ποιος Θεός προστάζει, ποιος τη μοίρα κυβερνά.
Άνεμος είναι και μην κλαις, σε λίγο θα κοπάσει,
θα `ρθει στιγμή να κουραστεί, κάπου θα ξαποστάσει,
άνεμος είναι κι αν δε θες την πόρτα να περάσει,
δωσ' του στο χέρι το κλειδί και θα σε προσπεράσει,
άνεμος είναι και μην κλαις.
Και το πλοίο φεύγει, χάνεται μακριά,
γύρω μου αχνοφέγγει κι άνεμος φυσά,
μέρα που βραδιάζει, νύχτα που ξυπνά,
ποιος Θεός προστάζει, ποιος τη μοίρα κυβερνά.
Άνεμος είναι και μην κλαις, σε λίγο θα κοπάσει,
θα `ρθει στιγμή να κουραστεί, κάπου θα ξαποστάσει,
άνεμος είναι κι αν δε θες την πόρτα να περάσει,
δωσ' του στο χέρι το κλειδί κι αυτός θα σ' αγκαλιάσει,
άνεμος είναι και μην κλαις.
Πέταξαν οι ώρες και μας προσπερνούν,
ξεχασμένες χώρες μέσα μας ξεχνούν,
μέρα που βραδιάζει, νύχτα που ξυπνά,
ποιος Θεός προστάζει, ποιος τη μοίρα κυβερνά.
Άνεμος είναι κι αν δε θες την πόρτα να περάσει,
δωσ' του στο χέρι το κλειδί κι αυτός θα σ' αγκαλιάσει,
άνεμος είναι και μην κλαις.
E la nave va,e la nave va..
σαν οι σιωπές ξυπνούνε
κι αρχίζουν να χοροπηδούν
και να με καρτερούνε.
Τρέχουν δε μ’ ακούνε
και παραμιλούνε
στα κρυφά γελούν
έρχονται απ’ τα βάθη
του καιρού που εχάθη
και μας απειλούν.
Πόρτες δεν ανοίγω
τη φωνή μου πνίγω
τις στιγμές κρατώ
δεν μπορώ να φύγω
λίγο να ξεφύγω
στον παλιό καιρό.
Η πόλη ετούτη χάνεται
μεσ’ τις σιωπές του κόσμου
μ’ άρωμα σαν ξεχύνονται
βασιλικού και δυόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου