σαν βγάλει η λυγαριά κρασί», όπου εκεί παρουσιάζονται κυρίως οργανικοί σκοποί αλλά και τραγούδια της Σαμοθράκης. Αλλά και πιο πριν από αυτόν είχαν προηγηθεί τα «Τρία Παραμύθια όλο Τραγούδια» όπου αποτέλεσαν την πρώτη μου δισκογραφική δουλειά που από τη μια στηρίχτηκε στο υλικό των παραπάνω μουσικοπαιδαγωγικών βιβλίων και από την άλλη ικανοποίησε και την ανάγκη για προσωπική έκφραση και δημιουργία. Στη συνέχεια έχουν σειρά και επόμενες εκδόσεις δίσκων με μουσικές και τραγούδια που κατέγραψα στο νησί ή και άλλα που είναι εμπνευσμένα από αυτό.
Κοιτάζοντας πίσω, σε ποιους οφείλετε ευχαριστώ;
Ευχαριστώ και ευγνωμονώ την οικογένεια μου και τον πατέρα μου, που στήριξε με κάθε τρόπο την επιθυμία μου ν’ ασχοληθώ με τη μουσική. Ευγνωμονώ τη μητέρα μου και το τραγούδι της που άκουγα από μικρή και η οποία μέχρι τώρα μου συμπαραστέκεται όπως μπορεί. Ευχαριστώ τον αδερφό μου, που με είχε ενημερώσει για την ύπαρξη του μουσικού πανεπιστημίου όσο ήμουν ακόμη στο γυμνάσιο και που πάντα είναι εκεί όταν τον χρειάζομαι. Ευχαριστώ βαθιά όλους τους δασκάλους μου από τα μαθητικά και τα φοιτητικά μου χρόνια για όλη τη γνώση και τη διδαχή. Εδώ θα κάνω μια ιδιαίτερη αναφορά στην αγαπημένη μου Δόμνα Ευνουχίδου, που τα μαθήματα πιάνου μαζί της εξελίχθηκαν σε μαθήματα ζωής. Και μια ακόμα αναφορά στον Λάμπρο Λιάβα που με καθοδήγησε παραδειγματικά στη διάρκεια της διδακτορικής μου διατριβής. Ευχαριστώ όλους τους μαθητές και τους χορωδούς μου, γιατί αυτή η σχέση είναι αμοιβαία, μαζί τους μαθαίνω κι εγώ και γίνομαι κάθε φορά πιο σοφή. Ευχαριστώ τη φίλη και συνάδερφο Φανή Μόραλη που βρεθήκαμε και συνεργαστήκαμε τόσο καλά και εποικοδομητικά. Ευχαριστώ ακόμα μια καρδιακή φίλη, τη Μαρίνα Παπαστεφάνου που μου στάθηκε μοναδικά στα εύκολα και τα δύσκολα. Τέλος ευχαριστώ και ευγνωμονώ την κόρη μου, γιατί μαζί της ήταν σαν να ξαναγεννήθηκα κι εγώ και να ξεκινώ από την αρχή!
Ολοκληρώνοντας την κουβέντα μας, κυρία Τηγανούρια, ποιο είναι το μεγάλο σας όνειρο;
Να καταφέρω, κύριε Βαφειάδη, να ολοκληρώσω μια σειρά δισκογραφικών εκδόσεων που ήδη έχει ξεκινήσει, βασισμένη σε σπάνιες καταγραφές οργανικών σκοπών και τραγουδιών της Σαμοθράκης, αλλά και άλλων μουσικών που είναι εμπνευσμένες από τον τόπο και τις παραδόσεις του. Να αποτελέσει το νησί κέντρο μελέτης και διδαχής γενικά της Μουσικής Τέχνης, και ειδικά της διάσωσης και διάδοσης της πολιτιστικής του μουσικής κληρονομιάς, καθώς και των μουσικών της εθνογραφικής περιοχής που εντάσσεται. Παράλληλα να καταφέρουμε να πραγματοποιούμε διάφορα σχετικά δρώμενα και συναυλίες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και στο εξωτερικό, ώστε οι μουσικές και τα τραγούδια της πλούσιας μουσικής παράδοσης της Σαμοθράκης και των γύρω περιοχών της, ν' ακουστούν, να γίνουν γνωστά στο ευρύ κοινό και να «μιλήσουν» στις καρδιές των ανθρώπων!