Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

Συνέντευξη με την Εύα Ατματζίδου


Η Εύα Ατματζίδου είναι μια νέα και ταλαντούχα κιθαρίστρια και τραγουδοποιός. Γεννήθηκε στα Γιαννιτσά Πέλλας. Σε ηλικία επτά ετών ξεκίνησε μαθήματα πιάνου, αλλά σύντομα κατάλαβε ότι η κιθάρα είναι το όργανο που την εκφράζει περισσότερο και ξεκινάει σπουδές κλασικής κιθάρας, παρακολουθώντας παράλληλα μαθήματα θεωρητικών σε ωδείο της Θεσσαλονίκης και αργότερα της Αθήνας. 
Είναι πτυχιούχος Κλασικής Κιθάρας, Αρμονίας, Αντίστιξης, ενώ έχει παρακολουθήσει μαθήματα Jazz  Αρμονίας, Αυτοσχεδιασμού, Ηλεκτρικής κιθάρας και μοντέρνου τραγουδιού, καθώς και πολλά σεμινάρια με διακεκριμένους κλασικούς κιθαριστές, όπως R. Aussel, R. Dyens, Κ. Κοτσιώλη, Ε. Ασημακόπουλο, Λ. Ζώη, Δ. Ιωάννου αλλά και με το Μπάμπη Παπαδόπουλο (ακουστική κιθάρα).
Από το 1999 μέχρι το 2006 ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου ολοκληρώνει τις σπουδές της στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και παίρνει το πτυχίο της Ψυχολογίας, ενώ παράλληλα διδάσκει κλασική κιθάρα σε ωδεία της Θεσσαλονίκης και της Βέροιας.
Όλα αυτά τα χρόνια συμμετέχει σε ποικίλα σχήματα ως ακουστική ή κλασική κιθαρίστρια και τραγουδίστρια, ενώ παρουσιάζει και δικά της τραγούδια σε διάφορες μουσικές σκηνές.

Το 2007 μετακομίζει στην Αθήνα, όπου σύντομα γνωρίζεται και συνεργάζεται  με τη Λιζέτα Καλημέρη ως μουσικός και ενορχηστρώτρια, πραγματοποιώντας παραστάσεις σε πολλές πόλεις της Ελλάδας αλλά και στο Βερολίνο. Με αφορμή τη συνεργασία αυτή αρχίζει να ασχολείται και με το μπουζούκι.
Παράλληλα συνεργάζεται με το Θοδωρή Κοτονιά και τα Μακρινά Ξαδέρφια, ενώ έχει συμπράξει μουσικά με εξαίρετους καλλιτέχνες όπως η Σοφία Παπάζογλου, η Καίτη Κουλλιά, ο Μανώλης Πάππος, η Αφεντούλα Ραζέλη κ.ά. 
Τον Απρίλιο του 2010, γνώσεις, εμπειρίες, τραγούδια και αγωνίες συγκλίνουν στον πρώτο της προσωπικό δίσκο, το «Μάταιο Ροζ», με έντεκα τραγούδια σε στίχους, μουσική και ενορχήστρωση δική της. Στο δίσκο αυτό συμμετέχει η Λιζέτα  Καλημέρη σφραγίζοντας με την ερμηνεία της δύο τραγούδια, καθώς και πολλοί σπουδαίοι μουσικοί, όπως  ο Μανώλης Πάππος, ο Θύμιος Παπαδόπουλος, ο Βαγγέλης Καρίπης, ο Τάσος Μισυρλής, ο Διονύσης Βερβιτσιώτης, ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος, ο Κυριάκος Γκουβέντας, κ.ά.
Από τον Σεπτέμβριο του 2011 συνεργάζεται στενά ως μουσικός και τραγουδοποιός με τον Ορφέα Περίδη, πραγματοποιώντας συναυλίες σε όλη την Ελλάδα, ενώ συνεχίζει να γράφει τραγούδια.


Αγαπητή Εύα, έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια από την πρώτη σου ζωγραφιά στη δισκογραφία, το «Μάταιο Ροζ». Πώς έζησες όλη αυτήν την ιστορία;
Το “Μάταιο ροζ”, ήταν κάτι το οποίο ονειρευόμουν για πολλά χρόνια, όχι βέβαια με την έννοια του συγκεκριμένου δίσκου, αλλά με την έννοια μιας πρώτης ολοκληρωμένης παρουσίασης των τραγουδιών μου. Νομίζω ότι το πρώτο αυτό cd, συνοψίζει αυτό που οραματίστηκα και αυτό που ονειρεύτηκα πριν καν έρθω σε επαφή με οποιαδήποτε “επαγγελματική” δραστηριότητα, σε ρεαλιστικό επίπεδο. Και ακριβώς αυτό το χαρακτηριστικό, το ότι δηλαδή είχα ένα συγκεκριμένο όραμα, με οδήγησε στην απόφαση να κινηθώ μόνη μου από την αρχή ως το τέλος της διαδικασίας, να αντιμετωπίσω τρομακτικές δυσκολίες και διλήμματα, αλλά και να μάθω πάρα πολλά πράγματα.

Αντιμετώπισες δυσκολίες;

Οι δυσκολίες που αντιμετώπισα ήταν τρομακτικές ή τουλάχιστον έτσι τις βίωσα εγώ. Από το ποια τραγούδια θα επιλέξω να βάλω, ποιο θα είναι το ύφος της ενορχήστρωσης που θα έκανα, το ποιοι μουσικοί θα παίξουν, πού θα ηχογραφηθεί, πώς θα εκδοθεί, τα εικαστικά, το τί είναι καλό και τί όχι, όλα τα “και”, κάθε νότα... Και όλα αυτά, κάνοντας ένα βήμα χωρίς να ξέρω πώς θα επηρεάζει το επόμενο. Για έναν απαιτητικό άνθρωπο σαν και μένα, όλα αυτά έγιναν βαρύ φορτίο και με ζόρισαν. Κάποιοι άνθρωποι ήταν κοντά μου και μου έλεγαν τη γνώμη τους, αλλά δεν ήμουν σε θέση να ακούσω καθαρά και με την απαραίτητη τελικά αποστασιοποίηση...



Τί σου άφησε αυτή η εμπειρία;

Τώρα, μετά από δυο χρόνια, νομίζω ότι όλη αυτή η εμπειρία, μου έχει αφήσει ένα γλυκό χαμόγελο και πολλές γνώσεις. Πέρα από όσα ίσως έμαθα μέσα από την ίδια τη διαδικασία (ενορχήστρωση, οργάνωση μιας παραγωγής, το τί πάει να πει παραγωγή), νομίζω ότι το βασικό που μου έμεινε είναι ότι την επόμενη φορά θα ήθελα να χαρώ πιο πολύ τη διαδικασία και να τη βιώσω με λιγότερο άγχος. Όταν δηλαδή κάνεις κάτι πραγματικά από αγάπη, χρειάζεται να το κάνεις και με χαρά.

Επίσης, με έκανε να συνειδητοποιήσω τη μεγάλη απόσταση και τις αμέτρητες λεπτομέρειες  που υπάρχουν ανάμεσα σε μια ιδέα και στην αποτύπωσή της. Ελπίζω να μου άφησε  τα απαραίτητα “καμπανάκια” ψυχραιμίας, που θα με επαναφέρουν στην ανθρώπινη-αδύναμή μου διάσταση και θα με κάνουν να ακούω τη γνώμη ανθρώπων που εμπιστεύομαι, αλλά και να εμπιστευτώ λίγο περισσότερο και την ίδια τη δύναμη των τραγουδιών. Και φυσικά μου έχει αφήσει το τεράστιο ερωτηματικό, αν στον δεύτερό μου δίσκο θα κάνω όντως αυτά που είπα πριν ή αν θα κάνω πάλι του κεφαλιού μου.






Έχεις έτοιμο υλικό για την επόμενη δισκογραφική κίνηση;
Εδώ και αρκετό καιρό έχω αρχίσει να δουλεύω στο μυαλό μου την ιδέα του δεύτερου δίσκου. Τα τραγούδια υπάρχουν, αλλά πάλι θέλω να ξεχωρίσω ποια θα βάλω και τί ακριβώς θα εκφράσει καλύτερα αυτό που αισθάνομαι και είμαι αυτήν τη στιγμή. Μπορώ να πω ότι έχω καταλήξει σε έναν βασικό κορμό, λαμβάνοντας επίσης υπ’ όψιν μου ότι και σε αυτήν τη δύσκολη φάση που περνάμε ως χώρα, νιώθω πραγματικά την ανάγκη να επικοινωνήσω μέσω της μουσικής και να περάσω τα μηνύματά μου, αλλά και να δεχτώ το συναίσθημα του κόσμου με αφορμή τα τραγούδια. Ο κόσμος που έρχεται στις συναυλίες, ίσως και λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζει αισθητά πια στην καθημερινότητά του, έχει πραγματική ανάγκη να επικοινωνήσει, κοιτάει στα μάτια, περιμένει την επόμενη λέξη. Δε θέλω να το αγνοήσω αυτό.



Είναι στο ίδιο ύφος με τα τραγούδια της πρώτης σου δουλειάς;

Νομίζω πως θα πρέπει να ολοκληρώσω τη φάση της ενορχήστρωσης για να φανεί αυτό. Ο πυρήνας των τραγουδιών δε μπορεί να είναι πολύ διαφορετικός από τον πρώτο δίσκο, από τη στιγμή που τα γράφω πάλι εγώ. Ωστόσο υπάρχουν διαφορές και ως προς τη θεματολογία, αλλά πιστεύω ότι και μουσικά θα υπάρχει διαφοροποίηση, μιας και οι εμπειρίες που έχω αποκτήσει μετά το “Μάταιο Ροζ”, με αλλάζουν. Η ίδια η εμπειρία του πρώτου δίσκου, πολλά είδη μουσικής που μελετάω, συνεργασίες με άλλους μουσικούς και καλλιτέχνες, με έχουν γεμίσει με ερεθίσματα διαφορετικά, τα οποία αισθάνομαι ότι μέσα στο χρόνο παίρνουν τη θέση τους μέσα μου και θα είναι μέρος μιας διαφορετικής προσέγγισης και ενός διαφορετικού ήχου στο δεύτερο δίσκο. Ο ήχος της κλασικής ορχήστρας που είχα αισθανθεί και είχα επιλέξει στον πρώτο, εξακολουθεί να μου ταιριάζει, αλλά αυτό που έχω στο μυαλό μου αυτήν τη φορά, είναι κάτι διαφορετικό. Το τί χημεία ερεθισμάτων θα προκύψει τελικά, νομίζω ότι θα το ξέρω μόνο όταν θα έχει τελειώσει, όχι ακόμη.






Τί είναι αυτό που σε εμπνέει; Από πού παίρνεις ερεθίσματα για να γράψεις ένα τραγούδι;
Τα πρώτα τραγούδια που έγραψα είχαν σαν ερέθισμα προσωπικές καταστάσεις. Ήμουν αρκετά πιο μικρή και έγραφα τελείως από ένστικτο, για να απεγκλωβιστώ από εκρηκτικά συναισθήματα, να διαχειριστώ το εσωτερικό μου χάος ή για να πω όντως κάποια πράγματα σε κάποιους ανθρώπους, που δεν είχα άλλο τρόπο ή χώρο να τα πω. Ήταν κάτι ζωτικό δηλαδή. Η ένταση των συναισθημάτων που με οδηγούσαν στην κιθάρα μου και ξεκινούσαν το τραγούδι ήταν τόσο μεγάλη, που σχεδόν κάθε φορά τη στιγμή που το τραγούδι ολοκληρωνόταν, μου έβγαινε κάτι κάπως πρωτόγονο, κάτι σαν κλάμα. Σαν το κλάμα του παιδιού που γεννιέται ίσως... Δεν ξέρω... Τώρα που το σκέφτομαι, νομίζω ότι το τραγούδι ήταν κάτι πιο βαθειά κρυμμένο και από το κλάμα, ήταν η απελευθέρωση.

Μετά από αυτά μεγάλωσα λίγο... Σχηματικά θα μπορούσα να πω ότι άρχισα να παίζω και με τα άλλα παιδάκια. Τα ερεθίσματα μου πια δεν αφορούν μόνο προσωπικές καταστάσεις. Νομίζω ότι τα τραγούδια εξελίσσονται παράλληλα με μένα, λογικό ακούγεται. Αυτήν τη στιγμή δε βλέπω τον εαυτό μου προσωπικά, αλλά πιο πολύ βλέπω τον εαυτό μου κοινωνικά, μέλος μιας κοινωνίας που φλέγεται και σπαράζει ή κοιμάται και αδρανεί. Βλέπω τη γειτόνισσά μου που είναι στην ηλικία μου και ζει ακόμα με τους γονείς της και όλη μέρα έχει νεύρα και μαλώνει μαζί τους, σαν να μη καταλαβαίνει ότι το πρόβλημά της είναι ότι δεν έχει δουλειά και ανεξαρτησία και όχι οι γονείς της. Βλέπω αποκλίσεις και αντιφάσεις σε λόγια και σε πράξεις, υποβόσκουσες και φανερές εξουσίες, ερωτευμένους ευτυχισμένους, βλέπω γενιές να αλλάζουν, γενιές να αποκαλύπτονται. Και είμαι ζωντανό μέρος αυτού του μύλου, με απαιτήσεις από τον εαυτό μου και τους άλλους, με οράματα και απογοητεύσεις, με διλήμματα κι ενθουσιασμό. Αυτά και αυτοί που είναι γύρω μου, μπροστά και δίπλα μου, είναι τα ερεθίσματά μου, φυσικά μέσα από το προσωπικό μου πρίσμα και τη φαντασίωση.



«…Γύρω σου κόλακες και αυλικοί, θηλιά που αν μέσα της πατήσεις, γύρω απ’ το πόδι σου σφιχτά θα τυλιχτεί, και πίσω πια δε θα γυρίσεις…» γράφεις σ’ ένα από τα τραγούδια σου. Το έγραψες με βάση προσωπική σου εμπειρία; Γιατί οι άνθρωποι πέφτουν σε τέτοιες παγίδες;

Η αφορμή γι’ αυτό το τραγούδι ήταν όντως μια προσωπική εμπειρία. Πιστεύω όμως ότι  πολλές φορές ο λόγος για τον οποίο γράφεται ένα τραγούδι, δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία. Αυτό που έχει σημασία, είναι το αποτύπωμα που αφήνει και το οποίο σε βάθος χρόνου αποδεσμεύεται από πρόσωπα και καταστάσεις. Το μόνο που μένει, είναι η επίδραση και η εικόνα του.

Ως προς το νόημα των στίχων αυτών και το γιατί οι άνθρωποι πέφτουν σε τέτοιες παγίδες, είναι πολλοί οι λόγοι και φοβάμαι ότι για να απαντήσω θ’ αγγίξω την άλλη μου πλευρά, την αναλυτική και όχι την καλλιτεχνική, με την οποία λειτούργησα και με την οποία προτιμώ να απελευθερώνω και να απαντώ τις αναζητήσεις μου. Για κάποιον λόγο, δε θέλω να εξηγώ η ίδια τους στίχους μου, όπως και να αναλύω αρμονικά τη μουσική μου. Είναι κάτι το οποίο δε θέλω να με απασχολεί, γιατί πιστεύω ότι ο ρόλος μου τελειώνει εκεί που αρχίζει του ακροατή. Δηλαδή την ελευθερία που νιώθω εγώ όταν γράφω, την θεωρώ ίδια με την ελευθερία που δικαιούται κάθε ακροατής, στις σκέψεις που θα του προκαλέσει κάποιος στίχος.



Για τα τραγούδια της δικής σου γενιάς τί έχεις να πεις; Τι είναι αυτό που λείπει κατά τη γνώμη σου από τη σύγχρονη τραγουδοποιία; Ίσως ένας καθαρά και –γιατί όχι - "επιθετικός πολιτικοκοινωνικός λόγος", όπως υπήρχε έντονα τη δεκαετία του ‘70;
Πιστεύω ότι υπάρχουν στη γενιά μας άνθρωποι που γράφουν και ωραία και καλά τραγούδια. Και σίγουρα τα ραδιόφωνα δε βοηθάνε ιδιαίτερα στο να ακούσουμε κάτι καινούργιο, ιδιαίτερα αν κάτι είναι έξω απ’ το “σύστημα”.  Όμως πέρα από αυτό, τα τραγούδια της δικής μου γενιάς, μου προκαλούν έναν άλλο σοβαρό προβληματισμό, ως προς τον πυρήνα τους. Δεν έχω κατασταλάξει ακόμη, αλλά σας παραθέτω τις σκέψεις μου. Μοιάζει ίσως να λειτουργούμε με έναν τρόπο που η κοινωνία δεν τον έχει πραγματικά ανάγκη. Είμαστε πολλές μικρές μονάδες και κινούμαστε σχετικά μεμονωμένα. Κι αναφέρομαι κυρίως στο δημιουργικό μέρος. Σκέφτομαι δηλαδή ότι τις προηγούμενες δεκαετίες έγραφε μουσική ο Χατζιδάκις, στίχους ο Γκάτσος, τραγουδούσε η Νταντωνάκη. Έγραφε μουσική ο Λοΐζος, στίχους ο Παπαδόπουλος, τραγουδούσε η Αλεξίου. Μουσική ο Ξυδάκης, στίχους ο Ρασούλης, τραγουδούσε ο Παπάζογλου. Τα τραγούδια δηλαδή περνούσαν μέσα από άλλες διαδικασίες πριν φτάσουν στον κόσμο. Τώρα λειτουργούμε ο καθένας στον μικρόκοσμό του και πιστεύω ότι χάνουμε μέρος της ζωτικής ενέργειας, αυτής της ζύμωσης που συνέβαινε τότε.
Τίποτε φυσικά δεν είναι απόλυτο και για όλα υπάρχει αντίλογος. Και για τότε και για τώρα. Και σίγουρα είναι και ο κόσμος μπερδεμένος και το “σύστημα” - παρά την απορρύθμισή του- εξακολουθεί να καθορίζει το τί θα ακούσουμε στο ραδιόφωνο ή στις τηλεοράσεις (για όσους βλέπουν ακόμη). Αλλά ο καλλιτέχνης πρέπει να βλέπει μπροστά, να είναι μπροστά. Ουσιαστικά δηλαδή, πιστεύω ότι δεν χρειάζεται “επιθετικός πολιτικοκοινωνικός λόγος”,  αλλά “επιθετική πολιτικοκοινωνική πράξη” από τους καλλιτέχνες. Ο κόσμος χρειάζεται τη μουσική και χρειάζεται ελπίδα. Κι όταν το βρει αυτό, ανταποδίδει πολλαπλασίως αυτό που ένιωσε. Πρέπει να γκρεμίσουμε τα τείχη μεταξύ μας οι τραγουδοποιοί, για να γκρεμιστούν τα τείχη με τον κόσμο.

Έχεις πολλές συνεργασίες στις ζωντανές σου εμφανίσεις με εξαίρετους τραγουδιστές και μουσικούς. Θα ήθελα να σταθούμε όμως, σε δύο πρόσωπα που  αν δε κάνω λάθος, έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην πορεία σου στο τραγούδι. Λιζέτα Καλημέρη και Ορφέας Περίδης...
H Λιζέτα Καλημέρη είναι ο πρώτος άνθρωπος με τον οποίο είχα ονειρευτεί να παίξω. Τη θαύμαζα πολλά χρόνια πριν τη γνωρίσω και με συγκινούσαν τα τραγούδια και η φωνή της. Παρόλο που είμαστε και οι δύο από τη Θεσσαλονίκη, γνωριστήκαμε στην Αθήνα, μέσα από μια σχεδόν καρμική συγκυρία και χωρίς καμιά συγκεκριμένη επιδίωξη, προέκυψε αβίαστα μεταξύ μας... μουσική. Της άρεσε -λέει- το πώς παίζω κιθάρα, δοκιμάσαμε σε ντέμο κάποια τραγούδια μου και μέσα σε όλο αυτό το αλισβερίσι μουσικής γνωριμίας και σε μια στιγμή έμπνευσης, προέκυψαν οι “Μουσικώς Χύμα”, ένα σχήμα με άλλους τρεις νέους μουσικούς, που ήταν ιδέα της Λιζέτας και στο οποίο μου είχε αναθέσει εκτός από το ρόλο του μουσικού και το ρόλο της ενορχήστρωσης. Ήταν τρία πολύ δημιουργικά χρόνια, κάναμε συναυλίες, παίξαμε πολλή μουσική και νομίζω ότι έμαθα πολλά πράγματα. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που εμπιστεύτηκε άφοβα αυτό που είδε σε μένα και του έδωσε χώρο να αναπτυχθεί και να υπάρξει. Στάθηκε γενναιόδωρη. Στις συναυλίες, εκτός από μουσικό και ενορχηστρώτρια, με σύστηνε και ως τραγουδοποιό. Πάντα παίζαμε τραγούδια μου και τραγουδούσε και αυτή τον “Ξένο κόσμο”.  Η συμμετοχή της στο “Μάταιο Ροζ”, ήταν μέσα στην αβίαστη ροή των πραγμάτων, όπως είχε προκύψει μέχρι εκείνη τη στιγμή μεταξύ μας, αλλά και σίγουρα σημαντική και τιμητική για μένα. Νομίζω ότι αυτό που μου έχει μείνει από τη συνεργασία με τη Λιζέτα, είναι η κοσμοθεωρία της και ο τρόπος λειτουργίας της μέσα στη μουσική, όπως τον έζησα από κοντά. Με όλα τα ωραία και όλα τα δύσκολά του.
Με τον Ορφέα Περίδη, συνεργαζόμαστε για δεύτερη χρονιά φέτος και μπορώ να πω ότι μαζί του ένιωσα πρώτη φορά τί θα πει να είσαι πραγματικά μεγάλος τραγουδοποιός. Θυμάμαι την πρώτη μας συναυλία σε ένα ανοιχτό θέατρο. Τη στιγμή που όλος ο κόσμος τραγουδούσε “Όλα είναι ίδια αν δεν τα’ αγαπάς, όλα είναι ίδια άμα δεν τα πας”, ένιωθα ρίγος και δε μπορούσα να παίξω νότα, από τη συγκίνηση. Η μουσική του ένωσε τις ψυχές και τις φωνές των ανθρώπων, τα λόγια και το ήθος του έγιναν λόγια και ήθος όλων -έστω και για εκείνα τα λεπτά- και ο άνθρωπος που έκανε το μικρό αυτό “θαύμα” στεκόταν μπροστά μου με μια κιθάρα, ντροπαλός, γλυκός και ευτυχισμένος. Αυτές οι στιγμές που ζω εξαιτίας του, αισθάνομαι ότι με επηρεάζουν βαθιά και με γεμίζουν με ακόμη περισσότερη αγάπη για αυτό που κάνω, γιατί μου φανερώνουν το λόγο και τη δύναμη της μουσικής στις ψυχές των ανθρώπων. Τον θαυμάζω πολύ και ως μουσικό. Την περασμένη χρονιά παίζαμε μαζί του τρεις νέοι τραγουδοποιοί. Μας έδωσε χώρο και η χαρά του για αυτό που έκανε για μας, ήταν αισθητή και αληθινή. Πιστεύω ότι η συνεργασία μου με μια προσωπικότητα σαν τον Ορφέα Περίδη, είναι ευρεία και πυκνή σε εμπειρία. Αυτό το αισθάνομαι και ως μουσικός και ως τραγουδοποιός.


Ποιοι καλλιτέχνες και δημιουργοί σ’ έχουν επηρεάσει; Σε ποιους τραγουδοποιούς και ερμηνευτές «χρωστάς», πέρα από αυτούς με τους οποίους έχεις συνεργαστεί;
Οι επιρροές μου ξεκινούν από τα τραγούδια του νέου κύματος, με τα οποία με νανούριζε η μαμά μου και τα τραγούδια του Σαββόπουλου, που τραγουδούσε ο πατέρας μου με την κιθάρα, όταν ήμουν παιδάκι. Στις επιρροές μου σίγουρα θεωρώ την έντεχνη -ας πούμε- σκηνή, από το Μάνο Χατζιδάκι και το Μάνο Λοΐζο μέχρι το Φοίβο Δεληβοριά, το Μανώλη Ρασούλη και τη Λένα Πλάτωνος. Τα ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια τα οποία αγαπώ πολύ και μου ταιριάζουν, θεωρώ ότι κυλάνε μέσα μου, όπως και τα ποντιακά που ακούγονταν και ακούγονται ξέμπαρκα στα αυτιά μου σε οικογενειακές συνεστιάσεις, σε αυτές που πάντα κάθεσαι κάπως αποστασιοποιημένος, αλλά νιώθεις το αίμα σου κρυφά να ζεσταίνεται.
Αυτό που πραγματικά είναι το πιο καθοριστικό όμως, νομίζω ότι είναι οι σπουδές μου στην κλασική μουσική. Νομίζω δηλαδή ότι η μελέτη και η επαφή αυτή, άλλαξε τη δομή με την οποία αφομοιώνω τις οποιεσδήποτε μουσικές εμπειρίες. Άρα σίγουρα συμπεριλαμβάνω μέσα στους καλλιτέχνες που με επηρέασαν, όλους τους δασκάλους μου και ιδιαίτερα τη μουσική μου “μαμά”, την αγαπημένη μου δασκάλα της κιθάρας, Λουκία Σαμούρκα. Από εκεί και πέρα, η ίδια η κλασική μουσική είναι μέσα στις επιρροές μου, ο Μπαχ ιδιαίτερα. Τα τελευταία χρόνια ακούω και ξένες μουσικές, κυρίως δυτικές, οι οποίες με ενδιαφέρουν και με επηρεάζουν, αλλά νομίζω ότι δεν τις έχω αφομοιώσει σε βαθμό που να μπορώ να συνειδητοποιήσω κάποια επιρροή αυτήν τη στιγμή. Νομίζω ότι καλλιτέχνες που με επηρεάζουν μπορεί πια να είναι άλλων τεχνών, όπως ο Νταλί, αγαπημένος μου ζωγράφος, ο Μπωντλαίρ, ο Τζελαλαντίν Ρουμί και ο Νίκος Εγγονόπουλος.



Κλείνοντας Εύα, ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια, τόσο στη δισκογραφία όσο και στις ζωντανές εμφανίσεις; Τί σχεδιάζεις και πώς σκέφτεσαι να αντιμετωπίσεις τις δυσκολίες που θα συναντήσεις;
Είμαι σε μια δημιουργική περίοδο, παρά τις δυσκολίες και το κάπως βαρύ κλίμα που υπάρχει γύρω μας. Δουλεύω το υλικό του δεύτερου δίσκου προσπαθώντας να λάβω υπ’ όψιν μου πολλά από αυτά που ανέφερα παραπάνω. Νιώθω πραγματικά την ανάγκη να επικοινωνήσω μέσω των τραγουδιών και προσπαθώ να βρω τον καλύτερο τρόπο. Να πω, να ακούσουν, να αισθανθούν, να αισθανθώ. Είναι δύσκολη εποχή γιατί ερχόμαστε συνεχώς αντιμέτωποι με αντιξοότητες, γκρίνιες, μιζέρια, αλλά και αντικειμενικές δυσκολίες. Γιατί να θεωρήσω όμως ότι οι άνθρωποι που δημιούργησαν ωραία ή σπουδαία πράγματα, το έκαναν πιο εύκολα; Αφού διαβάζοντας τον πρόλογο και μόνο του Μάνου Χατζιδάκι από “Τα σχόλια του τρίτου”, τον βρίσκω επίκαιρο. Σε αυτόν τον χρόνο έτυχε να ζούμε, σε αυτόν τον χρόνο θα είμαστε δημιουργικοί.

Τον επόμενο καιρό, θα συνεχίσουμε τις εμφανίσεις με τον Ορφέα Περίδη, αλλά σχεδιάζω και κάποιες προσωπικές παραστάσεις, στις οποίες θα παρουσιάζω πιο ολοκληρωμένα αυτό που κάνω. Είναι και ένας καλός τρόπος να δοκιμάσω τα καινούργια τραγούδια και να πάρω την αίσθηση που μου λείπει. Έχω φτιάξει ένα μικρό σχήμα που μου αρέσει, αλλά η αλήθεια είναι ότι με δελεάζει η ιδέα του να παίξω και απολύτως μόνη μου, σε κάποιες τουλάχιστον εμφανίσεις.

Πέρασα πολύ χρόνο σκεπτόμενη τις δυσκολίες. Είναι όντως πολλές. Αλλά ίσως δεν έχουμε και άλλη επιλογή από το να τις αντιμετωπίσουμε.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

παρα πολύ καλη καλιτέχνης....όσο την ακούς να παίζει να ερμηνεύει τόσο θες να την ακούς περισσότερο.....
με δύο λέξεις....
υπέροχη τραγουδοποιός...

"Νότες Λογοτεχνίας"

Πολιτιστικό ιστολόγιο (από το 2009) και ραδιοφωνική εκπομπή (από το 1999) με συνεντεύξεις, αφιερώματα, ρεπορτάζ, απόψεις, ιδέες και θέσεις γύρω από το Βιβλίο, τη Μουσική και το Ελληνικό Τραγούδι, το Θέατρο και τον Κινηματογράφο, τα Εικαστικά και τη Φωτογραφία, τη Θράκη...

Για αποστολές βιβλίων, περιοδικών, μουσικών έργων (LP-CD), καθώς επίσης και για προτάσεις, ιδέες, παρατηρήσεις, επικοινωνήστε μαζί μας: theodosisv@gmail.com

Το blog δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Δημοσιεύονται άρθρα πολιτιστικού και κοινωνικού περιεχομένου και οι κάθε είδους διαφημίσεις απαγορεύονται.

Επιτρέπεται η χρήση και η αναδημοσίευση των άρθρων και των φωτογραφιών, με σαφή αναφορά της πηγής σε ενεργό σύνδεσμο. Υπεύθυνος - Διαχειριστής: Θεοδόσης Βαφειάδης.