Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

Συνέντευξη με τον Γιώργο Φραντζολά


Ο Γιώργος Φραντζολάς γεννήθηκε στις  24 Δεκεμβρίου του 1963 στη Δράμα. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Αποφοίτησε από το τμήμα Μεσαιωνικών και Νεοελληνικών Σπουδών το 1985. Από το 1988 εργάζεται ως καθηγητής φιλολογίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στο 3ο Λύκειο Ξάνθης. Είναι παντρεμένος με τη Βάσω Κοτσμανίδου και έχουν τρία παιδιά. Την Άννα, τον Κωνσταντίνο και τη Δήμητρα.  
Πεζογραφήματα, ποιήματα, δοκίμια και φιλολογικές εργασίες του Γιώργου Φραντζολά έχουν κυκλοφορήσει σε διάφορα περιοδικά λόγου και τέχνης (ΙΝΔΙΚΤΟΣ, ΝΕΑ ΕΥΘΥΝΗ, ΦΡΕΑΡ, ΔΙΟΔΟΣ, κ.ά.), ενώ το 2010 κυκλοφορεί το βιβλίο "Το καμίνι που δροσίζει" το οποίο περιέχει μελέτες και δοκίμια για τη μουσική της γλώσσας, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη.

Παράλληλα με όλα τα παραπάνω, ασχολήθηκε και με τη σύνθεση τραγουδιών (μουσική και στίχους), τροφοδοτώντας την ελληνική δισκογραφία με 50 περίπου τραγούδια σε διάστημα 25 ετών (1991-2016). Υπάρχουν μερικά τα οποία έχουν αναρτηθεί μόνο στο διαδίκτυο («Δρόμους γυρεύει η αγάπη», «Η φωνή του ξένου», «Και τι μ’ αυτό;») και αρκετά ακόμα τραγούδια, που δεν έχουν κυκλοφορήσει ακόμα ούτε στη δισκογραφία ούτε στο διαδίκτυο, τα οποία παρουσιάζει σε διάφορες μουσικές και ποιητικές βραδιές και εκδηλώσεις. Ελπίζουμε όλα ή μέρος αυτών να κυκλοφορήσουν σύντομα!


Κύριε Φραντζολά, πότε και πώς ξεκινά η σχέση σας με τη μουσική και τη δημιουργία τραγουδιών;

Στο πατρικό μου σπίτι τραγουδούσαμε, αδέρφια, ξαδέρφια, γονείς, θείοι, παππούδες, γιαγιάδες, ψάλαμε στις γιορτές, στις αργίες ξυπνούσαμε με μουσική των Βιβάλντι, Κορέλλι, Χαίντελ, Μπαχ, Μότσαρτ. Αγαπούσαμε τα παραδοσιακά δημοτικά τραγούδια,  τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, εκείνα με τη χορωδία Τρικάλων, και στα χρόνια της εφηβείας πήρα μια φυσαρμόνικα και γύρισα από την κατασκήνωση στο σπίτι τραγουδώντας την «άνοιξη» του Βιβάλντι. Λίγο καιρό μετά οι γονείς μού χάρισαν μια κιθάρα. Τον καιρό που μάθαινα πρακτικά τα βασικά ακκόρντα, κάποια στιγμή ζουζούνισε μέσα μου μια μελωδία, ένα ματζορομίνορο, και το ταίριαξα πάνω σ’ ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά. Αυτή η πρώτη μελωδία που γεννήθηκε μέσα μου ξάφνιασε και μένα τον ίδιο, αλλά και τους γονείς μου. Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία. Σαν να κοιμήθηκε εντός μου αυτή η έκπληξη και ξύπνησε πάλι στα φοιτητικά μου χρόνια. Είχα ήδη αρχίσει να σπουδάζω τη βυζαντινή μουσική κοντά στους μεγάλους τότε δασκάλους της Θεσσαλονίκης. Περπατώντας, τότε περπατούσαμε όλη την πόλη, σφύριζα και μου έρχονταν πάνω στον βηματισμό μελωδίες που δεν τις είχα ξανακούσει. Έκανα λίγα μαθήματα κιθάρας κλασικής, αλλά πιο πολύ παίζαμε  μαζί με έναν καλό μου φίλο, τον Βαγγέλη Βαϊγγούση, και δείχναμε ο ένας στον άλλον τις καινούργιες μας συνθέσεις και στίχους. Υπήρχε μια άμιλλα αναμεταξύ μας. Ο Βαγγέλης έγραφε τότε πολύ ωραία τραγούδια, αλλά μετά σταμάτησε. Απ’ όσο θυμάμαι, τον είχαν αναζητήσει και για την εκπομπή «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» του Διονύση Σαββόπουλου, αλλά δεν πήγε. Ο Βαγγέλης ήταν επίσης πολύ καλός κιθαρίστας κι έτσι εγώ μάθαινα πρακτικά παίζοντας μαζί του, πάντα όμως υστερούσα ως εκτελεστής. Το 1984 σε μια στιγμή απρόσμενη, ένα απογευματάκι, έγραψα πάνω σε μια παρόρμηση πρωτόγνωρη για μένα το «έρχεται το βράδυ» ή «έρχεται η αγάπη» και τότε συνειδητοποίησα για πρώτη φορά ότι μπορώ να γράφω τραγούδια. Ήταν το πρώτο ολοκληρωμένο μου τραγούδι. Αυτή η εμπειρία κράτησε λίγα λεπτά. Ίσως αυτού του είδους η εμπειρία σε καλεί να την ξαναζήσεις και έτσι άρχισα να γράφω τραγούδια.

22 χρόνια από το «Νύχτα από σεντέφι». Πώς βλέπετε την πορεία που έχει διανύσει ο πρώτος σας δίσκος και τί θυμάστε περισσότερο από εκείνη την εποχή;

Καλή ήταν η πορεία του. Είχε αποδοχή. Μου έδωσε τη δυνατότητα να κάνω και τον επόμενο δίσκο. Άγγιξε πολλές καρδιές. Και έκανα καινούργιους φίλους στην Ξάνθη. Με ρώτησες και τι θυμάμαι από εκείνη την εποχή. Θυμάμαι ένα νέο άνθρωπο γεμάτο όνειρα, φιλοδοξίες, αμφιβολίες και όλα όσα συνοδεύουν έναν οδοιπόρο, έναν αναζητητή στο χώρο της τέχνης και της ζωής. Τώρα πια βλέπω από απόσταση τον ενθουσιασμό του, τη δίψα καταξίωσης, τη χαρά της αποδοχής, την τρέλα και την ένταση της δημιουργίας. Νομίζω ότι αυτά που έμειναν στο νου και στην καρδιά μου λέγονται Θανάσης Γκαϊφύλλιας, Λία Τζιαμπάζη, Μαρία Φωτίου, Κυριάκος Γκουβέντας, Θόδωρος Μανώλης, Λίνα Νικολακοπούλου, Δημήτρης Τσιτσής, Χρήστος Συκιώτης, Κώστας Βόμβολος και οι υπόλοιποι συνεργάτες του δίσκου, και τέλος, οι φίλοι μου από το ΠΑΚΕΘΡΑ που είναι και οι μέντορές μου μέχρι σήμερα.


Η πολύχρονη και στενή συνεργασία με την Καίτη Κουλλιά πώς προέκυψε; Τί είναι αυτό που έχετε ξεχωρίσει στη συγκεκριμένη τραγουδίστρια; Πώς αποτιμάτε τη συνεργασία σας όλα αυτά τα χρόνια;

Υπάρχουν μερικές συναντήσεις που είναι ένα ιδιαίτερο δώρο στον άνθρωπο. Ας πούμε ότι η συνάντησή μου με την Καίτη ήταν ένα τέτοιο δώρο. Η φωνή της Καίτης ήταν η ιδανική για να ερμηνεύσει τους στίχους στο «Εδώ ξυπνούν τα όνειρα». Έχει διαύγεια, φωτεινότητα, ευγένεια και στοργικότητα. Είναι φωνή ποιητική. Σχεδόν δεν έχει ηλικία. Βοηθάει να χάνουμε την αίσθηση του χρόνου και το βάρος του. Νομίζω ότι η προσωπικότητά της και ο τρόπος που καλλιεργεί χρόνια τώρα τον εαυτό της ταιριάζουν με το δικό μου και κυρίως σε πτυχές της ζωής μας πιο σημαντικούς κι απ’ τη μουσική. Γι’ αυτό και αντέχει ως τώρα η μουσική μας συνεργασία. Επ’ ευκαιρία, αφού μιλάμε για κείνη την εποχή, θέλω να πω πόσο πολύ μας βοήθησε η κυρία Δήμητρα Γαλάνη. Της είμαι ευγνώμων για πάντα.

Στα τραγούδια σας κυριαρχούν τα κύματα, οι θάλασσες, τα καράβια… Από πού αντλείτε έμπνευση όταν γράφετε;

«Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν», «η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος»… μου αρέσει ο λυρισμός, η περιγραφή ψυχικών καταστάσεων με αναλογίες και εικόνες από τη φύση. Μ’ αρέσει να ζωγραφίζω με τις λέξεις. Παλιότερα ο λυρισμός με ενδιέφερε στη μυθική, μυθοπλαστική διάστασή του. Όπως και η λυρική τοπιογραφία, αν επιτρέπεται να το πω έτσι. Για παράδειγμα, αυτά που σου λέω αφορούν κυρίως το «Εδώ ξυπνούν τα όνειρα». Στη συνέχεια ο λυρισμός μου είναι πιο ρεαλιστικός, δραματικός, τραχύς. Έχω γράψει τραγούδια που αφουγκράζονται τη βουή της κοινωνίας, της πολιτικής και όλα όσα συμβαίνουν παγκοσμίως, αλλά μόνο λίγα από αυτά έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα. Και η έμπνευση συνδέεται με βιώματα, μνήμες, εντυπώσεις, αφηγήσεις, διαβάσματα, οτιδήποτε. Στην έκφραση, στη φόρμα όπως λέμε, με επηρέασε πάρα πολύ ο Διονύσιος Σολωμός. Κι ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Σπουδάζοντας στη φιλοσοφική σχολή της Θεσσαλονίκης με την καλή μου καθηγήτρια, την Ελένη Τσαντσάνογλου, τον «Κρητικό» του Σολωμού, μάθαινα χωρίς να το συνειδητοποιώ, ανεπαισθήτως, να γράφω στίχους. Εκείνα τα χρόνια βαφτίστηκα και στον Ερωτόκριτο. Αργότερα μυήθηκα στο πνεύμα των στίχων του Γιώργου Σαραντάρη. Ό,τι άλλο διάβασα, μελέτησα, αγάπησα, από ελληνικά και ξένα, έβαφε και ξέβαφε μέσα σ’ αυτά τα νάματα. Μέσα στο χώρο του λυρισμού νιώθω να κινούμαι ελεύθερα. Ιδίως ο λυρισμός εκείνος που είναι ένα «ευχαριστώ» για το δώρο της ζωής και μπορεί να παραπέμπει στο δημιουργό της.


Ποιο από τα τραγούδια σας είναι το πιο αυτοβιογραφικό και ποιο αγαπάτε περισσότερο απ’ όσα έχουν κυκλοφορήσει και γιατί;

Πότε αγαπάω το ένα, πότε το άλλο, ανάλογα με τη διάθεση και αυτά που συμβαίνουν στην καθημερινότητά μας. Τα περισσότερα τραγούδια μου, για να μην πω όλα, είναι βιωματικά και, άλλο λίγο άλλο πολύ, αυτοβιογραφικά.  Συχνά εμπεριέχουν και τα βιώματα άλλων ανθρώπων όπως καθρεφτίζονται μέσα μου. Το πιο αυτοβιογραφικό μου είναι το «Φιλί της τριανταφυλλιάς» και ο «Ωκεανός» για τη σχέση μου με τη Βάσω, τη σύζυγό μου. Είναι και πολλά άλλα: «Πέφτουν οι τίτλοι», «Δρόμους γυρεύει η αγάπη», «Το μεγάλο κύμα» και άλλα. Συνήθως σ’ αυτά υπάρχει και ένα στοιχείο αυτοσαρκαστικό. Μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη, με επηρέασε η σκέψη του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και τα πεζογραφήματα του Γιώργου Ιωάννου. Στη Θεσσαλονίκη εκείνη την εποχή, του ’70 – ’80, άνθιζε το βιωματικό στοιχείο στη λογοτεχνία και αυτό με επηρέασε.



Ποιους δημιουργούς της ελληνικής μουσικής αγαπάτε; Ποιους θεωρείτε «δασκάλους» σας στην τέχνη του τραγουδιού;

Τα πρότυπά μου στη μουσική φόρμα ήταν ο Μάνος Λοΐζος και ο Μάνος Χατζιδάκις, και στους στίχους ο Διονύσης Σαββόπουλος και ο Νίκος Γκάτσος και οι ποιητές που ανέφερα προηγουμένως. Αργότερα και πολλοί άλλοι. Επίσης θαύμαζα τα παραδοσιακά τραγούδια τόσο στο στίχο όσο και στη μουσική. Αγάπησα πολλές μουσικές. Στα νεανικά μου χρόνια, τη δεκαετία του ’70, ανακάλυψα την Φεϊρούζ, την αγιορείτικη ψαλμωδία, τα ανατολίτικα μακάμια. Αργότερα την κατωϊταλιάνικη μουσική παράδοση, την κέλτικη, τα βαλκάνια. Πολύ λίγα ξέρω από την ροκ μουσική. Κυρίως μου άρεζαν οι στίχοι των Pink Floyd, τα μπλουζ. Τα ρεμπέτικα τραγούδια πιο πολύ στη μουσική τους. Στην ποίηση μού αρέσει ο Όμηρος, οι Ψαλμοί του Δαβίδ, οι αρχαίοι λυρικοί, τα χορικά των τραγωδιών, οι βυζαντινοί υμνογράφοι, ο ευρωπαϊκός μοντερνισμός από τον Ρεμπώ και μετά. Μερικοί φίλοι μου ποιητές και συνθέτες. Αρκετοί από αυτούς είναι άγνωστοι. Και βέβαια ελάσσονες και μεγάλοι Έλληνες συνθέτες, ποιητές και στιχουργοί του αιώνα που πέρασε. Πρέπει όμως να πω ότι δεν έχω ακούσει ούτε και έχω διαβάσει πάρα πολλά πράγματα. Έχω πολλές ελλείψεις στις γνώσεις. Έχω ακούσει όμως κι έχω διαβάσει τα ίδια και τα ίδια πάρα πολλές φορές.

Πώς καταφέρνετε να συνδυάζετε την εκπαιδευτική σας ιδιότητα με τις καλλιτεχνικές σας δραστηριότητες; Σας δυσκολεύει ή συμπληρώνει δημιουργικά το ένα το άλλο;

Θεοδόση μου, όλη μέρα κολυμπάω ανάμεσα σε ποιητές, φιλοσόφους, στοχαστές, δημιουργούς, καλλιτέχνες κάθε λογής, ανάμεσα στους μαθητές, τα νέα παιδιά, το καλύτερο και το πιο βασανισμένο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Το έδαφος λοιπόν είναι γόνιμο. Και η μελωδία αναβλύζει αυτή την ατμόσφαιρα. Η ποιητική φωτοσύνθεση γίνεται μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα. Τι άλλο να πω;

«Με τον Αίσωπο εκδρομή». Τί σας οδήγησε ν’ ασχοληθείτε με τη συγγραφή ενός παιδικού μιούζικαλ και για ποιο λόγο εκδώσατε αυτή την παιδική μουσικοθεατρική παράσταση σε cd-βιβλίο;

Να ξεκινήσω απ’ την τελευταία ερώτηση. Η μορφή βιβλίο – cd είναι ένας πολύ ταιριαστός, κατάλληλος συνδυασμός για να δημοσιεύσεις ένα τέτοιο έργο, γιατί το παιδί βλέπει τις εικόνες, ακούει συνάμα τις φωνές που συμμετέχουν – στην εκδρομή με τον Αίσωπο συμμετέχουν και πολλά παιδιά – ακούει τα τραγούδια και μπαίνει στην ατμόσφαιρα. Και επειδή οι εκδόσεις "ΕΝ ΠΛΩ" έχουν εκδώσει μια σειρά από τέτοια έργα, όπως «ο Μένιος ο Παραχαϊδεμένος» της Στέλλας Μιχαηλίδου, έτσι κι εμείς αποφασίσαμε να απευθυνθούμε στους "ΕΝ ΠΛΩ".
Τώρα, για το πώς οδηγήθηκα στη συγγραφή μιας μουσικοθεατρικής παράστασης, το πράγμα έχει μεγάλη ιστορία και πολλά στάδια. Αρχές του ’90, όταν ήταν μικρά τα παιδιά μου, τούς έγραφα τραγούδια που τα τραγουδούσαμε με τα γειτονάκια. Οι μελωδίες λοιπόν ήταν δοκιμασμένες στα χείλη των παιδιών και κάποια στιγμή αποφάσισα να συνδέσω όλες αυτές τις μελωδίες μέσα σε μια ενιαία υπόθεση με γνωστούς ήρωες σε «καινούργιες» περιπέτειες. Φυσικά άλλαξα και τους στίχους. Οι ήρωες μου είναι ο Σωκράτης ο φιλόσοφος, γνωστός παγκοσμίως, αλλά σχεδόν άγνωστος στους έλληνες μαθητές… ο Αίσωπος, ο Καραγκιόζης και ο Θανάσης Βέγγος. Οι μορφές αυτές έχουν στενή σχέση μεταξύ τους και απλώς συνέβη αυτό να το προσέξω και να το αξιοποιήσω στη μυθοπλασία της εκδρομής με τον Αίσωπο. Όταν έγραψα όλο το έργο, το παρουσίασα σε φίλους και με ενθάρρυναν έμπρακτα να το εκδώσουμε. Οι πιο στενοί μου συνεργάτες στους οποίους οφείλεται η έκδοση και η ποιότητα του έργου είναι ο Βαγγέλης Κοντόπουλος, που τα ανέλαβε όλα σε επίπεδο ηχοληψίας, ενορχήστρωσης και γενικά μουσικής παραγωγής, η Ανυσία Φραγγατζή, που ανέλαβε την εικονογράφηση του βιβλίου και πολλά άλλα πρακτικά ζητήματα και ο ξανθιώτης τραγουδιστής Αντώνης Μουσαδές, που συμμετείχε ως ερμηνευτής και παραχώρησε το στούντιό του για τις ηχογραφήσεις. Μπορώ να πω ότι ήταν στ’ αλήθεια μια συλλογική προσπάθεια. Σε όσους ζητήσαμε να συμμετάσχουν ήρθαν πρόθυμοι και ορεξάτοι. Η Καίτη Κουλλιά, ο Μάκης Σεβίλογλου, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο καραγκιοζοπαίχτης Άθως Δανέλλης, οι On the road, ο βαρύτονος Γιώργος Καραγιαννίδης. Τι να σου πω; Άνθρωποι που δεν γνωριζόμασταν προσωπικά. Μαθητές, μουσικοί, φίλοι, όλοι ενεργοποιήθηκαν, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και, βέβαια, οι φίλοι πλέον των εκδόσεων "ΕΝ ΠΛΩ" που με τα πρώτα δείγματα που άκουσαν, ανταποκρίθηκαν θετικά και έτσι εκδόθηκε «η εκδρομή με τον Αίσωπο».


Η πόλη της Ξάνθης και ευρύτερα η περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, έχει αναγνωρίσει, έχει εκτιμήσει τη δουλειά σας (δε θα πω την προσφορά σας μιας και έχετε πολύ δρόμο ακόμα μπροστά σας…) ή ισχύει και στη δική σας περίπτωση η φράση «ουδείς προφήτης στον τόπο του»;

Στην Ξάνθη συναντήθηκα με ανθρώπους που εκτίμησαν τη δουλειά μου και με στήριξαν έμπρακτα και ποικιλότροπα. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό ώστε να μπορώ να συνεχίζω. Φυσικά υπάρχουν και περιπτώσεις άρνησης ή απόρριψης, αλλά αυτό είναι φυσιολογικό. Δε γίνεται να αρέσεις σε όλους ή να σε αποδέχονται όλοι. Εξάλλου, οι μουσικές και λογοτεχνικές μου επιλογές δεν έχουν και πολύ μεγάλο κοινό ώστε να περιμένω ευρεία αποδοχή. Είναι πάντως πάρα πολλοί εκείνοι που με βοηθούν στην Ξάνθη. Ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη οφείλω στα μέλη του Πολιτιστικού Αναπτυξιακού Κέντρου της Θράκης (Π.Α.ΚΕ.ΘΡΑ).

Τί είναι αυτό που σας αρέσει περισσότερο στην πόλη που ζείτε και τί είναι αυτό που σας ενοχλεί;

Πολλά είναι εκείνα που με ενοχλούν. Αλλά μπροστά σε αυτά που βιώνει η ανθρωπότητα σήμερα, δεν τολμώ να παραπονιέμαι και δεν χαλαλίζω τον χρόνο μου σε γκρίνιες. Σε τέτοιες περιπτώσεις θυμάμαι το ποίημα του Καβάφη που λέγεται «Η Πόλις». Και τότε αρχίζω να προσέχω τι με ενοχλεί στον εαυτό μου. Καλύτερα να σου πω τι μου αρέσει. Στην Ξάνθη λοιπόν, ο δημιουργικός χρόνος είναι πολύ μεγάλος, γιατί οι αποστάσεις είναι μικρές και τελειώνεις τις πρακτικές δουλειές γρήγορα. Όλα είναι δίπλα σου. Επίσης σε λίγα λεπτά της ώρας βρίσκεσαι μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Ροδόπη θέλεις; Τέμπη του Νέστου θέλεις; Θάλασσα με απέραντο ορίζοντα; Και το πιο βασικό: στην Ξάνθη γνώρισα πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Αληθινούς ανθρώπους. Και δεν εννοώ μόνο αυτούς που με βοήθησαν σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Νομίζω εξαιτίας τους έμεινα στην Ξάνθη γιατί ούτε εγώ ούτε η γυναίκα μου είμαστε από ’δω.

Ποια είναι τα άμεσα καλλιτεχνικά σας σχέδια; Τί να περιμένουμε στο μέλλον από το Γιώργο Φραντζολά;

Θα ήθελα να μπορέσω να δημοσιεύσω κάποια καλλιτεχνικά μου έργα που έχουν πια ωριμάσει και είναι έτοιμα για τρύγο. Όσο για το δεύτερο ερώτημα, πραγματικά με φέρνει σε αμηχανία. Νομίζω ότι η ζωή μάς εκπλήσσει διαρκώς. Και ο εαυτός μας μάς εκπλήσσει. Διαρκώς συμβαίνουν αναπάντεχες ψυχικές κινήσεις, ιδίως μέσα μας. Άλλες είναι γεμάτες από έμπνευση κι άλλες χωρίς πνοή ζωής. Άλλες γεμάτες από αγάπη και θαλπωρή και άλλες γεμάτες, φόβο, ανασφάλεια, μίσος. Δεν ξέρω τι θα πρέπει να περιμένετε. Αλλά είναι πολύ ωραίο στην πορεία της ζωής μας να μας συνοδεύουν ευχές. Θα ήθελα να ζω με τέτοιο τρόπο ώστε να με συνοδεύουν οι ευχές των φίλων, των γειτόνων, των συναδέλφων μου, γνωστών και άγνωστων ανθρώπων που τους άγγιξε η δουλειά μου. Οι ευχές είναι ένα ελαφρό αεράκι που μας συνοδεύει απαλά όταν ανοίγει πανιά η ψυχή μας.


Δισκογραφία Γιώργου Φραντζολά
Το 1991 συστήνεται στο κοινό ως μουσικοσυνθέτης, συμμετέχοντας με το τραγούδι «Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά» στο δίσκο «Βραδιάζει» του Θανάση Γκαϊφύλλια (Δίσκοι Κύτταρο Κομοτηνής), σε στίχους Χριστίνας Ματθαίου.
Το 1994 σε παραγωγή του Πολιτιστικού Αναπτυξιακού Κέντρου Θράκης κυκλοφορεί τον πρώτο προσωπικό του δίσκο με γενικό τίτλο «Νύχτα από σεντέφι», ένα δίσκο στον οποίο υπογράφει στίχους και μουσική σε δώδεκα τραγούδια. Η ηχογράφηση γίνεται στο «Στούντιο Αγροτικόν» του Νίκου Παπάζογλου, την ενορχήστρωση κάνει ο Κώστας Βόμβολος, ενώ τα τραγούδια ερμηνεύουν η Μαρία Φωτίου, ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, η Λία Τζιαμπάζη και η Παιδική Χορωδία του Δήμου Ξάνθης, υπό τη διεύθυνση του Θεόδωρου Μανώλη.
Το 1999 κυκλοφορεί το «Εδώ ξυπνούν τα όνειρα», έντεκα τραγούδια (το «Έλα Κασπέντα» σε παραδοσιακούς στίχους της Κάτω Ιταλίας) με την Καίτη Κουλλιά, σε ενορχήστρωση Ευανθίας Ρεμπούτσικα και με την ερμηνευτική συμμετοχή του Δημήτρη Ζερβουδάκη.
Το 2000 συμμετέχει με δύο τραγούδια («Με γυρίζεις», «Και το βράδυ ουζάκι») στον δίσκο της Αφεντούλας Ραζέλη «Στη φωτιά να ρίχνεις μέλι» και το 2001 με το τραγούδι «΄Ερχεται η αγάπη» (πρώτη εκτέλεση: Μαρία Φωτίου, από το «Νύχτα από σεντέφι») συμμετέχει στο δίσκο «Πανσέληνη χώρα» του Δημήτρη Ζερβουδάκη.
Το 2004 κυκλοφορεί ο προσωπικός δίσκος της Καίτης Κουλλιά «Η αγάπη λάθη συγχωρεί» όπου εκεί συμμετέχει μ’ ένα παλιό τραγούδι, το «Μισό ποτήρι» (πρώτη εκτέλεση: Μαρία Φωτίου, από το «Νύχτα από σεντέφι») και μ’ ένα καινούργιο, τον περίφημο «Ωκεανό».
Επτά χρόνια αργότερα κυκλοφορεί ο δίσκος «Όλα είναι αλλού» του μουσικοσυνθέτη και ενορχηστρωτή Βαγγέλη Κοντόπουλου. Αυτή τη φορά, εν έτει 2011, ο Γιώργος Φραντζολάς υπογράφει μόνο τους στίχους σε έξι τραγούδια («Το μεγάλο κύμα» και «Της άνοιξης αηδόνι» με τον Χρήστο Θηβαίο, «Άγρια περάσματα» με τον Μάκη Σεβίλογλου, «Όλα είναι αλλού» με τον Χ. Θηβαίο και τη Μαρία Λούκα, «Μέλισσα» με τους On The Road, «Οι λέξεις» με τον Βαγγέλη Κοντόπουλο) και σε άλλα δύο σε συνεργασία με τον συνθέτη. Το «Όταν κοιμάσαι πλάι μου» με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη και το «Άνεμε πάρε με» σε ερμηνείες Χ. Θηβαίου-Μ. Λούκα.
Το 2014 κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΕΝ ΠΛΩ» η τρίτη καθαρά προσωπική του δουλειά, το ξεχωριστό βιβλίο-cd «Με τον Αίσωπο εκδρομή», μια ηχογραφημένη παιδική μουσικοθεατρική παράσταση, ένα παιδικό μιούζικαλ, σε σενάριο-στίχους και μουσική του Γιώργου Φραντζολά. Την ενορχήστρωση – ηχοληψία - μουσική παραγωγή ανέλαβε ο Βαγγέλης Κοντόπουλος, την εικονογράφηση η Ανυσία Φραγγατζή και ερμηνευτικά συμμετέχουν οι: Καίτη Κουλλιά, Μάκης Σεβίλογλου, Αντώνης Μουσαδές, οι On The Road, ο βαρύτονος Γιάννης Καραγιαννίδης και η κόρη του,  Άννα Φραντζολά. Συμμετέχουν επίσης, σε ρόλο αφηγητή ο Αλκίνοος Ιωαννίδης και ο καραγκιοζοπαίκτης Άθως Δανέλλης. Τα τελευταία χρόνια συμμετείχε με τρία νέα τραγούδια («Φιλί της τριανταφυλλιάς», «Μην αργείς», «Η δίψα που σβήνει» – το τελευταίο βασισμένο σε αργεντίνικη μελωδία) στον προσωπικό δίσκο της Καίτης Κουλλιάς «Του έρωτα πηγές» (2015) σε ενορχήστρωση Μάριου Στρόφαλη και γράφοντας στίχους σ’ ένα τραγούδι («Κεραμίστρια») για το νέο προσωπικό δίσκο του Βαγγέλη Κοντόπουλου «Παράξενα Τραγούδια» (2016).

Οι φωτογραφίες είναι από δημοσιεύματα του τύπου. Για περισσότερα βίντεο με τραγούδια του μουσικού φιλολόγου και τραγουδοποιού Γιώργου Φραντζολά, στον παρακάτω σύνδεσμο: https://www.youtube.com/channel/UC-ZEUfds-nIYAWAn6db1K5w

Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Μερόπη Κολλάρου – Το πορτρέτο μιας σπουδαίας πιανίστριας



Η Μερόπη Κολλάρου, με καταγωγή από τη Μικρά Ασία και τη Σύρο, γεννήθηκε το 1955 στην ανοιχτή και πολυπολιτισμική πόλη των εκατό πιάνων και των οκτώ προξενείων, την Αλεξανδρούπολη. Οι γονείς της, καλλιεργημένοι και φιλόμουσοι άνθρωποι, την έστειλαν από μικρή να μάθει πιάνο. Πρώτη δασκάλα η Ελένη Δελημιχάλη, μια πολιτισμένη γυναίκα που είχε δημιουργήσει έναν αξιόλογο πυρήνα μαθητών πιάνου. Έπειτα, συνέχισε τα μαθήματα με μια γλυκύτατη Αρμένισα δασκάλα, την Τσολίτ Καγιάτ, η οποία δίδασκε στο Δημοτικό Ωδείο Αλεξανδρούπολης. Το Δ.Ω.Α. λειτούργησε το 1958, ως παράρτημα του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, μετά από προσπάθειες πολλών ανθρώπων, αλλά κυρίως της σπουδαίας λαογράφου, Ελένης Φιλιππίδη, μιας χαρισματικής προσωπικότητας του τόπου μας. 

Δίπλα σ’ αυτές τις δασκάλες, που υπήρξαν γενναιόδωρες μαζί της, πήρε τις βάσεις για να μπορέσει αργότερα να δημιουργήσει ένα δικό της κόσμο. Μελετούσανε παρτιτούρες και ακούγανε μουσική πολλές ώρες με την ταλαντούχα μικρή πιανίστα. Για πρώτη φορά άκουσε κονσέρτα του Μπετόβεν και άλλων σημαντικών συνθετών στο περίφημο ραδιόφωνο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο μετέδιδε εξαιρετική μουσική και είχε μεγάλη εμβέλεια, σε αντίθεση με το ελληνικό κρατικό ραδιόφωνο. Δυστυχώς, δεν προσέφερε η επαρχία πολλές δυνατότητες. Όλοι όσοι μεγαλώσανε στην "εκτός Αθηνών" Ελλάδα, ξεκινήσανε σχεδόν αυτοδίδακτοι.

Έψαχνε όμως και μόνη της, να βρει παρτιτούρες προχωρημένων και δύσκολων συνθετών... Σοπέν, Προκόφιεφ... και τις έβρισκε στο κατάστημα ενός εξαίρετου εμπόρου και μουσικού, του Χριστόφορου Παπαδόπουλου, ενός πραγματικά θαυμάσιου και πολιτισμένου ανθρώπου της παλιάς Αλεξανδρούπολης.
Από τα εφηβικά - νεανικά της χρόνια είχε μια μανία για την τελειότητα. Πέρα από την αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία της, σύμφωνα με τις απόψεις των ειδικών κριτικών, η ακρίβεια και η καθαρότητα είναι από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της μουσικής της ιδιοσυγκρασίας. Στις κριτικές συχνά εκθειάστηκε η ενέργεια του παιξίματός της και οι δυνατές ερμηνείες του πολύπλευρου ρεπερτορίου της. Στο λεξικό της ελληνικής μουσικής του Τάκη Καλογερόπουλου υπάρχει εκτενής αναφορά για την καλλιτεχνική δραστηριότητα της Μερόπης Κολλάρου. 
Σπούδασε, σύμφωνα με το πλούσιο βιογραφικό της σημείωμα, στο «Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης», στην τάξη του σπουδαίου αρχιμουσικού Γεώργιου Θύμη (1924-2009) και πήρε δίπλωμα πιάνου με ειδική διάκριση βραβείου. Με υποτροφία της Ουγγρικής Κυβέρνησης μαθήτευσε από το 1982 έως το 1987 στη Μουσική Ακαδημία Ferenc Liszt της Βουδαπέστης, κοντά στους Ferenc Rados (πιάνο) και στο σημαντικό συνθέτη Gyorgy Kurtag (μουσική δωματίου), οι οποίοι καθόρισαν τη μουσική της πορεία. 
Στη συνέχεια, μελέτησε σύγχρονη αμερικανική μουσική στο Βέλγιο με τον Noel Lee και ισπανική μουσική με τη Rosa Sabater, καθώς και με άλλους σπουδαίους ερμηνευτές του καιρού μας, όπως οι Leonard Bernstein, Dimitri Baskiroff, Maria Cursio, Gyorgy Sebok, Tamas Vasary. Συνδέθηκε με φιλία και συνεργασίες με τους σημαντικότερους Ούγγρους πιανίστες (Zoltan Kocsis, Dezso Ranki, Andras Schiff, Peter Nagy και πολλούς άλλους). 

Έχει συνεργαστεί με το «Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος» σε μουσικές παραγωγές έργων των Kurt Weil (Όπερα της Πεντάρας του Μπέρτολτ Μπρεχτ - 1980) και Βασίλη Τενίδη (Τύχη της Μαρούλας του Δημήτρη Κορομηλά - 1981). Με την εταιρεία «Πράξις» δισκογράφησε (στα μέσα της δεκαετίας του '80) τη σουίτα για πιάνο «Το φως της Κάκτου» του Κυριάκου Σφέτσα και αργότερα το δίσκο «Τοπίο – 5 Τραγούδια σε ποίηση Μίλτου Σαχτούρη» με την Anna Marie Muller, του ίδιου συνθέτη.
Τα τελευταία 40 χρόνια εμφανίζεται σε σόλο ρεσιτάλ, συναυλίες μουσικής δωματίου, ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις στην ΕΡΤ (Τρίτο Πρόγραμμα Ελληνικής Ραδιοφωνίας) και συμπράττει ως σολίστ με όλες τις σημαντικές ελληνικές ορχήστρες, καθώς και με σημαντικές ευρωπαϊκές ορχήστρες. Συμμετείχε όλα αυτά τα χρόνια σε πολλά διεθνή φεστιβάλ εντός και εκτός Ελλάδας και σε συναυλίες σε ολόκληρη την Ελλάδα, την Κύπρο, στο Βέλγιο, στη Φινλανδία, στη Σουηδία, στην Αυστρία, στην Ουγγαρία, στην Τσεχία, στη Βουλγαρία... για τα ραδιοτηλεοπτικά δίκτυα των οποίων έχει πραγματοποιήσει ηχογραφήσεις σε ευρύ ρεπερτόριο. 

Το όνομά της συνδέθηκε με την ερμηνεία έργων -σε πρώτη εκτέλεση στην Ελλάδα- των B.Britten (Κ.Ο.Θ. το 1983 σε διεύθυνση Λευτέρη Χαλκιαδάκη), A.Copland (Κ.Ο.Θ. το 1985 σε διεύθυνση Ανδρέα Παρίδη), Θάνου Μικρούτσικου, Κυριάκου Σφέτσα, Γιώργου Σισιλιάνου (Αντιθέσεις για δύο πιάνα και ορχήστρα - Ορχήστρα των Χρωμάτων το 1990 σε διεύθυνση Μάνου Χατζιδάκι), O. Messian (Visiondel Amen για δύο πιάνα το 1993 στην Αθήνα).
Στις συναυλίες της συνεργάστηκε επίσης με μαέστρους, όπως ο Andreas Rentsch (W.A.Mozart Φινλανδία 1986), Guntram Simma (Αυστρία 1989), Βύρων Φιδετζής (Κ.Ο.Θ., Κ.Ο.Α. 1992), Rolf Reuter (R. Schumann - Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα 1998), Richard Studt, Σταύρος Ξαρχάκος.

Στις συναυλίες δωματίου συνεργάστηκε με γνωστούς ερμηνευτές όπως Petri Allanko, Michel Arrignon, Benoit Fromanger, Szoltan Kotscis, Νέλλη Σεμιτέκολο, Χρήστο Σφέτσα, Λόλα Τότσιου, Δημήτρη Μαγκριώτη, με το νέο κιθαριστή και συμπατριώτη της Γιάννη Γιαγουρτά.

Έχει επανειλημμένα εμφανιστεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Δημήτρη Μητρόπουλου 1995 & 2001, Αίθουσα Φίλων της Μουσικής με την Καμεράτα 1998) και συνεργάστηκε επί σειρά ετών στα εκπαιδευτικά προγράμματά του στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Είναι σταθερή συνεργάτης της «Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών» με εμφανίσεις σε διοργανώσεις και workshop (Αφιέρωμα στο Νίκο Σκαλκώτα 1991, Έργα Ελλήνων συνθετών για δύο πιάνα στην Sibelius Academy Ελσίνκι 1994 και Αθήνα 1997, Μουσική αμερικανικού κινηματογράφου 2008, κ.ά.).
Από το 1985 άρχισαν τις εμφανίσεις τους ως piano duo με το Φινλανδό πιανίστα και σύντροφό της, Ρέιμα Ράιας (Reima Raijas) μέχρι το 2001 και διέγραψαν σημαντική καριέρα μ’ ένα ευρύ ρεπερτόριο και πρώτες εκτελέσεις μεταγραφών των ίδιων (Χοροί Νίκου Σκαλκώτα για τέσσερα χέρια, J.Sibelius 5η Συμφωνία, κ.ά.). 

Το εκπαιδευτικό έργο της Μερόπης Κολλάρου είναι εξίσου σημαντικό για εκείνη με αυτό της καριέρας της. Δίδαξε στο «Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης», στο «Zaborsky Music School» της Βουδαπέστης, στο «Ωδείο Φίλιππος Νάκας Αθηνών» (όπου ήταν υπεύθυνη της σχολής πιάνου από το 1993 έως το 1997) και από το 1988 μέχρι σήμερα, είναι διευθύντρια του Δημοτικού Ωδείου Αλεξανδρούπολης και εργάζεται για την οργάνωση θεσμών που προάγουν τη μουσική παιδεία ευρύτερα στη Θράκη. Πολλοί μαθητές της διαπρέπουν στον καλλιτεχνικό χώρο.

Συνέβαλε στη διοργάνωση του διεθνούς διαγωνισμού Steinway στην Αθήνα και του σεμιναρίου πιάνου του διάσημου Αμερικανού πιανίστα Leon Fleisher, καθώς και του Peter Nagy για το Ωδείο Φίλιππος Νάκας. Συχνά συμμετέχει σε επιτροπές διαγωνισμών πιάνου, καθώς και συστηματικά είναι μέλος εξεταστικών επιτροπών πολλών ωδείων. Και συνεχίζει να διδάσκει μέχρι σήμερα σε σεμινάρια πιάνου και μουσικής δωματίου στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Το 1988 την πλησίασε ο τότε Δήμαρχος Αλεξανδρούπολης, ο Τάσος Σουλακάκης και της πρότεινε ν’ αναλάβει τη διεύθυνση του Δημοτικού Ωδείου Αλεξανδρούπολης. Το ανέλαβε και έβαλε εξ αρχής τους δικούς της όρους. Μένανε με το Φινλανδό πιανίστα και σύζυγό της Ρέιμα Ράιας στην Αθήνα, όπου και διδάσκανε στο Ωδείο Φίλιππος Νάκας και παράλληλα πηγαινοερχόντουσαν στην Αλεξανδρούπολη. Ανοίξανε καινούργια τμήματα, φέρανε αξιόλογους καθηγητές από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, κάνανε πολλά σεμινάρια και έφτασε αυτό το ωδείο να είναι εδώ και 25 χρόνια ένα από τα καλύτερα της Ελλάδας, αναγνωρισμένο παντού.

Είχε δεχτεί τρομερό πόλεμο στην αρχή από τη μιζέρια που επικρατούσε και γενικά υπήρχε μια επαρχιώτικη, τρισάθλια και ελεεινή κατάσταση όταν ανέλαβε τα καθήκοντά της. Και ποια είναι αυτή; Και πόσα λεφτά παίρνει; Και γιατί είναι τόσο αυστηρή με τα παιδιά μας; Και αν είναι τόσο σπουδαία όσο λένε, τι ήρθε να κάνει εδώ, ας φύγει στο εξωτερικό πάλι... τέτοια τραγικά πράγματα! Έκανε μεγάλο αγώνα για ν' ανατρέψει αυτό το κλίμα. Σύντομα όμως κατάλαβαν όλοι (μαθητές, γονείς, συνάδελφοι και τοπικές αρχές) τι σημαίνει ειλικρίνεια, αξιολόγηση, στόχος, επίπεδο σπουδών.

Χτίστηκε γύρω από το όνομά της η φήμη της αυστηρής, επειδή λέει τα πράγματα με το όνομά τους και είναι ξεκάθαρη. Θεωρήθηκε πολλές φορές αυστηρή από συναδέλφους και μαθητές. Αυτό όμως νομίζω πως είναι μια παρεξήγηση, αναφέρει η ίδια.

Το Δημοτικό Ωδείο Αλεξανδρούπολης, υπό τη διεύθυνσή της, απέκτησε πανελλαδικά ένα κύρος και οι Αλεξανδρουπολίτες σεβάστηκαν και εκτίμησαν το γεγονός πως έχουν ένα καλό ωδείο στον τόπο τους. Έτσι μπόρεσαν ν’ ανθίσουν και οι ιδιωτικές σχολές μουσικής εκπαίδευσης.
Εργάστηκε για την οργάνωση θεσμών που προάγουν τη μουσική παιδεία ευρύτερα στη Θράκη. Έχει κάνει πολλές μεταφορές μουσικής Μάνου Χατζιδάκι, Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρου Ξαρχάκου σε όργανα μουσικής δωματίου (τσέλο, πιάνο, βιολί) και τα παρουσίασε σε πολλά αφιερώματα ως τρίο, με τη βοήθεια των συναδέλφων της. Προσπάθησε επίσης να πάρει κομμάτια της σοβαρής μουσικής που είναι λαοφιλή και εύληπτα και να τα παρουσιάσει στο κοινό της περιοχής, με την Καμεράτα Θράκης και με την Ορχήστρα Δωματίου Θράκης. Επίσης, έκανε για αρκετά χρόνια ένα πιλοτικό πρόγραμμα σε συνεργασία με την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έτσι ώστε να έρθουν σε επαφή οι μαθητές με την κλασική μουσική και τα κλασικά όργανα.

Κάθε χρόνο διοργανώνει μαθητικές ασκήσεις – συναυλίες στο Δημοτικό Θέατρο Αλεξανδρούπολης. Πιστεύει πως είναι σημαντικό να παίζουν τα παιδιά, οι μαθητές των ωδείων, σαν καλλιτέχνες, μπροστά σε κοινό. Να μάθουν τί θα πει συνεργασία και συνδυασμός μουσικών οργάνων. Και αυτό τους δίνει απίστευτη χαρά, αλλά και μια υπευθυνότητα που δεν την κερδίζουν από άλλες πλευρές της εκπαίδευσης.

Στην εκπαίδευση έχει αφιερωθεί. Βάζοντας μάλιστα κάποια στιγμή σε δεύτερη μοίρα την προσωπική της δημιουργία. Είναι μεγάλη πολυτέλεια ν’ ασχολείσαι με την προσωπική σου δημιουργία. Θέλει αυτοσυγκέντρωση και χρόνο. Να είσαι κλεισμένος και μόνος σε μια μελέτη ωρών, όπου πρέπει να τελειοποιήσεις την εκφορά σου μέσα από το όργανο. Υπάρχει ένα ατελείωτο ρεπερτόριο που θέλεις να παίξεις, και νιώθεις πως δεν το προλαβαίνεις. Ποτέ δεν μπορείς να τα τακτοποιήσεις όλα σε μια ισορροπία.  Προσφέροντας στον τομέα των μαθημάτων και των σεμιναρίων, αφαιρείς πολύ από την προσωπική σου δημιουργία, που είναι το πιο σημαντικό κομμάτι του εαυτού σου. Υπάρχουν εποχές που δεν προλαβαίνεις να μελετήσεις, να διεκδικήσεις, με τον τρόπο που είναι καθιερωμένο να διεκδικεί κανείς τις συναυλίες, να είσαι μέρος ενός κοινωνικού γίγνεσθαι που χρειάζεται και γι’ αυτές τις δουλειές.
Για τα ταλαντούχα παιδιά που θέλουν να σταδιοδρομήσουν στη μουσική, πιστεύει πως πάντα κάτι βρίσκεται για έναν άνθρωπο που έχει έντονη αυτή τη σφραγίδα και που είναι στοχοπροσηλωμένος με την έννοια όχι της επιτυχίας, αλλά της αφοσίωσης και του απόλυτου δοσίματος. Ένα «ταλαντούχο παιδί», και η Μερόπη Κολλάρου χρησιμοποιεί με φειδώ αυτή τη λέξη, αν δει ότι έχει τα εχέγγυα θα το στηρίξει με κάθε τρόπο και θα το οδηγήσει στις σωστές υποτροφίες. Και το έχει κάνει αρκετές φορές. Όταν λέει εχέγγυα όμως, πέρα από το ταλέντο και τις γνώσεις, εννοεί τα γερά νεύρα, τη χαρισματική προσωπικότητα, τη σκηνική δύναμη, το ένστικτο και ν’ αντέχει τις δυσκολίες. Δεν μπαίνει δίλλημα σ’ αυτή την περίπτωση. Τα δίνεις όλα και ελπίζεις στην καλή τύχη!

Για τη Μερόπη Κολλάρου, ένας μουσικός είναι σπουδαίος όταν μπορείς να αισθανθείς, μέσα από τον τρόπο που προσεγγίζει τα πράγματα, μια αληθινή μουσική κοσμοθεωρία. Απεχθάνεται τους φανφαρόνους. Μεγάλος καλλιτέχνης είναι αυτός που σε κάνει να αισθάνεσαι περιεχόμενο, ιδέες, ισχυρές δομές, το βάθος που αναδεικνύει και μεταφράζει μέσα από τα έργα που παρουσιάζει.

Δε διστάζει να μιλήσει για συναδέλφους της που ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία. Ο Κυπριανός Κατσαρής που γεννήθηκε στη Μασσαλία, με καταγωγή από την Κύπρο και η Δόμνα Ευνουχίδου από τη Θεσσαλονίκη είναι δύο πιανίστες που εκτιμά.

Είναι απαραίτητες οι δημόσιες σχέσεις και στο δικό της χώρο, αλλά είναι κάτι που ποτέ δεν χρησιμοποίησε στην πορεία της. Ήρθαν ωραία πράγματα στην καριέρα της, χωρίς ποτέ να τα κυνηγήσει. Δεν επιδίωξε ποτέ τη δημοσιότητα στην καριέρα της, ούτε ήθελε να φαίνεται πάντα στη σκηνή. Δεν είναι φιλόδοξος άνθρωπος. Οι περισσότεροι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάστηκε ήταν και φίλοι της. Είναι περήφανη για τους φίλους της. Και η φιλία στο δικό της τομέα είναι δύσκολη υπόθεση, γιατί υπάρχει ανταγωνισμός.

Αγαπά πολύ τις συνεργασίες. Ειδικά τις μουσικές δωματίου, αλλά και τις συνεργασίες της με τις μεγάλες ορχήστρες. Δεν της αρέσουν τα ρεσιτάλ, γιατί είναι πιο μοναχικά.

Οι φωτογραφίες είναι από δημοσιεύματα του τύπου και από το προσωπικό αρχείο της κ. Μερόπης Κολλάρου. Το παραπάνω κείμενο είναι αποτέλεσμα του βιογραφικού της πιανίστας και της κουβέντας που κάναμε πριν δύο χρόνια στο γραφείο της. Αφορμή της ανάρτησης του άρθρου στάθηκε (στο πλαίσιο των εκδηλώσεων Ελευθέρια Θράκης) η τιμητική εκδήλωση του Δήμου Αλεξανδρούπολης και του Συλλόγου Κυριών και Δεσποινίδων Αλεξανδρούπολης, στο πρόσωπο της Μερόπης Κολλάρου, το βράδυ της Τετάρτης 18  Μαΐου 2016 όσο και τα εγκαίνια του νέου κτιρίου του "Δημοτικού Ωδείου Αλεξανδρούπολης", που πραγματοποιήθηκαν το βράδυ της Δευτέρας 16 Μαΐου 2016, παρουσία τοπικών αρχών και πλήθους φίλων και μαθητών του "Δ.Ω.Α."

 Το Δημοτικό Ωδείο Αλεξανδρούπολης (ΔΩΑ), ζωτικό κύτταρο της πολιτιστικής παραγωγής και μουσικής εκπαίδευσης της πόλης στεγάζεται σε ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα νεοκλασικά κτίρια στην καρδιά της Αλεξανδρούπολης. Με αδιάλειπτη παρουσία, που μετρά πάνω από μισό αιώνα, στην ιστορία της Αλεξανδρούπολης, το ΔΩΑ συνεχίζει με συνέπεια να μεταλαμπαδεύει τη γνώση και την αγάπη για τη μουσική. Με το πέρασμα των χρόνων κατέστη επιτακτική η ανάγκη εκσυγχρονισμού και επέκτασης του κτιρίου. Ενός εκσυγχρονισμού που αντιστέκεται στην αισθητική αλλοίωση της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ταυτότητάς του, ενώ ταυτόχρονα προσαρμόζεται στις σύγχρονες προδιαγραφές λειτουργίας ενός μουσικού εκπαιδευτικού ιδρύματος και ανταποκρίνεται στις ειδικές απαιτήσεις των προγραμμάτων του. Υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση, τα τελευταία 28 χρόνια, της διεθνώς αναγνωρισμένης σολίστ πιάνου, Μερόπης Κολλάρου, το ΔΩΑ καλύπτει ευρύ φάσμα μουσικής εκπαίδευσης και διδασκαλίας, από την κλασική μουσική ως τα σύγχρονα ρεύματα και από την παραδοσιακή και τη βυζαντινή μουσική μέχρι τη τζαζ. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στον τομέα της μουσικής προπαιδείας, αλλά και στην ανάπτυξη ταχύρρυθμων συστημάτων ενηλίκων, που απευθύνονται σε όσους επιθυμούν ν’ ανακαλύψουν τη μαγεία της μουσικής ή να συνεχίσουν τις σπουδές τους, χωρίς να διαθέτουν πολύ χρόνο για μελέτη. Τέλος, στο νέο κτήριο θα λειτουργήσει μουσική βιβλιοθήκη, με σημαντική συλλογή βιβλίων μουσικής, παρτιτούρες και πλούσιο ηχητικό υλικό. Από την ίδρυσή του, το 1958, ως παράρτημα του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, την αναγνώρισή του το 1984 από το υπουργείο Πολιτισμού, μέχρι σήμερα, το Δημοτικό Ωδείο Αλεξανδρούπολης έχει καθιερωθεί σε πανελλήνιο επίπεδο ως ένα μουσικό εκπαιδευτικό ίδρυμα υψηλού κύρους, που καλύπτει όλο το φάσμα της μουσικής εκπαίδευσης. Αδιάψευστος μάρτυρας του ρόλου που έχει διαδραματίσει στην πολιτιστική ανάπτυξη της Αλεξανδρούπολης στη διάρκεια των ετών λειτουργίας του, είναι οι αξιόλογες διακρίσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό σημαντικού αριθμού αποφοίτων του. Το 1958, οι επίμονες προσπάθειες λογίων, μουσικόφιλων και πολιτιστικά ανήσυχων Αλεξανδρουπολιτών οδήγησαν στην ίδρυση του ΔΩΑ. Περίπου 50 χρόνια μετά, ο νυν Δήμαρχος Αλεξανδρούπολης, Ευάγγελος Λαμπάκης, αφουγκράστηκε την αγωνία των συμπολιτών του για την απρόσκοπτη συνέχιση του πολυδιάστατου έργου του Δημοτικού Ωδείου και την περαιτέρω ανάπτυξή του υποστηρίζοντας και ολοκληρώνοντας την αναπαλαίωση και επέκταση ,όχι απλά ενός κτιρίου, αλλά ενός φορέα πολιτισμικής διαμόρφωσης με όραμα και δυναμική.


Τρίτη 10 Μαΐου 2016

Όταν η Θράκη γέννησε τη μουσική

"Από δε του μέλους και του ρυθμού και η μουσική πάσα θρακία νενόμισται..." (Στράβων)
Όταν ο Ωκεανός παντρεύτηκε την Παρθενόπη απέκτησε δύο κόρες: την Ευρώπη και τη Θράκη... Στην έμπνευση του μύθου, οι δυο αδερφές δεν φάνταζαν τα αρχαία εκείνα χρόνια, «παράταιρες» όπως μπορεί σήμερα να μοιάζει ο «αδερφικός» συνδυασμός τους. Η πάλαι ποτέ Θράκη κάλυπτε μια τεράστια έκταση, που κατά τον Θουκυδίδη άγγιζε τον Δούναβη στο βορρά, τον Εύξεινο Πόντο στην Ανατολή, τον Στρυμόνα στη Δύση και το Αιγαίο πέλαγος στον Νότο. Με μια τέτοια γεωγραφική παρουσία, η μεταφορά της στο μύθο, μπορεί κάλλιστα, επάξια και σοφά να παίρνει τον ρόλο της αδερφής της γηραιάς Ηπείρου…
Μα το μεγαλείο της Θράκης, που υπονοείται καταρχάς από τη μυθική τιτανική καταγωγή της, έχει ένα πιο σημαντικό ιστορικό έρεισμα για να αποκαλυφθεί. Μέσα από την αλάθητη ματιά των μύθων, η Θράκη υπήρξε η μάνα της μουσικής. Της «μουσικής» με όλη την αληθινή σημασία της. Συνώνυμη με την ιερότητα και το μυστήριο και πιστή γλωσσική «απόγονος» του «μω».

Νομίζω ότι μια παρένθεση εδώ επιβάλλεται, γιατί "αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις" όπως έλεγε και ο Αντισθένης: Η λέξη «μουσική» γεννήθηκε από τη «Μώσα», την δωρική λέξη για τη Μούσα, που προέρχεται με τη σειρά της από το αρχαιοελληνικό ρήμα «Μω» το οποίο σημαίνει «ζητώ, εξερευνώ». Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς πόσοι άραγε μουσικοί σήμερα γνωρίζουν τη σημασία αυτή, της τέχνης που υπηρετούν; Τυχαία, νομίζετε, οι αρχαίοι μας παππούδες ονόμασαν αυτήν την τέχνη «μουσική»; Τυχαία «μουσικός» γι’ αυτούς σήμαινε «ο μορφωμένος άνθρωπος», ο πεπαιδευμένος και ο καλλιεργημένος, αυτός δηλαδή που «ζητούσε», που «εξερευνούσε»; Και δεν νοούνταν η μουσική, τουλάχιστον ως τον 4ο αι. π.Χ. ως τέχνη ξεχωριστή από την ποίηση και την στιχουργική. Να πώς οι λέξεις των αρχαίων μας προγόνων μας δείχνουν τον δρόμο και το νόημα… Κι αν θέλαμε να το πάμε ακόμα πιο μακριά, θυμάστε εκείνη τη λέξη που καμιά φορά, που και που, ίσως και τυχαία πλέον ακούγεται; Εννοώ το «μεράκι», ο "μερακλής". Το μεράκι είναι λέξη τουρκική. Είναι η λέξη «μεράκ» (merak) που σημαίνει «περιέργεια και αναζήτηση»… Κι όντως οι γείτονές μας, διατήρησαν το «μεράκ» όχι μόνο στο λεξιλόγιό τους αλλά και στην ψυχή τους, στα μουσικά. Την μουσική τους -που επί της ουσίας θεμελιώθηκε ως επί το πλείστον πάνω στην ελληνική μουσική παράδοση, όπως διαμορφώθηκε κατά το βυζάντιο και έχοντας τις βάσεις της στην αρχαία ελληνική μουσική – την τιμούν και την αναδεικνύουν τόσο στην καθημερινότητά τους όσο και σε κρατικό επίπεδο, σε αντίθεση μ' εμάς. Αυτό όμως είναι ένα άλλο κεφάλαιο, όχι της παρούσης… κι η παρένθεση κλείνει.

Η Θράκη έμελλε να φιλοξενήσει, στους όμορφους τόπους της, τους πρώτους και σημαντικότερους έλληνες μουσικούς και υμνωδούς.

Η Δήλος μπορεί να έδωσε καταφύγιο στη γέννηση του θεού της μουσικής και να έγινε το αγαπημένο νησί του Απόλλωνα, την τέχνη του όμως αυτός θέλησε να την παραδώσει σε ένα παιδί της Θράκης, τον ΟΡΦΕΑ. Ο μύθος λέει πως ο Απόλλωνας χάρισε στον Ορφέα τόσο την απαράμιλλη τέχνη του στο παίξιμο της λύρας όσο και μαντικές δυνάμεις. Του έδωσε ακόμα και την πεντάχορδη λύρα του (το όργανο που εφηύρε ο Ερμής, απ' τον οποίο το πήρε επίσης ως δώρο ο Απόλλωνας). Σ’ αυτήν αργότερα ο Ορφέας πρόσθεσε δύο ακόμα χορδές. Γιος του πρίγκιπα της Θράκης Οίαγρου και της Μούσας Καλλιόπης, προστάτιδας της Επικής Ποίησης, ο Ορφέας υπήρξε ο πρώτος και ο μεγαλύτερος σε ικανότητα και τέχνη μουσικός. Ο Πίνδαρος τον ονόμασε "πατέρα των τραγουδιών". Με δασκάλες τις Mούσες, το παίξιμο και η φωνή του μάγευε ανθρώπους και ζώα, ημέρευε ακόμα και τους "θυμούς" της φύσης και μετακινούσε βουνά και δέντρα. Με τη σαγήνη της μουσικής του προσέλκυσε την Ευρυδίκη κι ο ίδιος γοητευμένος απ' τη δική της ομορφιά αποφάσισε σύντομα να την κάνει γυναίκα του. Οι μοίρες όμως άλλα είχαν ορίσει για τη ζωή τους. Λίγες μέρες μόλις μετά το γάμο τους, μια οχιά δάγκωσε την όμορφη Ευρυδίκη και την έστειλε στον κρύο κόσμο του Πλούτωνα. Ο Ορφέας, μη μπορώντας να αντέξει το χαμό της αγαπημένης του, αποφασίζει να κατέβει στον Άδη, για να την πάρει μαζί του στη ζωή. Στο παίξιμο της λύρας του, που κάποτε ακινητοποίησε τις συμπληγάδες πέτρες, δίνοντας την ευκαιρία να περάσουν ανάμεσά τους τα πλοία των αργοναυτών και νάρκωσε τον δράκοντα της Κολχίδας, που φυλούσε το "χρυσόμαλλο δέρας", ούτε ο Άδης μπορούσε να αντισταθεί. Ο φύλακας Κέρβερος χαλάρωσε στους θελκτικούς ήχους των χορδών και της φωνής του Ορφέα, ο Τάνταλος ξέχασε τη δίψα του, οι Ερινύες δάκρυσαν κι ο Πλούτωνας με την Περσεφόνη τόσο που συγκινήθηκαν ώστε του έδωσαν την άδειά τους να πάρει μαζί του την Ευρυδίκη και να γυρίσουν οι δυο τους στη ζωή. Υπό έναν όμως όρο.... Μέχρι να φτάσουν στον πάνω κόσμο, ο Ορφέας δεν έπρεπε να γυρίσει να αντικρίσει την Ευρυδίκη. Οι πύλες του Άδη άνοιξαν, μα πριν ακόμα προλάβουν να τις διαβούν, απ' τη μεγάλη του επιθυμία να αντικρίσει την αγαπημένη του, ο Ορφέας παραβίασε τον όρο, αφήνοντας την Ευρυδίκη για πάντα πλέον στον κόσμο των νεκρών.


Ο μύθος, για τον θάνατο του Ορφέα, λέει ότι κατασπαράχθηκε από τις Μαινάδες (ή "Βάκχες" ή "Θυιάδες", δηλαδή τις γυναίκες που έπαιρναν μέρος στους θιάσους των Διονυσιακών τελετών, γνωστές στη Θράκη ως "Βασσάρες" ή "Βασσαρίδες"), μετά από εντολή του θεού Διονύσου, επειδή περιφρονούσε τα μυστήριά του [Είναι γνωστό ότι ο ορφισμός καλούσε τον κόσμο σε μια ηθική ζωή, ενισχύοντας μέσα από νηστείες, αποχή από ζωικές τροφές και θρησκευτικούς καθαρμούς, το "θεϊκό" στοιχείο του ανθρώπου σε βάρος της τιτανικής φύσης του (δηλαδή των ζωικών, σωματικών του επιθυμιών), σε αντίθεση με την διονυσιακή λατρεία, στην οποία κυριαρχούσε η ωμοφαγία και η βακχική έκσταση στα διονυσιακά "όργια" (όργιο= θρησκευτική τελετή, έργο ιερό) που "έφερνε", σύμφωνα με τις θιασώτες του Διονύσου, "το θεό μέσα στον άνθρωπο"]. Κάποιες ακόμα εκδοχές σχετικά με το θάνατό του είναι πως αυτός οφείλεται στο Δία, ο οποίος τον σκότωσε με κεραυνό, γιατί αποκάλυπτε στον κόσμο, μέσα από τα μυστήριά του, μεταφυσικές αλήθειες ή ότι ο ίδιος αυτοκτόνησε, μην μπορώντας να αντέξει τον οριστικό πλέον χαμό της Ευρυδίκης. Σύμφωνα πάντως με τον μύθο του κατακερματισμού του από τις "μαινάδες", αρχικά του έριξαν πέτρες και κλαδιά, την ώρα που εκείνος έπαιζε τη λύρα του. Ήταν τόσο όμως μαγευτική η μελωδία του που ακόμα και τα κλαδιά κι οι πέτρες "αρνήθηκαν" να τον χτυπήσουν. Εξαγριωμένες οι μαινάδες όρμηξαν επάνω του και τον κατέσχισαν. Τα διαμελισμένα κομμάτια του τα πέταξαν στον Έβρο μαζί με τη λύρα του. Όταν το κεφάλι του συναντήθηκε με τη λύρα του, μας λέει ο Λουκιανός, στο ποτάμι, αυτή άρχισε να βγάζει πένθιμους ήχους. Οι Μούσες μάζεψαν τα μέρη του σώματός του και έθαψαν το κεφάλι του στο νησί της Σαπφούς και του Αλκαίου, στη Λέσβο (στο μέρος: "Αντισσα"), όπου το ξέβρασε το κύμα και το υπόλοιπο σώμα του στους πρόποδες του Ολύμπου, όπου η παράδοση λέει πως στο σημείο εκείνο τ' αηδόνια κελαηδούν πιο γλυκά από οπουδήποτε αλλού. Μετά από θερμή παράκληση του Απόλλωνα και των Μουσών, τη λύρα του την τοποθέτησε ο Δίας ανάμεσα στα άστρα.

Τη λύρα αυτή, οι Νύμφες την πήραν και την παρέδωσαν σε έναν άλλο σπουδαίο μουσικό, γέννημα της Θράκης, στο ΜΟΥΣΑΙΟ, που σημαίνει το όνομά του: άνθρωπος των Μουσών. Γιος του Αντίφημου και της Σελήνης, αναφέρεται στις παραδόσεις και ως μαθητής του Ορφέα, ενώ κατ' άλλους γιος του. Ήταν εκτός από μουσικός, ιερέας και μάντης. Όπως παρατηρούμε το στοιχείο της μαντικής, ήδη από τον Απόλλωνα και στη συνέχεια τον Ορφέα, συνοδεύει τη μουσική...Με τη μουσική του, ο Μουσαίος θεράπευε ακόμα και αρρώστους. Έγραψε πολλούς ύμνους ενώ σε αυτόν αποδίδεται η επινόηση του δακτυλικού εξάμετρου στην ποίηση.Είχε επίσης συμβάλλει δυναμικά στην ίδρυση των ελευσινίων μυστηρίων.Σύζυγός του ήταν η Ελευσίνια Διηόπη, με την οποία, σύμφωνα με έναν μύθο, απέκτησε ένα γιο, έναν άλλο μεγάλο αρχαίο μουσικό, τον ΕΥΜΟΛΠΟ, γεννάρχη του γένους των ευμελπίδων. Αλλού ο Εύμολπος, ο ιεροφάντης με την γλυκύτατη φωνή, φέρεται ως γιος του Ποσειδώνα.

Ακόμα ένας μυθικός μουσικός της Θράκης υπήρξε ο ΘΑΜΥΡΙΣ. Γιος του Φιλάμμωνα (ο οποίος ήταν γιος του Απόλλωνα και ιδρυτής μυστικών λατρειών, όπως της Λέρνας) και της νύμφης Αγριόπης, κατά τον Παυσανία, ή κατ' άλλους γιος του Αθλίου ή της Μούσας Μελπομένης, προστάτιδας της Τραγωδίας ή της Μούσας Ερατούς, προστάτιδας της Ερωτικής Ποίησης, ο Θάμυρις είχε μια δυσάρεστη ιστορία... Ο Παυσανίας μας λέει πως σπουδαίος μουσικός καθώς ήταν αλλά και πολύ ωραίος στη μορφή, καυχήθηκε μια μέρα πως ξεπερνούσε σε ικανότητα κι αυτές ακόμα τις Μούσες. Οι Μούσες, για να τον εκδικηθούν, εξοργισμένες από την οίηση, τον κάλεσαν σε αγώνα μουσικό. Στον αγώνα, οι Μούσες νίκησαν και ως τιμωρία στον Θάμυρη για την βλασφημία και την υπερηφάνειά του, τον καταδίκασαν σε τύφλωση και του αφαίρεσαν τις μουσικές του ικανότητες. Ο Θάμυρις, μην μπορώντας πλέον να παίξει, πέταξε τη λύρα του βόρεια της αρχαίας Μεσσήνης, στο ρέμα της Βαλύρας (ονομάστηκε έτσι γιατί στα νερά του ο Θάμυρις έβαλε τη λύρα του).

Το όνομα των Θρακών είναι συνδεδεμένο από τα πανάρχαια χρόνια με την τέχνη της μουσικής. Ο Όμηρος αναφέρει ότι η λατρεία των Μουσών ξεκίνησε από τη Θράκη, ενώ ο θεός της μουσικής Απόλλωνας λατρευόταν ιδιαιτέρως στον τόπο αυτό, γεγονός που αποδεικνύουν και τα μαντεία και τα ιερά του που έχουν έρθει στο φως από έδαφος της Θράκης. Το ίδιο διαδομένη ήταν η λατρεία των θρακών προς τον άλλο δεινό μουσικό και ανταγωνιστή του Απόλλωνα, Πάνα, αλλά και τον Διόνυσο, προς τιμήν του οποίου εισηγήθηκαν τη διοργάνωση μεγάλων τελετών (των οργιαστικών διονυσιακών τελετών) και στον οποίο είχαν αφιερώσει και ιερά (βλ. Ναός Διονύσου στα Άβδηρα, όπου υπάρχει και μαντείο του Απόλλωνα και Μαντείο του Διονύσου στη Ροδόπη). Σύμφωνα με τον Στράβωνα, οι Θράκες μετέφεραν τη μουσική παντού: "Μέχρι της Ινδικής εκείθεν και την πολλήν μουσικήν μεταφέρουσιν". Τα όργανα δε που χρησιμοποιούσαν, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ιστορικών αλλά και τις ζωγραφικές απεικονίσεις σε αναθηματικά πλακίδια, αγγεία κ.ο.κ. ήταν η λύρα, η κιθάρα , οι αυλοί, η σύριγξ, ο άσκαυλος (γκάιντα) ή ψαλτήρα, τα τύμπανα. τα κύμβαλα τα κρόταλα, ή βάρβιτος αλλά και ο ύδραυλος. Οι υπόλοιποι Έλληνες, πολλά από τα όργανα αυτά τα δανείστηκαν από τους Θράκες. Και στους νεότερους χρόνους όμως, οι Θράκες, διακρινόμενοι για την αγάπη, την έφεση αλλά και την ικανότητά τους στη μουσική, έπλασαν ήχους ιδιαίτερους, χρησιμοποιώντας, ειδικά από τους βυζαντινούς χρόνους και έπειτα, τα ηχοχρώματα των βυζαντινών μελών, όπως αυτά διαμορφώθηκαν την περίοδο εκείνη. Σήμερα τα είδη της μουσικής της είναι πολλά και ποικίλα. Ακούγοντας τα τοπικά παραδοσιακά της τραγούδια, διακρίνουμε αμέσως το χαρακτηριστικό της ιδιαιτερότητας των ήχων όχι μόνο σε σχέση με τις μουσικές των υπολοίπων περιοχών της Ελλάδας αλλά και μεταξύ των τριών της διαμερισμάτων. Η ποικιλία στους ήχους και στους ρυθμούς αλλά και στην ορχήστρα (η Ανατολική Θράκη χρησιμοποιεί κανονάκι, ούτι, λύρα πολίτικη και κρουστά. Εν ολίγοις, κατά βάση βυζαντινά όργανα. Η Βόρεια Θράκη χρησιμοποιεί: λύρα θρακιώτικη, γκάιντα, φλογέρα, καβάλ και η Δυτική: κλαρίνο, ούτι και γενικά ένα κράμα από τα όργανα της Ανατολικής και της Βόρειας) είναι βασικό στοιχείο της θρακιώτικης παραδοσιακής μουσικής, που ασφαλώς και αυτή με τη σειρά της έλκει την καταγωγή της από την αρχαία ελληνική μουσική. Το κοινό χαρακτηριστικό των μουσικών της πάντως, που της προσδίδει και το γενικότερο χρώμα της, είναι η ευγένεια του ήχου της και ο πλούτος των μελισμάτων που απαιτεί στην απόδοσή της.

Νεκταρία Καραντζή
http://nektariakarantzi.blogspot.gr/2009/12/blog-post_15.html

(Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά, με κάποιες διαφοροποιήσεις σε ορισμένα σημεία, στο www.musicheaven.gr)

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Απολλοδώρου, «Βιβλιοθήκη»
Απολλωνίου του Ροδίου, «Αργοναυτικά»
Παυσανία, «Αττικά»
Παυσανία, «Μεσσηνιακά»
Λουκιανού, «Προς τον απαίδευτον και πολλά βιβλία ωνούμενον»
Ομήρου, «Ιλιάδα»
Στράβωνα, «Γεωγραφικά» (βιβλίο Ζ΄)

"Νότες Λογοτεχνίας"

Πολιτιστικό ιστολόγιο (από το 2009) και ραδιοφωνική εκπομπή (από το 1999) με συνεντεύξεις, αφιερώματα, ρεπορτάζ, απόψεις, ιδέες και θέσεις γύρω από το Βιβλίο, τη Μουσική και το Ελληνικό Τραγούδι, το Θέατρο και τον Κινηματογράφο, τα Εικαστικά και τη Φωτογραφία, τη Θράκη...

Για αποστολές βιβλίων, περιοδικών, μουσικών έργων (LP-CD), καθώς επίσης και για προτάσεις, ιδέες, παρατηρήσεις, επικοινωνήστε μαζί μας: theodosisv@gmail.com

Το blog δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Δημοσιεύονται άρθρα πολιτιστικού και κοινωνικού περιεχομένου και οι κάθε είδους διαφημίσεις απαγορεύονται.

Επιτρέπεται η χρήση και η αναδημοσίευση των άρθρων και των φωτογραφιών, με σαφή αναφορά της πηγής σε ενεργό σύνδεσμο. Υπεύθυνος - Διαχειριστής: Θεοδόσιος Π. Βαφειάδης.