O
Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ
(Πολωνία 1904-1991) τιμήθηκε το 1978 με το βραβείο Νόμπελ, όταν και
υπερασπίστηκε με θέρμη τα γίντις, τη μόνη γλώσσα που γνώριζε ουσιαστικά όταν το
1935 κατέφυγε στις ΗΠΑ. Τα γίντις θα αποτελέσουν για τον συγγραφέα όχι μόνο τη γλώσσα
της καρδιάς του αλλά και ολόκληρου του έργου του. Η «Σώσα» γράφτηκε στα
γίντις και πρωτοδημοσιεύτηκε το 1974 σε μία εβραϊκή εφημερίδα. Πρόκειται για ένα πολυδύναμο μυθιστόρημα ιδιαίτερης σημασίας, μία ιστορία αγάπης που διαδραματίζεται την εποχή της ανόδου του
ναζισμού και του αντισημιτισμού που φούντωσε ανεξέλεγκτα στην Ευρώπη.
Μπορεί ο συγγραφέας να ξεκαθαρίζει από την αρχή ότι το μυθιστόρημα αυτό δεν αντιπροσωπεύει
με κανέναν τρόπο τους Εβραίους της Πολωνίας στα χρόνια πριν από την εισβολή του
Χίτλερ και πως είναι η ιστορία λίγων μοναδικών χαρακτήρων σε μοναδικές
περιστάσεις, η ακόλουθη όμως διατύπωσή του αποδεικνύει πως δεν μπορεί παρά να
μη δοθεί αξία σε κάθε μικρή πινελιά που συνθέτει τον οικουμενικό καμβά:
«Πρέπει
να υπάρχει ένας τόπος όπου να διατηρούνται όλα άφθαρτα, λεπτομερώς
καταγεγραμμένα. Ας πούμε ότι μια μύγα πέφτει σ’ έναν ιστό αράχνης κι εκείνη
ρουφάει τους χυμούς της. Αυτό είναι ένα γεγονός στο σύμπαν και, ως τέτοιο, δεν
πρέπει να ξεχαστεί. Αν ξεχαστεί, θα δημιουργηθεί κάποιο ψεγάδι στο σύμπαν».
Ο κεντρικός μυθιστορηματικός ήρωας, ο Άαρον
Γκρέιντινγκερ, επιχειρεί να αφήσει πίσω τις εβραϊκές συνήθειες και τη γειτονιά
όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια και καταβάλλει προσπάθεια να εισχωρήσει στον
χώρο της λογοτεχνίας, μέσω της οποίας θα επιδιώξει το κυνήγι της ηδονής, της
δύναμης και της δόξας. Την ώρα που τα σχέδιά
του γνωρίζουν απογοητεύσεις και τον κρατούν σε κατάσταση ύπνωσης, εκείνος
συναντά ξανά τον έρωτα τον παιδικών του χρόνων, τη Σώσα, ένα παράξενο και
ιδιαίτερο πλάσμα με εύθραστη υγεία, γεμάτο καλοσύνη και αθωότητα. «Ήταν το μυστικό της αγάπης ή η δύναμη της
παλινδρόμησης;» που τον κράτησαν κοντά της ενώ θα μπορούσε εύκολα να
αποκτήσει διαβατήριο και να διαφύγει στην Αμερική;
«Ήμουν
έτοιμος να απορρίψω μια παθιασμένη και ταλαντούχα γυναίκα που μπορούσε να με
πάρει μαζί της στην Αμερική της αφθονίας, καταδικάζοντας τον εαυτό μου στη
φτώχεια και στον θάνατο από μια σφαίρα των ναζί... θα μπορούσε η αιτία να είναι
η υπερβολική αγάπη για τη Σώσα;» διερωτάται
ο Άαρον, θέτοντας πολλά ερωτήματα στον εαυτό του αλλά και στον αναγνώστη. Τι
είναι αυτό που ξεχωρίζει στη Σώσα και απαρνιέται την πορεία που σχεδίασε,
επανασυνδέεται μαζί της και φτάνει μέχρι και στη σύναψη γάμου; Τι είναι αυτό
που τον κάνει να παραβλέπει ακόμη και τον κίνδυνο του θανάτου;
Το κυρίαρχο θεματικό μοτίβο του έρωτα συνυπάρχει με την
αίσθηση ανασφάλειας που κυκλώνει την εβραϊκή μειονότητα της Βαρσοβίας: «Οι
Πολωνοί μας βλέπουν ως εσωτερικό εχθρό του έθνους τους, ως ξένο και κακόηθες
σώμα. Δεν έχουν το θάρρος να μας αποτελειώσουν οι ίδιοι, αλλά δεν θα
στενοχωρηθούν καθόλου αν το κάνει ο Χίτλερ», ενώ το πολυεπίπεδο κείμενο εμπλουτίζεται
με διάσπαρτες φιλοσοφικές προεκτάσεις («Δεν
ήρθαμε σ’ αυτόν τον κόσμο για να υποκύπτουμε στα πάθη μας»), πολιτικές
τοποθετήσεις («Έχουμε πιαστεί στη φάκα
μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν. Όποιος και να εισβάλλει στη χώρα, θα φέρει την
καταστροφή»), ενδιαφέροντα κοινωνικά σχόλια («Όταν αισθάνονται ότι κάποιος έχει ταλέντο, οι άνθρωποι γίνονται
λύκοι»), ηθικά διλήμματα («Τι νόημα είχε να φύγεις, όταν τρία
εκατομμύρια Εβραίοι θα έμεναν πίσω;»)
και
έντονη νοσταλγία για την παιδική ηλικία («Αρχίζουμε
να πεθαίνουμε από τη στιγμή που αρχίζουμε να ωριμάζουμε»).
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη, σε μετάφραση Μιχάλη Πάγκαλου από την αγγλική γλώσσα, ενώ διανθίζεται με πλούσιο υλικό: γλωσσάρι, σημειώσεις, επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη και του μεταφραστή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου