Ο Γιάννης
Γιαγουρτάς, γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη το Νοέμβριο του 1981. Είναι ο
δευτερότοκος γιος αστικής οικογένειας και εγγονός του διατελέσαντος επί σειρά
ετών δημάρχου της Αλεξανδρούπολης, Ιωάννη Μπέτσιου. Ξεκίνησε τις μουσικές του
σπουδές στο Δημοτικό Ωδείο Αλεξανδρουπόλεως, στην τάξη του κιθαρίστα και
συνθέτη Δ. Σβυντρίδη. Συνέχισε τις σπουδές του στην κιθάρα στο Δημοτικό Ωδείο
Θεσσαλονίκης, με καθηγητή τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο. Ολοκλήρωσε τις μουσικές
του σπουδές στην Ελλάδα, παίρνοντας το δίπλωμά του από το Ωδείο Αthenaeum δίπλα
στον ίδιο καθηγητή, με την ανώτερη τιμητική διάκριση (Άριστα παμψηφεί, Α΄ Βραβείο
και Χρυσό Μετάλλιο).
Παράλληλα
με τις μουσικές του σπουδές πήρε και το πτυχίο του τμήματος Λογιστικής και
Χρηματοοικονομικής, από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Ο Γιάννης
Γιαγουρτάς, συνέχισε τις σπουδές του στη μουσική με το διάσημο Ιταλό καθηγητή
Oscar Ghiglia για τρία χρόνια. Το 2008 έγινε δεκτός να παρακολουθήσει μαθήματα
στην τάξη του μεγάλου Ιταλού δασκάλου στην Academia Chigiana της Σιένας στην
Ιταλία. Το 2009 συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές (Master of Music in
Performance) στην τάξη του Dr. John Feeley, στο DIT College of Music and Drama
στο Δουβλίνο, όπου και τις ολοκλήρωσε με ύψιστη διάκριση (First Class Honors).
Ο Γιάννης
έχει λάβει ενεργά μέρος σε Master-Classes σπουδαίων καλλιτεχνών όπως Roland
Dyens, David Russell, Vladimir Mikulka, Gary Ryan, Carlo Marchione, Nikita
Koshkin, Ricardo Gallen, Andrew York και Sir Richard Rodney Bennett. Επίσης
έχει παρακολουθήσει εκτεταμένα σεμινάρια ερμηνείας παλαιάς μουσικής με τον
Παναγιώτη Αδάμ και τον Δημήτρη Ιωάννου.
Έχει δώσει
ρεσιτάλ σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, Ιταλίας, Σερβίας, Ιρλανδίας και
Ολλανδίας, σε γνωστά Φεστιβάλ και αίθουσες συναυλιών όπως 17ο Πανελλήνιο
Φεστιβάλ Πάτρας, 9ο International Festival Santa fiora i Musica, Aίθουσα La
Divina Ωδείου Athenaeum, Νakas Conservatory, Martello Guitar Session, St. Anne’s
Church, Royal Conservatory of the Hague ( Kees van Baarenzal), Liberal
Arts-Townley Hall House, DIT College of Music and Drama κ.ά.
Έχει
εμφανιστεί επίσης ως σολίστ με την ορχήστρα του Δημοτικού Ωδείου της
Θεσσαλονίκης στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ, ερμηνεύοντας το κοντσέρτο του A.
Vivaldi σε Ρε μείζονα διασκευή για κιθάρα και ορχήστρα. Το 2002 πήρε το Α΄
βραβείο στον πρώτο διαγωνισμό για νέους Έλληνες κιθαρίστες στη Βέροια,
αφιερωμένο στον κιθαριστή Δ. Φάμπα.
Το 2008 ο
Γιάννης Γιαγουρτάς προσεκλήθη να ηχογραφήσει για την Ελληνική τηλεόραση, πάνω
σ’ ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή και το έργο του κατασκευαστή Παύλου Γύπα, ενώ το
2011 ηχογράφησε ζωντανά για την
Ολλανδική τηλεόραση (Bravanl).
Ακόμα έχει
δουλέψει στενά μ’ έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες, το συνθέτη Νίκο
Μαμαγκάκη. Επιπλέον έχει συγγράψει τη μοναδική διατριβή για τη ζωή και το
κιθαριστικό έργο του συνθέτη Θ. Αντωνίου.
Το 2010, ο
Γιάννης πήρε το Α’ Βραβείο σε Διεθνή διαγωνισμό δεξιοτεχνίας στο Δουβλίνο,
ανάμεσα σε όλα τα μουσικά όργανα, ενώ υπήρξε φιναλίστ στον Διεθνή διαγωνισμό
κιθάρας στο Βερολίνο (2010) και στον 2ο Παγκόσμιο Διαγωνισμό Κιθάρας στο Novi
Sad της Σερβίας (2011).
Έχει
συνεργαστεί με τη διευθύντρια του Δημοτικού Ωδείου Αλεξανδρούπολης, Μερόπη
Κολλάρου, ερμηνεύοντας από κοινού έργα των M. C. Tedesco, N. Paganini και L.
Boccherini για τον εορτασμό των 25 χρόνων της ίδρυσης του Συλλόγου των
Αλεξανδρουπολιτών στην Αθήνα, ενώ έχει πραγματοποιήσει την πρεμιέρα της
ηχογράφησης του έργου του Κώστα Γρηγορέα, «Το Ταξίδι» με την Σέρβα κιθαρίστρια
Sabrina Vlaskalic.
Ζει και
εργάζεται στη Χάγη της Ολλανδίας, πραγματοποιώντας το δεύτερο μεταπτυχιακό του
στο Royal Conservatory, στην τάξη του Pr. Zoran Dukic, όπου έγινε δεκτός με τη
μεγαλύτερη βαθμολογία της κριτικής επιτροπής.
Χορηγός του
Γιάννη Γιαγουρτά, είναι η Γαλλική εταιρεία Savarez.
Ο Γιάννης Γιαγουρτάς, γεννημένος το 1981 στην Αλεξανδρούπολη, είναι
ένας ταλαντούχος και διακεκριμένος κιθαριστής που ζει και εργάζεται στη
Χάγη της Ολλανδίας, πραγματοποιώντας το δεύτερο μεταπτυχιακό του στο
Royal Conservatory, στην τάξη του Pr. Zoran Dukic, όπου έγινε δεκτός με
τη μεγαλύτερη βαθμολογία της κριτικής επιτροπής.
Μαθήτευσε δίπλα σε
σπουδαίους δασκάλους και έχοντας στις αποσκευές του πολλές διακρίσεις
και αξιόλογες συνεργασίες, εντός και εκτός Ελλάδας, συνεχίζει να
προβάλλει τον ελληνικό πολιτισμό μέσα από τη μουσική, σε μια εξαιρετικά
δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας.
Θ.Β.: Αγαπητέ Γιάννη Γιαγουρτά, πώς αρχίζει η σχέση σας με τη μουσική γενικότερα και την κιθάρα ειδικότερα;
Γ.Γ.:
Καλησπέρα κύριε Βαφειάδη. Γεννήθηκα στην Αλεξανδρούπολη, πόλη που είχε
σχέση από τις αρχές του 20ου αιώνα με τη δυτική μουσική και το δυτικό
πολιτισμό, αποτέλεσμα της συνύπαρξης των ντόπιων κατοίκων της περιοχής
με πολλούς Γάλλους, Ιταλούς, Ρώσους, οι οποίοι ζούσαν εκεί πολύ πριν τον
Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η προσωπική μου σχέση βέβαια με τη μουσική
ξεκίνησε στα οχτώ μου χρόνια, όταν η μητέρα μου θέλησε να με γράψει στο
Δημοτικό Ωδείο της πόλης για να μάθω κάποιο μουσικό όργανο και ν'
αποκτήσω μουσική παιδεία. Η ίδια δεν είχε κάποια σχέση με τη μουσική, αν
και όπως μου εξομολογήθηκε πολύ αργότερα, έκανε και η ίδια μαθήματα
πιάνου όταν ήταν παιδί. Συμβουλεύτηκε τότε την παιδική της φίλη (Ουρανία
Καραμάνου), καθηγήτρια πιάνου στο Δημοτικό Ωδείο της Αλεξανδρούπολης,
για το τί όργανο θα έπρεπε να μάθω. Το δίλημμα στην αρχή ήταν κιθάρα ή
βιολί. Από το φόβο όμως μήπως κουραστώ στην προσπάθεια μου να βγάλω ήχο
με το δοξάρι του βιολιού και τα παρατήσω, αποφασίσανε να μάθω κιθάρα και
μ’ έγραψαν στην τάξη του κιθαριστή και συνθέτη Δ. Σβυντρίδη. Κάπως έτσι
ξεκίνησε η ενασχόλησή μου με τη μουσική και την κιθάρα, χωρίς βέβαια
κανείς να μπορεί να προβλέψει τί εξέλιξη θα μπορούσε να έχει η
ενασχόλησή μου μ’ αυτή.
Θ.Β.: Ποια είναι τα πρώτα ερεθίσματα; Τί μουσικές ακούγατε στο σπίτι;
Γ.Γ.:
Στο σπίτι μου υπήρχαν κάποιοι δίσκοι κλασικής μουσικής, με φημισμένα
έργα μεγάλων συνθετών όπως A. Vivaldi, L.V. Beethoven, W.A.Mozart, αλλά η
πραγματική μου αποκάλυψη σημειώθηκε όταν ένας στενός μας οικογενειακός
φίλος ο οποίος ζει στο Connecticut των H.Π.Α, λάτρης της τέχνης της
κιθάρας και του A. Segovia, ήρθε στο σπίτι μας στην Αλεξανδρούπολη και
μου έπαιξε κάτι στην κιθάρα. Θυμάμαι είχε παίξει το Asturias του Ι.
Albeniz και όπως καταλαβαίνετε είχα μείνει με ανοιχτό το στόμα! Μετά από
πολλά χρόνια τον συνάντησα στη Νέα Υόρκη και όταν του έπαιξα κάτι μου
είπε με τη σειρά του "κάποτε με έβλεπες εσύ με ανοιχτό το στόμα, τώρα σε
βλέπω εγώ..."(γέλια). Ο ίδιος άνθρωπος ήταν αυτός που μου έφερε και τις
πρώτες μου κασέτες κλασικής κιθάρας. Θυμάμαι δύο κασέτες, που για μένα
ήταν κάτι σαν Ευαγγέλιο, η μια ήταν του John Williams που έπαιζε
Ισπανική μουσική και η άλλη του Αndres Segovia που έπαιζε έργα εποχής
Μπαρόκ. Το αγαπημένο μου κομμάτι, το οποίο μου είχε κάνει πραγματική
μεγάλη εντύπωση εκείνη την εποχή και με σημάδεψε για πολλά χρόνια, ήταν
το Πρελούδιο σε Ρε μινόρε (BWV 999) για λαούτο του J. S. Bach
(διασκευασμένο για κιθάρα και ερμηνευμένο από τον ίδιο τον Segovia).
Από
πολύ μικρός βέβαια άκουγα τα πάντα, όλους τους ήχους και όλα τα είδη
της μουσικής, αλλά ό,τι προανέφερα ήταν αυτά που μου έδωσαν τα πρώτα μου
ερεθίσματα.
Θ.Β.: Να κάνουμε μια αναδρομή στις σημαντικές σπουδές και διακρίσεις;
Γ.Γ.:
Αισθάνομαι ότι υπήρξα πολύ τυχερός στη ζωή μου καθώς από την αρχή της
μουσικής μου εκπαίδευσης, βρέθηκα σ’ ένα από τα σημαντικότερα Ωδεία της
χώρας (το Δημοτικό Ωδείο Αλεξανδρούπολης), υπό τη διεύθυνση της
πιανίστριας Μ. Κολλάρου, η οποία είχε τοποθετήσει τον πήχη πραγματικά
ψηλά όχι μόνο στην εκμάθηση των μουσικών οργάνων, αλλά φυσικά και στις
θεωρητικές σπουδές της μουσικής. Συνέχισα αργότερα τις σπουδές μου στο
Δημοτικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, με καθηγητή τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο και
τις ολοκλήρωσα στην Αθήνα το 2005 στο Ωδείο Athenaeum με τον ίδιο
καθηγητή, παίρνοντας το Δίπλωμά μου με την ανώτερη τιμητική διάκριση
(Άριστα Παμψηφεί, Α’ Βραβείο και Χρυσό Μετάλλιο), διάκριση που με
βοήθησε να δώσω και την πρώτη μου συναυλία, ως επαγγελματίας πλέον, την
επόμενη χρονιά στο Ωδείο Αthenaeum. Συνέχισα με τον Ιταλό δάσκαλο Oscar
Ghiglia για τρία χρόνια, τόσο με ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι του στο
Παγκράτι όσο και με υποτροφία στην τάξη του στη θερινή Ακαδημία Chigiana
της Σιένας στην Ιταλία. Η μαθητεία μου δίπλα στον Ghiglia, ήταν
εξαιρετική καθώς ο ίδιος κατάφερε ν' απελευθερώσει από μέσα μου όλα τα
συναισθήματα και τις δυνατότητες που θα μπορούσα να έχω ως καλλιτέχνης.
Μετά την ολοκλήρωση των στρατιωτικών μου υποχρεώσεων, έφυγα στο
εξωτερικό και πήγα στο Δουβλίνο για να κάνω ένα μεταπτυχιακό στο
performance στο DIT College of Music and Drama με καθηγητή τον John
Feeley. Mία εμπειρία σημαντική, καθώς ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα σ’
ένα οργανωμένο κράτος με οργανωμένη μουσική εκπαίδευση, με
υποδειγματικές συμπεριφορές, τόσο από καθηγητές όσο και από συναδέλφους.
Κατάφερα μάλιστα να τελειώσω το συγκεκριμένο τμήμα παίρνοντας το
μεταπτυχιακό μου με τη μεγαλύτερη βαθμολογία (First Class Honors) και με
εξαιρετικές κριτικές απ’ όλα τα μέλη της κριτικής επιτροπής καθώς και
από τον πρόεδρο της σχολής. Στη συνέχεια βρέθηκα στη Χάγη της Ολλανδίας,
όπου ζω έως και σήμερα, για να κάνω άλλο ένα Master στο Performance στο
Royal Conservatory με καθηγητή ίσως έναν από τους μεγαλύτερους
κιθαριστές αυτή τη στιγμή στον κόσμο, τον Zoran Dukic.
(Παράλληλα
βέβαια με τις μουσικές μου σπουδές, είμαι και απόφοιτος του τμήματος της
Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, επιλογή
που είχε βασιστεί κυρίως στην έλλειψη οργανωμένης Μουσικής Ακαδημίας
στην Ελλάδα).
Η πρώτη μου σημαντική διάκριση, ήρθε το 2002, όταν
πήρα το Α' βραβείο στο 1ο Φεστιβάλ κιθάρας στη Βέροια σε διαγωνισμό για
κιθαριστές κάτω των 21 ετών. Στη συνέχεια ήρθαν και οι διακρίσεις στις
σπουδές μου καθώς και το Ά βραβείο σε διεθνή διαγωνισμό δεξιοτεχνίας
ανάμεσα σε όλα τα όργανα στο Δουβλίνο το 2010. Το 2011 υπήρξα και
φιναλίστ στο Διεθνή Διαγωνισμό Κλασικής Κιθάρας στο Βερολίνο και στο 2ο
Παγκόσμιο Διαγωνισμό στο Νovi Sad της Σερβίας. Σημαντική διάκριση όμως
υπήρξε για μένα και η πρόταση που μου έγινε από το Gitaarsalon του
Enkhuizen της Ολλανδίας, να ηχογραφήσω ζωντανά μια συναυλία μου για τον
Ολλανδικό τηλεοπτικό σταθμό κλασικής μουσικής Bravanl. Πρόσκληση
ιδιαίτερα σημαντική καθώς βρέθηκα να παίζω ανάμεσα σε κορυφαίους σολίστ
απ' όλον τον κόσμο.
Θ.Β.: Ποιους δασκάλους, αλλά και ποιες στιγμές ξεχωρίζετε μέσα στο χρόνο;
Γ.Γ.:
Αυτόν που πάντα θα ξεχωρίζω μέσα μου, είναι ο Ευάγγελος Ασημακόπουλος,
τον οποίον θεωρώ ως τον πρώτο μεγάλο μου δάσκαλο. Πιθανόν αν δεν υπήρχε,
να μην είχα ασχοληθεί και ποτέ επαγγελματικά με τη μουσική. Βέβαια,
ό,τι έχω κάνει, το οφείλω και σε μεγάλο βαθμό στους γονείς μου καθώς
χωρίς τη βοήθεια και τη συμπαράστασή τους, δύσκολα θα τα είχα καταφέρει.
Σημαντική θέση έχει όμως και η θεία μου, η αδερφή της μητέρας μου,
καθώς καθ' όλην τη διάρκεια τόσο των σπουδών μου όσο και της
σταδιοδρομίας μου, υπήρξε πολύ μεγάλο στήριγμα.
Υπάρχουν διάφορες
στιγμές που μου έρχονται στο μυαλό μου, άλλες καλές και άλλες λιγότερο
ευχάριστες. Μια όμως από τις πολύ όμορφες, ήταν και η συναυλία-τελετή
απονομής του Χρυσού Μεταλλίου στο Ωδείο Athenaeum το 2006, σε μια άκρως
εορταστική και συγκινητική βραδιά, σε μια κατάμεστη αίθουσα από φίλους,
συγγενείς και φίλους της κιθάρας. Με ιδιαίτερη συγκίνηση θα θυμάμαι από
εκείνη τη βραδιά, τα θερμά λόγια του δασκάλου μου Ε. Ασημακόπουλου, για
το πρόσωπό μου. Φυσικά όμως θα ξεχώριζα και τις υπόλοιπες βραβεύσεις
μου, όπως και την πρόσφατη επιτυχία μου να ηχογραφήσω για την Ολλανδική
τηλεόραση.
Θ.Β.: Είστε ικανοποιημένος από το επίπεδο μουσικής εκπαίδευσης
στην Ελλάδα; Θα ήθελα να κάνετε συγκρίσεις με το εξωτερικό μιας και
έχετε σπουδάσει -και συνεχίζετε- εντός και εκτός Ελλάδας…
Γ.Γ.:
Κοιτάξτε, εγώ υπήρξα τυχερός καθώς φοίτησα δίπλα σε μεγάλους δασκάλους.
Αλλά σίγουρα, το να υπάρχει μια πιο οργανωμένη μουσική εκπαίδευση π.χ.
μια Μουσική Ακαδημία με μεταπτυχιακά, καλλιτεχνικά διπλώματα και
διδακτορικά στο performance όπως υπάρχει και εκτός Ελλάδος, θα βοηθούσε
το μαθητή, θα του έδινε κατεύθυνση και θα του προσέφερε σφαιρική μουσική
γνώση. Ας ελπίσουμε ότι με το άνοιγμα των αγορών και με τη Συνθήκη της
Μπολόνια, θα επιταχυνθεί η δημιουργία αυτού του θεσμού, είτε από Δημόσιο
είτε από Ιδιωτικό φορέα.
Θ.Β.: Από τις μέχρι τώρα συνεργασίες σας με μουσικούς και συνθέτες, ποιες θεωρείτε σταθμούς;
Γ.Γ.:
Σίγουρα η συνεργασία μου με το Νίκο Μαμαγκάκη ήταν αυτή που μου άνοιξε
νέους μουσικούς ορίζοντες και με έβαλε σε έντονους επαγγελματικούς
ρυθμούς, αλλά και η επαγγελματική μου συνεργασία τα τελευταία χρόνια με
την Σέρβα κιθαρίστρια Sabrina Vlaskalic, υπήρξε ένας σημαντικός σταθμός
για μένα. Κάναμε μάλιστα και την πρεμιέρα της ηχογράφησης από "Το
ταξίδι", ενός από τα πέντε Soundtracks του συνθέτη και κιθαριστή, Κώστα
Γρηγορέα.
Θ.Β.: Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας κιθαρίστες και
μουσικοσυνθέτες; Ποιους θαυμάζετε; Ποιους θεωρείτε δασκάλους και
μουσικούς σας πατέρες;
Γ.Γ.: Ίσως αγαπημένος μου κιθαριστής να
είναι ο Julian Bream. Από συνθέτες που έχουν γράψει για κιθάρα, μου
αρέσει ιδιαίτερα ο Μ.Μ. Ponce, ο J. Rodrigo, ο Γ. Κουμεντάκης, ο Ν.
Μαμαγκάκης. Από εκεί και πέρα, βέβαια είμαι μεγάλος fan της Sofia
Gubaidulina (η οποία έχει γράψει δυστυχώς ελάχιστα για κλασική κιθάρα).
Από μουσικούς πατέρες μη με ρωτάτε, είμαι Σεγκοβιακός... (γέλια)
Θ.Β.: Έχετε συνθέσει δικά σας κομμάτια; Είναι στα άμεσα σχέδιά σας η κυκλοφορία κάποιου δίσκου;
Γ.Γ.:
Έχω γράψει ένα μικρό κομμάτι για κιθάρα, το Dublin, αλλά δυστυχώς δεν
ασχολούμαι σοβαρά με τη σύνθεση. Ίσως στο μέλλον ν' ασχοληθώ αλλά προς
το παρόν οι υποχρεώσεις μου δε μου το επιτρέπουν. Ετοιμάζω και τον πρώτο
μου δίσκο που ευελπιστώ να είναι έτοιμος μέσα στους επόμενους μήνες, με
έργα Ελλήνων Συνθετών. Ανάμεσα στ’ άλλα, θα περιλαμβάνει και την
πρεμιέρα του 2ου Κοντσέρτου για κιθάρα και κουαρτέτο εγχόρδων, του Θ.
Αντωνίου, έργο γραμμένο ειδικά για μένα.
Θ.Β.: Τί σημαίνει μουσική για εσάς; Επηρεάζει καθοριστικά την ψυχή του ανθρώπου;
Γ.Γ.:
Η μουσική για μένα είναι ήχος, είναι γνώση, είναι συναίσθημα. Ασφαλώς
και η επίδρασή της, είναι καθοριστική τόσο για την ψυχή όσο βέβαια και
για το μυαλό ενός ανθρώπου.
Θ.Β.: Τί θαυμάζετε σ’ έναν καλλιτέχνη και τί είναι αυτό που σας ενοχλεί περισσότερο;
Γ.Γ.:
Σ' έναν καλλιτέχνη θαυμάζω περισσότερο τη δουλειά του, αυτό μ'
ενδιαφέρει, αυτό κρίνω. Από την άλλη βέβαια, μ' ενοχλεί η αλαζονεία. Δεν
μπορώ να την αποδεχτώ, δημιουργώ προβλήματα... (γέλια)
Θ.Β.: Ποια είναι τα άμεσα επαγγελματικά – καλλιτεχνικά σχέδιά σας;
Γ.Γ.:
Τους επόμενους δυο μήνες έχω διάφορα ρεσιτάλ εδώ στην Ολλανδία και στην
Κύπρο. Παράλληλα βέβαια δουλεύω και σε δύο ενδιαφέροντα προγράμματα με
το Βούλγαρο συνθέτη Peter Kerkelov, σε πέντε τραγούδια του για κιθάρα
και φωνή, με την Oλλανδέζα mezzo-soprano Veronique van der Meijden και
σε μια συνεργασία με την Ιταλίδα χορεύτρια Gia van den Akker, πάνω σε
δύο πρελούδια του Villa Lobos για το 9ο Διεθνές Forum Ευρυθμίας, στο
Witten της Γερμανίας στις 19 Μαίου. Αυτήν την περίοδο επίσης ετοιμάζουμε
και μια ταινία μικρού μήκους - self pοrtrait με τον ταλαντούχου
σκηνοθέτη Χάρη Ντώνια, και κείμενα της βραβευμένης συγγραφέως, Μαρίας
Μυλωνάκη, με θέμα τη μουσική μου σταδιοδρομία.
Θ.Β.: Ζείτε και
σπουδάζετε στη Χάγη της Ολλανδίας. Σκέφτεστε λόγω και της οικονομικής
κατάστασης που επικρατεί στη χώρα μας, να εργαστείτε και να μείνετε
μόνιμα στο εξωτερικό;
Γ.Γ.: Αυτό δεν το γνωρίζω. Αυτό όμως που γνωρίζω πολύ καλά, είναι ότι θέλω να ζήσω με αξιοπρέπεια.
Θ.Β.: Πώς νιώθετε για όλα αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μας;
Γ.Γ.: Είμαι βαθειά πληγωμένος και θυμωμένος.
Θ.Β.: Ποιο είναι το μεγάλο σας όνειρο κύριε Γιαγουρτά;
Γ.Γ.: Να είμαι ελεύθερος.
Για τον Γιάννη Γιαγουρτά, έχουν πει:
«Πέρα
από τα σπουδαία τεχνικά και ερμηνευτικά προσόντα που διαθέτει, τα οποία
τα έχει κατακτήσει με εξαιρετική δουλειά και αυταπάρνηση, ο Γιάννης
Γιαγουρτάς έχει ήθος. Ήθος που συνοδεύει όλους τους μεγάλους
καλλιτέχνες. Είμαι σίγουρος ότι μια μέρα θα κάνει μια λαμπρή
σταδιοδρομία στη μουσική».
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
«Ένας ευαίσθητος και θαυμάσιος ερμηνευτής».
Sir Richard Rodney Bennett
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου