Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Αλκίνοος Ιωαννίδης - Μόνος επί σκηνής


Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης ανέβηκε στη σκηνή του Μύλου για επτά συναυλίες (4-5-6 & 11-12-13-14 Απριλίου 2011), σημειώνοντας για άλλη μια φορά, μεγάλη επιτυχία. Το κοινό της Θεσσαλονίκης ανταποκρίθηκε όπως ήταν αναμενόμενο και χειροκρότησε θερμά τον αγαπημένο τραγουδοποιό, ο οποίος έδωσε τον καλύτερο εαυτό του, παίζοντας πολλά μουσικά όργανα και ερμηνεύοντας τραγούδια δικά του, αλλά και άλλων δημιουργών. 


Την Τετάρτη 6 Απριλίου 2011 βρέθηκα στο Club του Μύλου και είδα τον κόσμο να κάνει ουρά έξω από την πόρτα, τουλάχιστον δύο ώρες πριν ξεκινήσει το πρόγραμμα. Νέα κυρίως παιδιά που γέμισαν ασφυκτικά τον χώρο και στις 22:30 περίπου ήταν όλοι και όλα έτοιμα για ν’ αρχίσει ένα μαγικό μουσικό ταξίδι, από αυτά που ξέρει καλά να κάνει ο Ιωαννίδης.


Ο ήχος θαυμάσιος, ο φωτισμός εξαιρετικός, αλλά ο χώρος δεν είναι κατάλληλος για τέτοιου είδους ρεσιτάλ. Αυτό που κάνει ΜΟΝΟΣ του τον τελευταίο καιρό ο Ιωαννίδης, είναι ένα πρόγραμμα που ταιριάζει κατά τη γνώμη μου περισσότερο σε θέατρο. Ένα πρόγραμμα κιθάρα-φωνή που απαιτεί από τον ακροατή απόλυτη ησυχία.  Ο Ιωαννίδης ενοχλήθηκε αρκετές φορές από τη φασαρία και γι’ αυτό το λόγο κάποια τραγούδια τα ερμήνευσε χωρίς μικρόφωνο…


Αυτό βέβαια είναι ένα μεγάλο και γενικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όλοι οι καλλιτέχνες, όταν τραγουδούν σε κλειστούς χώρους όλης της Ελλάδας. Δεν αφορά μόνο τον Ιωαννίδη, το Μύλο ή τη Θεσσαλονίκη. Πάντα υπάρχουν στα μαγαζιά αυτά κάποιες παρέες που θα συζητάνε ασταμάτητα, θα γελάνε δυνατά και θα ενοχλούν τόσο αυτούς που είναι επί σκηνής, όσο και αυτούς που είναι εκεί για να παρακολουθήσουν μια μουσική παράσταση.


Πάμε σ’ αυτά που ακούσαμε τώρα. Πότε με την κιθάρα του και πότε με την τεχνική του live-looping, ο Ιωαννίδης παίζει, ηχογραφεί και αναπαράγει επί σκηνής ακουστικά, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά όργανα, δημιουργώντας ηχητικά τοπία μέσα στα οποία λειτουργούν τα τραγούδια. Θα τολμήσω να πω ότι αυτός ο άνθρωπος είναι μια ολόκληρη ορχήστρα από μόνος του και ας έλεγε στην αρχή του προγράμματος ότι δεν ξέρει να παίζει καλά όλα αυτά τα όργανα που έχει γύρω του. Ήταν, για άλλη μια φορά, μαγικός!



Παρακάτω, τα τραγούδια που ακούσαμε:
Παράκληση – Ανεμοδείκτης 1999
Ο Προσκυνητής - Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή 2003
Καθρέφτης - Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος 1997
Ο δρόμος σου είσαι εσύ – Νεροποντή 2009
Απόγευμα στο δέντρο - Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή 2003
Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος - Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος 1997
Καθώς περνά η ώρα - Στην αγορά του κόσμου 1993 (Νίκος Ζούδιαρης)
Δεν μπορώ – Όπως μυστικά και ήσυχα 1995 (Νίκος Ζούδιαρης)
Πατρίδα - Νεροποντή 2009
Ποιητάρης – Που δύσην ως Ανατολή – Παραδοσιακά τραγούδια της Κύπρου 2006
Τρεις καλόγεροι κρητικοί - Που δύσην ως Ανατολή – Παραδοσιακά τραγούδια της Κύπρου 2006
Όνειρο ήτανε - Ανεμοδείκτης 1999
Με τόσα ψέματα - Ανεμοδείκτης 1999
Βυθός - Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος 1997
Απόψε - Νεροποντή 2009
Έχω μια λέξη - Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος 1997
Όσα η αγάπη ονειρεύεται - Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος 1997
Γιατί δεν έρχεσαι ποτέ όταν σε θέλω - Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή 2003
Ο κόσμος που αλλάζει – Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή 2003
Θα’ μια κοντά σου όταν με θες - Ανεμοδείκτης 1999
Ζήνωνος - Στην αγορά του κόσμου 1993 (Νίκος Ζούδιαρης)
Ήταν ανάγκη; - Νεροποντή 2009
Βόσπορος  – Όπως μυστικά και ήσυχα 1995 (Νίκος Ζούδιαρης)
Στην αγορά του Αλ Χαλίλι – Στην αγορά του κόσμου 1993 (Νίκος Ζούδιαρης)
Αδιέξοδο - Ανεμοδείκτης 1999
Νεοέλληνας (στίχοι-μουσική-πρώτη εκτέλεση: Τζίμης Πανούσης)
Κόκκινα χείλια  (στίχοι: παραδοσιακό, μουσική: Νίκος Γράψας, πρώτη εκτέλεση: Δυνάμεις του Αιγαίου)
Μεταφυσικό (στίχοι-μουσική-πρώτη εκτέλεση: Ορφέας Περίδης)
Μην το ρωτάς τον ουρανό – All Allone Am I (μουσική: Μάνος Χατζιδάκις, στίχοι: Γιάννης Ιωαννίδης στα ελληνικά - Arthur Altman στα αγγλικά, πρώτη εκτέλεση: Τζένη Καρέζη στα ελληνικά – Brenda Lee στα αγγλικά)
Κεμάλ (στίχοι: Νίκος Γκάτσος, μουσική: Μάνος Χατζιδάκις, πρώτη εκτέλεση: Αλίκη Καγιαλόγλου)
Θεέ μου μεγαλοδύναμε
…ίσως και κάποια άλλα που δεν θυμάμαι.



Σάββατο 23 Απριλίου 2011

Συνέντευξη με την αξεπέραστη Φλέρυ Νταντωνάκη


Η Φλέρυ Νταντωνάκη (1937-1998) ήταν, είναι και θα είναι μία από τις μεγαλύτερες ελληνίδες ερμηνεύτριες όλων των εποχών. Την γνώρισα, όπως οι περισσότεροι άλλωστε, μέσα από τους δίσκους, μέσα από βιβλία και περιοδικά, μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων που συνεργάστηκαν μαζί της. Αργότερα ήρθαν στα χέρια μου κάποιες σπάνιες ηχογραφήσεις από καλούς φίλους συλλέκτες και το ντοκιμαντέρ "Φλέρυ - Η τρελή του φεγγαριού" του Αντώνη Μποσκοΐτη...

Στο ραδιόφωνο όλα αυτά τα χρόνια μεταδίδω συχνά τα τραγούδια που ερμήνευσε με την θεϊκή φωνή της. Πριν αρκετά χρόνια, μου έκαναν δώρο το βιβλίο που έγραψε ο Γιάννης Μπαχ Σπυρόπουλος για τη Φλέρυ Νταντωνάκη: "Εγώ είμαι ένα σύννεφο..." (Εκδόσεις Ηλέκτρα - 2005) από τη σειρά "Βίοι Αγίων - Υπόγειες Διαδρομές".  
Από αυτό το βιβλίο πήρα τη συνέντευξη που "ανέβασα" σήμερα στο μπλογκ μου. 
Ευχαριστώ τον Άγγελο Κουτσούκη που μου έδωσε την άδεια.

Ο Άγγελος μου είπε όμως και κάποια πράγματα που δεν γνώριζα. Η συνέντευξη με τη Φλέρυ έγινε το Φεβρουάριο του 1989 για το "Δημοτικό Ραδιόφωνο Πειραιά - Κανάλι 1". Από εκείνη τη συνέντευξη δεν έμεινε τίποτα. Η παρακάτω κουβέντα είναι κάποια από αυτά που ειπώθηκαν στο σπίτι της σπουδαίας ερμηνεύτριας, στην πρώτη τους συνάντηση. Δημοσιεύτηκαν στο πρώτο τεύχος του μηνιαίου μουσικού περιοδικού "Δίφωνο" (Οκτώβριος 1995) με εξώφυλλο το Νίκο Παπάζογλου. Επειδή η συνέντευξη δεν υπήρχε πουθενά στο διαδίκτυο και ο Άγγελος δεν την είχε αποθηκευμένη στον Η/Υ του, έκατσα και την έγραψα... με μεγάλη χαρά βέβαια! Τέλος, ο Κουτσούκης μου είπε πως την παρακάτω συνέντευξη τη "χτένισε", όπως λέμε, η σπουδαία δημοσιογράφος Στέλλα Βλαχογιάννη.


τόσο μακριά, αλλά τόσο κοντά

Υπάρχουν κάποιοι μύθοι στη ζωή όλων μας, που δεν μπορούμε να θυμηθούμε πότε ακριβώς συναντηθήκαμε μαζί τους. Πλάσματα μυθικά, με ζωές που διαφέρουν από τον μέσο όρο. Που για να τα πλησιάσεις και να μπεις στη μαγεία που εκπέμπουν, χρειάζονται κάποια στάδια μύησης. Ψάχνουμε να βρούμε πληροφορίες γι’ αυτά και σκοντάφτουμε στη σιωπή. 
Μια τέτοια περίπτωση είναι, ίσως για τους περισσότερους, η Φλέρυ Νταντωνάκη. Συναντηθήκαμε με τη φωνή της στον «Μεγάλο Ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκι. Γοητευθήκαμε από τη φωνή της κι αυτό που κατέθεσε από την ψυχή της. Την ψάξαμε. Κάποιες σποραδικές εμφανίσεις, ελάχιστες. Και αυτές, πιο παλιά. Στη δεκαετία του ΄70 και μία με τη Δήμητρα Γαλάνη στη Ρωμαϊκή Αγορά, στα χρόνια του ΄80. Δισκογραφία: τρεις, τέσσερις δίσκοι. 
Στην ερώτηση «μα πού είναι η Φλέρυ Νταντωνάκη;» κανείς δεν ήξερε να απαντήσει.
Η μυθολογία, που την ακολουθεί, την ήθελε πότε στην Αμερική και πότε στην Ινδία. 
Το 1991 κυκλοφόρησαν τα «Λειτουργικά». Ηχογραφήσεις των αρχών της δεκαετίας του ΄70 στη Νέα Υόρκη, με τον Μάνο Χατζιδάκι στο πιάνο και τη Φλέρυ Νταντωνάκη να τραγουδά παλιά λαϊκά τραγούδια. 

Στο σημείωμά του, στο εξώφυλλο του δίσκου, ο συνθέτης ανάμεσα σε άλλα σημειώνει: «Η Φλέρυ είναι ανεπανάληπτη ακόμα και όταν δοκιμάζει… Της είχα πει πως μια αληθινή τραγουδίστρια περιέχει την τεχνική τελειότητα της Σβάρτσκοπφ και τη γήινη αμεσότητα της Νίνου, και η Φλέρυ στο ντοκουμέντο αυτό αποδεικνύει περίτρανα πως είναι μια αληθινή τραγουδίστρια».

Αυτή τη φορά έψαξα και βρήκα τον αριθμό του τηλεφώνου της. Η πρόφαση ήταν μια ραδιοφωνική εκπομπή. Στην πραγματικότητα ήταν η δική μου ανάγκη να πλησιάσω έναν μύθο που με ακολουθούσε χρόνια.
Με κάλεσε στο σπίτι της. Μιλούσαμε σχεδόν τρεις μέρες με αφορμή αυτή την εκπομπή. Και ο μύθος δεν χανόταν, γινόταν όλο και πιο δυνατός. Κάποια στιγμή κατάλαβα τι σημαίνει τραγουδιστής ή πως θα έπρεπε να είναι οι τραγουδιστές. Τι διαδικασίες πρέπει να περάσουν μέχρι να πούνε ότι μπορούν να ερμηνεύσουν ένα τραγούδι. 
Μιλώντας η ίδια για μια άσχημη εποχή που πέρασε στη ζωή της, μου είπε πως κάποια μέρα που ένιωθε εγκατελειμμένη και προδομένη, πήρε ένα κέντημα και άρχισε να βάζει βελονιές. 
«Τότε μου ήρθε στο μυαλό το τραγούδι του Χατζιδάκι και άρχισα να τραγουδώ… ¨και την πίκρα μου κεντώ…¨. Τώρα πια ήξερα τι έλεγε το τραγούδι… Το είχα νιώσει. Τώρα πια, θα μπορούσα να το ερμηνεύσω».

Η συνέντευξη στο ραδιόφωνο έγινε. Η ίδια νόμιζε ότι δεν τη θυμόταν πια κανείς. Τα τηλεφωνήματα του κόσμου απέδειξαν το αντίθετο. Όταν τη ρώτησα πώς πλησιάζει ένα τραγούδι, απάντησε: «ψάχνοντας τη βαθύτερη ερμηνεία των λέξεων». Απ’ όσα ειπώθηκαν σε αυτή την εκπομπή έμεινε μόνο αυτό που εισέπραξαν όσοι την άκουσαν. Το εφήμερο μιας ραδιοφωνικής εκπομπής έχει πάντα τη δική του γοητεία. 
Έμεινε, όμως, και μια κασέτα από τις συζητήσεις που έγιναν στο σπίτι της. Όταν, έπειτα από περίπου πέντε χρόνια, απομαγνητοφώνησα την κουβέντα, πολλοί φίλοι και γνωστοί μού ζητούσαν να τη διαβάσουν. Μόνο που οι τυπωμένες λέξεις χάνουν το αίσθημα, τον χρωματισμό και την ένταση της στιγμής που λέγονται. Μόνο έτσι, όμως, μένουν. 
Και σήμερα, που η Φλέρυ Νταντωνάκη διάλεξε τον δρόμο της ουσιαστικής σιωπής, με αυτές τις κουβέντες μας βάζει σε έναν κόσμο τόσο αληθινό και αγνό, που δύσκολα πλησιάζεται πια.



Κυρία Νταντωνάκη, ποια είναι τα στοιχεία και ποιες οι διαδικασίες που πρέπει να κατέχει μια τραγουδίστρια για να φτάσει στο σωστό αποτέλεσμα;

Για να βγάλει ένα αποτέλεσμα σωστό χρειάζεται «τεχνική». Αλλά για να είναι και αληθινό, οι τεχνικές είναι περισσότερες από μία. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει η τεχνική της παρουσίασης επί σκηνής. Όταν τραγουδούσα το 1965 στην Αμερική, ήμουν ηθοποιός και όχι μια φωνή πειθαρχημένη στον συνθέτη. Είχα πολύ έντονη την ανάγκη να είμαι μία παρουσία επί της σκηνής, οπότε τραγουδούσα με περισσότερα ανεβάσματα, με μια ροή πιο ελεύθερη από τη συγκεκριμένη παρουσία που είχα αργότερα με το Μάνο Χατζιδάκι. Το επόμενο στάδιο είναι ότι πρέπει να ξέρει κανείς την ερμηνεία, τη βαθύτερη ερμηνεία των λέξεων. Αυτό ακριβώς μελέτησα ανάμεσα στο 1965 και το 1970. Την ερμηνεία του τραγουδιού, τη βαθύτατη ερμηνεία του λόγου. Εκεί εμβάθυνα περισσότερο στην ανάγκη να ερμηνεύσω όχι ολόκληρο το ποίημα, όχι μόνο τις εικόνες, αλλά και τις εικόνες και το ποίημα, ή τα τρία διαφορετικά ρήματα που μπορούν να εκφράσουν όλο αυτό το πράγμα. Μετά, έρχεται η τεχνική της ερμηνείας ενός τραγουδιού, που ο Μάνος Χατζιδάκις, όταν τη δίδασκε, έλεγε ότι πρέπει να μην ενδιαφέρεσαι τόσο πολύ για το αποτέλεσμα, ώστε το τραγούδι που υπάρχει μέσα σου να βγαίνει. Δύσκολο και σπάνιο. Σημαίνει μια βαθύτατη συγκέντρωση, ανά πάσα στιγμή, στον ήχο και στη νότα, έτσι που να βγαίνει η φωνή σου τόσο αγνά, ώστε να μην προκαθορίζεις το αποτέλεσμα. Είναι, επίσης, η αυτοσυγκέντρωση, και - ίσως – ένα είδος πειθαρχίας που πρέπει να έχεις. Παίρνω ένα ποίημα, αν είναι του Καβάφη θα πρέπει να διαβάσω όλα τα ποιήματα του Καβάφη, θα πρέπει ίσως να διαβάσω και το «Κουαρτέτο» του Νταρέλ, για να μπορέσω να «πιάσω» τις μυρωδιές, τις αισθήσεις, την ομορφιά της Αλεξάνδρειας, για να μπορέσω να αποδώσω τον Καβάφη.
Αυτά, λοιπόν, είναι πάρα πολλά πράγματα τα οποία συνδέονται μέσα σ’ ένα τραγούδι, και γι’ αυτό πολύ συχνά λέω πως όταν προσπαθώ να τραγουδήσω, είναι σαν να προσπαθώ να γεννήσω ένα παιδί. Μου είναι τόσο δύσκολο να πω ένα τραγούδι και γι’ αυτό όταν με ρωτάνε «μα, γιατί, κυρία Νταντωνάκη, δεν τραγουδάτε;» απαντώ, «γιατί δεν είναι εύκολο». Δεν είναι να βγει η φωνή σου, πρέπει όλο σου το είναι, όλη σου η ύπαρξη να λέει το τραγούδι. Αυτό περίπου ήθελα να σου πω, αλλά το είπα με πάρα πολλά λόγια.


Κυρία Νταντωνάκη, μιλήσατε για τεχνικές, αλλά η μαγεία στο τραγούδι μπορεί να εξηγηθεί με λόγια;

Μαγεία δημιουργείται όταν υπάρχει εσωτερική υγεία, κατανόηση του εαυτού μας, άρα κατανόηση του άλλου. Με την κατανόηση αυτή υπάρχει αγάπη αδελφική και παραδοχή. Έτσι δημιουργείται αυτό που λέμε μαγεία. Όταν τραγουδάς και αγαπάς αυτά που λες, και αγαπάς το ότι σου δίνεται  η ευκαιρία να τα πεις, και μέσα σ’ αυτό υπάρχει μια τρυφεράδα και μια σεμνότητα, κι όταν αυτό που μεταδίδεις είναι κάτι που το έχεις ζήσει, το έχεις νιώσει, το έχεις αισθανθεί, έχεις πονέσει για να το βρεις, τότε είσαι πανευτυχής που το τραγουδάς, τα λόγια απευθύνονται στο κοινό, το κοινό το αγαπάς και τραγουδάς έτσι ώστε να εισέλθεις στην ακοή τους, στην καρδιά τους, στην ψυχή τους. Ε, τότε δημιουργείται κάτι σαν μαγεία…


Τραγουδήσατε κάποτε λαϊκά τραγούδια, μοναδικά μεν αλλά και μ’ έναν τρόπο που κανείς πριν δεν τα είχε αποδώσει. Δεν ήταν πολύ λυρικός ο τρόπος που τα ερμηνεύσατε;

Όταν συνάντησα το Μάνο Χατζιδάκι ήξερε ότι είχα μία βαθύτερη απασχόληση με την ερμηνεία και ταυτιστήκαμε πολύ στο γεγονός ότι έπαιρνα ένα λαϊκό τραγούδι και δεν το έλεγα λαϊκά, το έλεγα με τον δικό μου τρόπο. Με έκανε να νιώσω πως σωστά έκανα τη δική μου ερμηνεία. Βέβαια, ο ίδιος είχε εγκαθιδρύσει πια την ιδέα του λαϊκού τραγουδιού σε μια απόδοση πιο κλασική, πιο λυρική, οπότε ήταν εύκολο για μένα να είμαι λυρική στο λαϊκό τραγούδι, χωρίς να ντρέπομαι τι θα πουν οι γνήσιοι ρεμπέτες. Ο Μάνος είχε μια ελευθερία και μέσα σ’ αυτή την ελευθερία είχε και μια πειθαρχία κλασική, και με βοήθησε πολύ. Όλο το 1971 εργαστήκαμε στο σπίτι του και με ενθάρρυνε συνέχεια να αυτοσχεδιάζω. Θυμάμαι του έλεγα πόσο φοβάμαι μήπως βγει μια νότα ψεύτικη. Μου απαντούσε «μην ανησυχείς καθόλου, εφόσον ακούς και τη μία σου τη νότα, την ψεύτικη, αυτό σημαίνει ότι μπορείς να τα καταλάβεις όλα».



Αν σας ρωτούσα για τους τραγουδιστές που σας αγγίζουν πολύ, ποιους θα αναφέρατε;

Η μεγαλύτερη τραγουδίστρια για μένα είναι μια τραγουδίστρια από την Αίγυπτο, λέγεται Ουμ Καλσούμ, και όταν ζούσε και τραγουδούσε οι άνθρωποι ανέπνεαν μαζί της, τραγουδούσαν μαζί της και αναστέναζαν μαζί της. Η Ουμ Καλσούμ έχει αυτή την ειδικότητα, ότι, όπως εγώ έχω μια τρυφερότητα και μια ευαισθησία, αυτή κάνει τον πόνο και την απελπισία της μια θαυμάσια αναπνοή, με μουσική μαζί. Είναι εκπληκτική. Αυτή είναι η τραγουδίστρια που με έχει εντυπωσιάσει πολύ, καθώς και μερικοί τραγουδιστές από την Ινδία. Γιατί, όταν τραγουδούν, νομίζεις ότι υπάρχουν πουλιά μέσα στο στόμα τους, νομίζεις ότι είναι περισσότερο από μια φωνή. Η φωνή τους έχει μια αλήθεια πολύ βαθιά.


Κάποια τραγούδια που αγαπάτε πολύ;

Ένα τραγούδι από τον «Δον Κιχώτη», που έγινε μουσικό έργο στην Αμερική και λέει: «Να ονειρευτείς το απίθανο όνειρο, να πολεμήσεις έναν άνθρωπο που δεν μπορείς να νικήσεις ποτέ, να είσαι υπεύθυνος και να κάνεις πορεία μέσα στην ίδια την κόλαση για μια αιτία ουρανού…»
Και ένα τραγούδι που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις, με το οποίο συνδέω τον εαυτό μου, παρ’ όλο που το έγραψε για μένα. Είναι «Η Μαριάνθη των Ανέμων».


Κυρία Νταντωνάκη, να σας ρωτήσω ποια είναι τα αποτελέσματα αυτού του θαυμαστού πράγματος που λέμε έρωτα; Τι ρόλο έπαιξε στη ζωή σας;

Τα αποτελέσματα… Όχι η διαδικασία, ούτε η προετοιμασία, ούτε το άγχος, ούτε η αγωνία, ούτε ο πόνος που δεν τον κατακτάς… Όταν τον κατακτήσεις; Δεν θα ήμουν ειλικρινής αν το έλεγα τώρα, διότι δεν είμαι αυτή τη στιγμή μέσα στην ομορφιά, που πιστεύω ότι υπάρχει σε μια ολοκληρωμένη συζυγική και ερωτική ευτυχία. Και -επομένως- θα μπορέσω να μιλήσω μόνο ποιητικά, όπως μιλούν οι καλλιτέχνες. Ποια είναι τα αποτελέσματα του έρωτα… Ο έρωτας είναι το πρώτο σκαλοπάτι, το δεύτερο είναι η τέχνη και το τρίτο είναι η θρησκεία. Εγώ, φαίνεται ότι άρχισα μάλλον από το μεγάλο σκαλοπάτι, το τρίτο, τη θρησκεία.
Φιλοδοξία μου ήταν να σπουδάσω όλες τις θρησκείες, όλων των χωρών. Το έκανα. Το δεύτερο σκαλοπάτι είναι η τέχνη. Και με την τέχνη ενώθηκα. Με τον Θεό, βέβαια, δεν ενώνεσαι ποτέ, γιατί είναι πολύ Μεγάλος και Απέραντος. Ενώθηκα με την ιδέα του Θεού, με την ιδέα του Χριστού, με την ιδέα της αγάπης, της απλότητας όλων των θρησκειών, όλων των χωρών, όλων των ανθρώπων, όλων των φυλών. Το δεύτερο σκαλοπάτι είναι, όπως είπα, η τέχνη. Που έχει, επίσης, τον πόνο της μη εκπλήρωσης, υπάρχει πάντα αυτό το σημείο Χ μεταξύ του καλλιτέχνη και του αποτελέσματός του, αυτό το σημείο Χ που δεν είναι ευκολοεύρετο ή ευκολόπιαστο. Και μετά, το πρώτο σκαλοπάτι, ο έρωτας, στο οποίο ελπίζω να κατέβω και να δοκιμάσω όλα αυτά τα αποτελέσματα της δεκαπεντάχρονης θηλυκής οδύσσειας που έκανα. Εκεί, βέβαια, όλο και σκοντάφτουμε και βρίσκουμε τον εαυτό μας. Εκεί η ένωση είναι πολύ απλή, η αισθησιακή ένωση, αλλά πάρα πολύ δύσκολη η αληθινή ένωση, δηλαδή η ολοκλήρωση. Πιστεύω ότι όταν ο έρωτας είναι ολοκληρωμένος, όταν καταλαβαίνονται δύο άνθρωποι και όταν μπαίνεις σε αυτή τη διαδικασία με την αίσθηση ότι ο χώρος αυτός είναι ιερός, τότε δεν υπάρχει πλήγωμα, ούτε από τη μια πλευρά ούτε από την άλλη. Οι Βρετανοί λένε ότι η σωστή ερωτική συμπεριφορά κάνει την αλήθεια, και η σωστή ερωτική συμπεριφορά είναι όταν σέβεσαι τον σύντροφό σου και δεν τον πληγώνεις. Καλύτερα να πληγώσεις τον εαυτό σου παρά τον σύντροφό σου. Αυτό είναι το κλειδί.




Έχετε ταξιδέψει πολύ, έχετε γνώσεις πολλές, έχετε γνωρίσει πολλά πράγματα από κοντά. Θα ήθελα, μέσα από αυτές τις εμπειρίες σας, να μου πείτε πώς βλέπετε τον εαυτό σας;

Βλέπω τον εαυτό μου σαν μια γυναίκα αδύναμη και απλή, και ταυτόχρονα πολλές φορές σαν μια γυναίκα δυνατή, που δεν είναι απλή καθόλου. Νιώθω ακόμα σαν να κάνω τα πρώτα μου βήματα. Είναι πάρα πολλά στοιχεία που δεν έχουν απόλυτα ειπωθεί και δεν έχουν βρει απόλυτα την ολοκλήρωσή τους μέσα μου.


Είστε ένα από τα λίγα πρόσωπα στην Ελλάδα, στα μουσικά πράγματα τουλάχιστον, που σας περιβάλλει ένας μύθος, με την έννοια ότι είστε σημείο αναφοράς. Εμφανίζεστε σπάνια, οι δίσκοι σας ποσοτικά είναι λίγοι, αρνείστε να βγάλετε χρήματα από το τραγούδι. Τι συνεπάγονται όλα αυτά;

Είμαι βουδάκος, ένας μικρός βουδάκος. Δεν υπάρχουν μύθοι, υπάρχει απλώς μια περιπέτεια την οποία έζησα επειδή ταξίδεψα πολύ στις Ινδίες, στην Αμερική, στην Αγγλία, έτσι ώστε οι άνθρωποι να λένε: «Καλά, είσαι μια τραγουδίστρια όχι όπως όλες οι άλλες που έκαναν την καριέρα τους και πατούσαν σε στέρεο έδαφος, εσύ ήσουν σα να ακροβατούσες κατά κάποιον τρόπο». Αυτό το έλεγαν γιατί, αντί να προσπαθήσω να κάνω καριέρα, προσπάθησα να βρω τον εαυτό μου. Και για να βρω τον εαυτό μου, χρειάστηκε να πάω σε όποιον δάσκαλο άκουγα ότι είναι καλός. Και δεν ήταν όλοι καλοί. Το Θιβέτ ήταν θαυμάσιο, στην Αμερική γνώρισα κάποιους θαυμάσιους ανθρώπους, όπως ο Τζάλοφ ή ο Βίλχεμ Ράιχ. Δεν είναι, λοιπόν, ότι ως τραγουδίστρια είμαι διαφορετική, είναι ότι εκτός του ότι τελείωσα το πανεπιστήμιο και σχολή ηθοποιίας, και είμαι και ηθοποιός, ξόδεψα σχεδόν 20 χρόνια από τη ζωή μου ψάχνοντας να βρω το μέσα μου, ψάχνοντας να καταλάβω τον πλανήτη μας, έτσι όπως είναι. Αυτό δεν είναι μύθος, πολλοί άνθρωποι το έχουν κάνει στην εποχή μας. Πολλοί άνθρωποι που βλέπεις να ταξιδεύουν, που ψάχνουν την ψυχή τους και τον εαυτό τους. Ας πούμε, ο Άλμπερτ Σβάιτσερ ή η Μητέρα Τερέζα, έχουν κάνει πιο εμφανή την οδύσσειά τους, η οποία όμως σαν αποτέλεσμα έχει το εσωτερικό φως και την εσωτερική καθοδήγηση του εαυτού μας. Και πια δεν ζητάς δασκάλους, ζητά από τον εαυτό σου να καθοδηγηθείς. Μέχρι, όμως, να το περάσεις αυτό, περνάς από πολλές καμάρες, μερικές όμορφες, άλλες σκληρές, άλλες λιγάκι σκοτεινές.

Ναι, αλλά θα μας πείτε γιατί δεν εμφανίζεστε, γιατί δεν τραγουδάτε;

Είναι επειδή δούλευα. Επειδή δούλευα για να βρω τον εαυτό μου πριν εμφανιστώ. Πώς προετοιμάζεται ένας χορευτής, που κάνει την άσκηση για να είναι το σώμα του τέλειο, εγώ προετοίμαζα την ψυχή μου. Λάβε υπόψη σου και τα χρόνια για τα οποία μιλάμε, ήταν τα παιδιά του ΄65, ήταν η εποχή των Μπίτλς, η εποχή των λουλουδιών, είχα συγκινηθεί, είχα βρεθεί εκεί και έψαχνα να βρω τον Χριστό μέσα μου, τον ίδιο τον Χριστό, με την έννοια αυτών που διδάσκει, αυτά τα απλά πράγματα, το ν’ αγαπάς τον άλλον όπως τον εαυτό σου, και να τον αγαπάς και να είσαι παράλληλα ο εαυτός σου. Αυτά τα πράγματα τα έψαχνα, τα έχανα και τα ξανάβρισκα, μέχρι που να νιώσω, ναι, αυτό είναι το σπίτι μου και σ’ αυτό το σώμα που θα ζήσω θέλω να το ξέρω, να το αγαπώ, να το σέβομαι και να το καταλαβαίνω τόσο πολύ, που να μου φαίνεται το ίδιο πράγμα να σέβομαι και ν’ αγαπώ εσένα.


Κυρία Νταντωνάκη, ο Ελύτης κάπου λέει πως γράφει γι’ αυτούς που δακρύζουν κρυφά. Εσείς για ποιους τραγουδάτε;

Εγώ νομίζω ότι τραγουδάω γι’ αυτούς που ψάχνουν την αλήθεια κρυφά και δεν το παραδέχονται οι ίδιοι, γιατί όταν ψάχνεις την αλήθεια ή ντρέπεσαι που ψάχνεις κάτι τόσο σπάνιο, ή ντρέπεσαι που οι άλλοι θα σε παρεξηγήσουν γιατί νομίζουν πως η αλήθεια είναι κάτι απλό. Πιθανόν, αυτοί αγαπούν τα τραγούδια μου, γιατί αυτοί μ’ έκαναν να καταλάβω πως μέσα στα τραγούδια μου υπάρχει μια ευαισθησία, ένας φόβος και μια τρεμάμενη παρουσία. Αναρωτιέμαι πάντοτε όταν τραγουδάω: «Τραγουδάω σωστά; Λέω πραγματικά το αληθινό μήνυμα, είμαι αληθινή;»


Τελειώνοντας την κουβέντα μας, να σας ρωτήσω ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η δική σας αίσθηση όταν τραγουδάτε;

Μου πήρε χρόνια να το καταλάβω, μέχρι που το κατάλαβα. Η δική μου αίσθηση από τη φωνή μου; Μια τρεμάμενη αλήθεια.

Τρεμάμενη αλήθεια, λοιπόν;

Επειδή όλοι τρέμουμε όταν λέμε την αλήθεια, μήπως δεν είμαστε σίγουροι γι’ αυτή, γιατί υπάρχουν πολλές αλήθειες.

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Συνέντευξη με τον αξέχαστο Άκη Πάνου


Το blog «Να μείνουν μόνο τα τραγούδια» έχει την ιδιαίτερη χαρά και τιμή να φιλοξενεί μια εξαιρετική συνέντευξη του σπουδαίου μουσικού, συνθέτη και λαϊκού ποιητή  Άκη Πάνου (1933-2000), στον αγαπημένο ραδιοφωνικό παραγωγό, δημοσιογράφο και άνθρωπο της δισκογραφίας  Άγγελο Κουτσούκη.

Η συνέντευξη αυτή έγινε το 1993 στο «Κανάλι 1 – Δημοτικό Ραδιόφωνο Πειραιά» και πολλά χρόνια μετά δημοσιεύτηκε στο «Όασις» (μηνιαίο περιοδικό λαϊκής μουσικής που δεν κυκλοφορεί πια).

Ο Άγγελος Κουτσούκης έχει ένα πλούσιο αρχείο με πολλές σημαντικές ραδιοφωνικές κυρίως συνεντεύξεις. Οι περισσότερες δεν έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες, περιοδικά και διαδίκτυο. Στο μέλλον, αυτό το μπλογκ, θα φιλοξενήσει κάποιες από αυτές τις συνεντεύξεις. Ας κάνουμε την αρχή με τον αξεπέραστο Άκη Πάνου.


Ο Άκης Πάνου, εκτός από σημαντικός συνθέτης, υπήρξε και μια μορφή εμβληματική. Αποστασιοποιήθηκε νωρίς από τα δεδομένα της δισκογραφίας και, ουσιαστικά, αποσύρθηκε στην Ξάνθη απέχοντας από τα μουσικά δρώμενα αλλά όχι από την κοινωνική πραγματικότητα.
Δύσκολο να τον βρει κανείς, και ακόμα δυσκολότερο να τού ζητήσεις μια συνέντευξη. 
Αυτό τουλάχιστον ‘κυκλοφορούσε’ γύρω από το όνομά του στα τέλη της δεκαετίας του ’80.
Συναντηθήκαμε τυχαία, όταν έδωσε ένα τραγούδι του στον Γιώργο Σαρρή το 1993. 
Είχε τίτλο "Χλόη" και μετά από τόσα χρόνια, συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όλους να το αναζητήσουν. Έχοντας κανονίσει μια συνέντευξη με τον Γιώργο Σαρρή, για τον συγκεκριμένο δίσκο, φτάνοντας στο ραντεβού τον βρήκα να με περιμένει μαζί με τον Άκη Πάνου.
Η αλήθεια είναι ότι τα έχασα, γιατί στο μυαλό μου ήταν ήδη μύθος και μέσα από τα τραγούδια του και, κυρίως, μέσα από τον τρόπο ζωής που είχε επιλέξει. 
Η συνέντευξη που ακολουθεί έγινε εκείνη την στιγμή, χωρίς να έχω προετοιμάσει βέβαια, τίποτα.
Οι ερωτήσεις που του έκανα ήταν αυτές που θα του έκανε οποιοσδήποτε βρισκόταν στην θέση μου. Ερωτήσεις που έβγαιναν αυθόρμητα, γιατί και ο ίδιος ήταν φιλικός όσο λίγοι.
Η κουβέντα έγινε και δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Μαγεύτηκα από τον λόγο του και κυρίως από την προσωπικότητα του. 
Ο Άκης Πάνου, νομίζω, δεν υπήρξε αυτό που λέμε "καθημερινός’"άνθρωπος.
Η κάθε του κουβέντα είχε μια βαρύτητα που σπάνια συναντάς. Και μια σιγουριά βιωμένη. Μιλούσε και ένοιωθες ότι αυτός ο άνθρωπος είχε έναν κώδικα τιμής. Εντελώς δικό του και γι’ αυτό απαραβίαστο.
Τα χρόνια πέρασαν και τα γεγονότα είναι γνωστά. Αν διαβάσετε την κουβέντα που ακολουθεί, μπορεί να διαφωνήσετε σε κάποια επιμέρους σημεία. Εκεί που, νομίζω, συμφωνούμε όλοι, είναι πως δημιουργοί με την προσωπικότητα του Άκη Πάνου δεν εμφανίζονται εύκολα.

Κύριε Πάνου να αρχίσουμε την κουβέντα μας από μια ερώτηση που όλοι, φαντάζομαι, θα ήθελαν να σας απευθύνουν. Γιατί δεν επιστρέφετε στη δισκογραφία; Γιατί δεν εμφανίζεστε; Σας ψάχνουμε και δεν σας βρίσκουμε πουθενά. Ζείτε απομονωμένος στην Ξάνθη....

Κι εγώ με ψάχνω [βάζει τα γέλια]. Λείπω απ' τη δισκογραφία από το 1982 που έκανα ολόκληρη δουλειά με το Νταραλάκι.

Εννοείτε με το Γιώργο Νταλάρα...

Καλά! Νταράλας, Νταλάρας… δεν έχει σημασία. Και το 1985 έδωσα πέντε τραγούδια στο Γιώργο Μαργαρίτη. Απέχω ουσιαστικά από το 1985.

Να ξαναρωτήσω τον λόγο;

Είναι απλός. Η υπερεκμετάλλευση η οποία δεν είναι ανεκτή από μένα.

Και πόσο λέτε να κρατήσει η αποχή σας; Δεν βλέπετε το ενδεχόμενο να συνεργαστείτε με κάποια άλλη εταιρεία δίσκων;

Όχι. Οι εταιρείες που συζητάω και συνεργάζομαι νομίζω είναι οι μεγαλύτερες. Και αφού δεν τα βρίσκω με τις μεγαλύτερες πως θα τα βρω με τις μικρότερες;




Κύριε Πάνου, βλέπετε πια τα πράγματα εκ του μακρόθεν. Από την Ξάνθη που  μένετε. Άρα, είστε ανεπηρέαστος. Πώς βλέπετε το ελληνικό τραγούδι σήμερα;

Νομίζω ότι το ελληνικό τραγούδι ακολουθεί το δρόμο του. Και το λέω για πολλοστή φορά. Θεωρώ το τραγούδι το μελοποιημένο χρονογράφημα κάθε εποχής. Όταν η εποχή είναι καλή, το τραγούδι είναι καλό… Όταν η εποχή είναι σάπια, το τραγούδι είναι σάπιο. Όταν η εποχή είναι τραλαλά, όπως τώρα, το τραγούδι είναι τραλαλά. Ιστορικά έχει την αξία του. Αισθητικά είναι τελείως υποκειμενικό το πράγμα, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που διασκεδάζουν με τα σημερινά τραγούδια και τους αρέσουν. Δεν μπορώ, λοιπόν, να πω ότι το σημερινό τραγούδι διαγράφεται. Μπορεί να μην περνάει από την δική μου αισθητική, από τα δικά μου αισθητικά φίλτρα, αλλά αυτό είναι καθαρά προσωπικό. Σαν ιστορικό στοιχείο έχει την ίδια αξία που έχει  οποιοδήποτε σημαντικό έργο. Σκιαγραφεί την εποχή. Σήμερα, είναι κακό το τραγούδι, μπορούμε να το πούμε έτσι, για  τα γούστα τα δικά μας. Όμως μετά από 20 - 30 χρόνια, όταν αυτά τα πράγματα ταξινομηθούν και τα δούμε ψύχραιμα, μπορεί να φαίνονται αλλιώς. Θα πρέπει να σκεφτούμε ότι αυτή την εποχή προβάλουμε τραγούδια παλιά, που εγώ σαν παιδί δεν τα έπαιξα ποτέ. Δηλαδή, ανέβηκα στο πάλκο το 1946, βγήκα στο πεζοδρόμιο το 1943, κατέβηκα το 1958. Έκανα δώδεκα χρόνια. Υπάρχουν, λοιπόν, τραγούδια παλιά, που εμείς δεν τα παίξαμε ποτέ. Γιατί δεν μας άρεσαν. Και τα ακούω τώρα. Και αντιλαμβάνομαι ότι μπορεί να μην περνούσαν από τη δική μου αισθητική, σαν τραγούδια, όμως, μείνανε. Το ίδιο νομίζω ότι θα συμβεί και με το σημερινό τραγούδι. Υπάρχουν ορισμένα τραγούδια που εμείς δεν τα δεχόμαστε σήμερα, όμως, εξετάζοντας άλλοι τα πράγματα, εκείνη την ώρα θα τα αναφέρουν σαν ιστορικά στοιχεία.

Αν όμως κοιτάξουμε πίσω, ας πούμε την δεκαετία του ’60, μια από τις πιο σημαντικές εποχές για τα μουσικά μας πράγματα, θα διαπιστώσουμε ότι δεν έμειναν τα αμφίβολης ποιότητας τραγούδια, έμειναν τα καλά.

Το κόσκινο γίνεται πάντοτε. Θέλω να πω όμως, ότι ακόμα και το χειρότερο τραγούδι, σαν ιστορικό στοιχείο, έχει την αξία του. Δηλαδή, η Λαίς ήταν μία πόρνη. Ιέρεια την έλεγαν. Τελικά αυτή η πόρνη έχει μείνει σαν μια φιγούρα πανέμορφη στη συνείδηση του κόσμου. Έχει ωραιοποιηθεί. Θα φάνε κι αυτά την πούδρα τους και θα περάσουν τελικά.

Είπατε ότι ξεκινήσατε το 1943 το πεζοδρόμιο. Όχι να παίζετε;

Έπαιζα από πριν. Το 1943 βγήκα στα ταβερνάκια για να οικονομήσω τον επιούσιων που λένε. Μέσα στην κατοχή. Ήμουνα τότε δέκα χρονών. Αλλά έπαιζε ο αδελφός μου, έπαιζε ο αδελφός της μητέρας μου, βρήκα όργανα στο σπίτι. Έτσι, έπαιζα από μικρός. Συνόδευα τον αδελφό μου. Στο σπίτι βέβαια. Δεν ήταν επαγγελματίας. Ήταν σκαλιστής στο επάγγελμα. Ερασιτέχνης μουσικός. Όσον αφορά εμένα, στα δέκα μου χρόνια ήμουν ώριμος μουσικός, μπορούσα να βγω να παίξω.


Το λαϊκό τραγούδι εκείνη την εποχή ήταν σχεδόν στην παρανομία, έτσι δεν είναι;

Το ρεμπέτικο. Αυτή η μορφή του λαϊκού τραγουδιού. Γιατί και το δημοτικό είναι μια μορφή λαϊκού τραγουδιού. Ο λαός τότε ήταν έτσι και εκφραζόταν έτσι. Μετά ήρθε το αστικό τραγούδι. Μετά πέταξαν το λαϊκό και ήρθε το αρχοντορεμπέτκο με τον Σουγιούλ. Αυτοί είναι ορισμοί που εμένα δεν με ενδιαφέρουν. Το λαϊκό τραγούδι είναι ένα, ενιαίο, ομοούσιο και αδιαίρετο. Έχει διαφοροποιήσεις που συμβαδίζουν με τις διαφοροποιήσεις της κοινωνίας.

Πώς είδατε, λοιπόν, εσείς εκείνη την εποχή την τόσο καθοριστική γύρω στο 1950; Το ρεμπέτικο εξελίσσεται σε λαϊκό. Ο Βασίλης Τσιτσάνης έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη. Έτσι δεν είναι;

Μ’ αρέσει να είμαι ειλικρινής. Ο Τσιτσάνης είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο κεφάλαιο, δεν θα πω εγώ στον κόσμο τι είναι ο Τσιτσάνης. Νομίζω ότι εμένα προσωπικά δεν με επηρέασε καθόλου. Όταν το 1946 ακούσαμε  για πρώτη φορά την «Συννεφιασμένη Κυριακή» μας φάνηκε σαν ένα πράγμα που ήταν εντελώς καινούργιο. Όμως βαθύτερα αν ψάξουμε την «Συννεφιασμένη Κυριακή», είναι το Πολυχρόνιο της εκκλησίας. Είναι Βυζάντιο. Κατά τ’ άλλα ο Τσιτσάνης έφερε το μουσικό αισθητήριο της επαρχίας στην Αθήνα. Επειδή εμένα η μητέρα μου είναι Πειραιώτισσα και ο πατέρας μου Αθηναίος, αυτό το πράγμα δεν με άγγιξε. Αυτός που με επηρέασε πάρα πολύ και ίσως ήταν η αιτία που χώθηκα σε αυτά τα πράγματα, ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης. Είναι καθοριστικός.

Τον γνωρίσατε;

Βεβαίως.


Ποια ήταν η εντύπωση που σας άφησε τελικά; Είναι θρύλος πια.

Ήταν πολύ μεγάλος σε σχέση με μένα στην ηλικία. Δεν είχα τόσο πολύ θάρρος μαζί του. Εμείς είχαμε μάθει να σεβόμαστε τους πρεσβύτερους. Δεν μπορώ, λοιπόν, να πω  τι αισθανόμουνα για το Μάρκο. Αυτό που ξέρω, όμως, είναι ότι  ο Μάρκος με αγαπούσε και με τις κουβέντες του με όπλισε με κουράγιο, να γράψω τα πάντα στα παλιά μου τα παπούτσια και να πορεύομαι όπως θέλω. Ο Μάρκος ήταν μη ελισσόμενος. Δεν ήξερε από τέτοια. Ο Τσιτσάνης μπορούσε να πει για κάποιους πέντε πράγματα εις βάρος τους και την άλλη μέρα να πάει να παίξει γι’ αυτούς. Ένας άνθρωπος, όπως όλοι τους σχεδόν, πού ελισσόταν. Δεν ήταν ένας άνθρωπος που υπολόγιζε μόνο την προσωπική του άποψη. Ο Μάρκος είπε αυτά που ήθελε να πει, την αλήθεια της εποχής του. Αυτός είναι ο κρίκος της επαφής που έχω εγώ με το  Μάρκο. Εντάξει, υπάρχουν κάποια τραγούδια μου πού είναι ρεμπέτικα, αλλά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, ας πούμε «Ο Πυρετός» που τραγούδησε η Μαρινέλα, ούτε το «Ήπια τα χείλη σου και χάνομαι».


Αυτά είναι λαϊκά τραγούδια και έχετε γράψει στη δεκαετία του ’60 και του ’70  λαϊκά τραγούδια πού είναι πιο σημερινά από πολλά άλλα σημερινά. Θα σταθώ σε κάποια πού έχει τραγουδήσει ο Στέλιος Καζαντζίδης, πού τα θεωρώ επαναστάσεις για εκείνα τα χρόνια. Τελικά κύριε Πάνου, είστε ένας από τους ανθρώπους πού είτε το θέλετε είτε όχι, είστε μύθος για τους νεότερους, κι αυτό μέσα από αυτά πού έχετε γράψει.

Κοιτάξτε, ειδικά αυτά τα τραγούδια που αναφέρετε, γιατί μιλάμε για το 1973, και το ξεκαθαρίζω αυτό για να μην υπάρχει παρεξήγηση, δεν είμαι ούτε αντιστασιακός, ούτε τίποτα, αυτά λοιπόν τα τραγούδια όταν κυκλοφόρησαν υπήρχε κι ένα ανάμεσά τους και θα το αναφέρω. «Τα όνειρα χτίζονται». Αυτό το τραγούδι υπήρχε στην αγορά πριν από το Πολυτεχνείο. Κι έλεγα εγώ στα παιδιά ότι τα όνειρα χτίζονται. Δεν γίνονται με την σκέψη μόνο. Και τα όνειρα είναι φλούδες. Κι αυτού του είδους η αντίσταση είναι λόγια. Δεν πιστεύω, ας πούμε, ότι το Πολυτεχνείο ανέτρεψε την δικτατορία. Εγώ πιστεύω ότι αν δεν είχε γίνει το Κυπριακό, δεν θα είχε φύγει ποτέ η δικτατορία. Για να ξαναγυρίσω όμως στην εποχή και την σχέση με το δικό μου τραγούδι, το σήμα που είχαν πάρει τα παιδιά στο Πολυτεχνείο έλεγε  «η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταμπούρλα». Εγώ πιστεύω ότι όταν σκοτώνονται, η ζωή πάει δύο μέτρα κάτω από τη γη, δεν τραβάει καμιά ανηφόρα. Και μετά έλεγαν «τούτο το χώμα είναι δικό τους και δικό μας». Και τους λέω «το χώμα δεν είναι κανενός. Εμείς είμαστε του χώματος». Γιατί την ίδια ώρα πού λες αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας, αυτόματα εκείνη την ώρα βάζεις τον Άγγελο απέναντι στον Γιώργο να μαλώσουν ποιανού είναι το χώμα.


Η λέξη «πολιτική» τι σας λέει;

Όταν λέμε πολιτική - είναι πολύ μεγάλο θέμα. Υπάρχει η παγκόσμια πολιτική οργάνωση. Υπάρχει το υποκατάστατο της, που είναι η πολιτική του κάθε κράτους. Υπάρχουν τα υποκατάστατα της πολιτικής του κάθε κράτους που είναι ο κομματισμός. Υπάρχουν τα υποκατάστατα των κομμάτων που είναι κάποιες ομάδες, επομένως σε πιο επίπεδο να συζητήσουμε;

Η λέξη «πολιτική» με δύο λέξεις τι σας λέει; Τι σας έρχεται στο μυαλό ακούγοντάς την;

Το αισχρότερο επάγγελμα πού υπάρχει. Δεν υπάρχει αισχρότερο επάγγελμα. Είναι ένα επάγγελμα που προϋποθέτει καλή γνώση του χειρισμού του ψέματος, γι’ αυτό και η πλειοψηφία των πολιτικών είναι δικηγόροι. Και είναι και επικίνδυνο και γι’ αυτούς που το ασκούνε και γι’ αυτούς που έχουνε τις συνέπειες στην καμπούρα τους. Στις 15 Δεκεμβρίου έγινα 60 χρονών και δεν έχω καταφέρει να κουμαντάρω τον εαυτό μου. Όταν, λοιπόν, βλέπω ανθρώπους που πιστεύουν ότι μπορούν να διοικήσουν τους άλλους, στον βαθμό που αναλογεί στον καθένα, λέω ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι παράφρονες. Για μένα, που λένε ότι δεν είμαι και τόσο πολύ χαζός, τον εαυτό μου εν τέλει δεν μπόρεσα ποτέ να τον κουμαντάρω, κι αυτοί νομίζουν ότι μπορούν να κουμαντάρουν τους άλλους; Μιλάμε, λοιπόν, για ανθρώπους που έχουν μια δόση παραφροσύνης σ’ αυτόν ή σε εκείνον τον βαθμό και, συνοπτικά, ας πούμε, το πιο βρώμικο που υπάρχει, το πιο πρόστυχο.

Κατά τη γνώμη σας υπάρχουν καλοί πολιτικοί;

Αυτοί που είναι καλοί άνθρωποι, όχι πολιτικοί, αυτοί πιστεύουν, εν τη αφελεία τους ίσως, ότι μπορούν να επηρεάσουν την πολιτική. Αλλά  αν έπρεπε να τους στήναμε στον τοίχο μια φορά όλους τους πολιτικούς, τους καλούς πολιτικούς έπρεπε να τους στήσουμε δύο. Δεν είμαι υπέρ της ποινής του θανάτου, σχηματικά μιλάω. Γιατί αυτοί παίζουν τον ρόλο του τυριού στην φάκα για να μπει ο ποντικός. Ας πούμε, ο ψηφοφόρος ξέρει εσένα που είσαι καλό παιδί. Σου λέει αυτός δεν είναι σαν τους άλλους. Ας τον ψηφίσουμε. Την ψήφο την παίρνει το κόμμα. Έτσι, λοιπόν, αυτοί θέλουν δύο φορές σκότωμα.

Καμιά φορά όμως, και τα λάθη που κάνουμε, τα κάνουμε πολύ συνειδητά, γιατί τα θέλουμε πολύ κάποια συγκεκριμένη στιγμή. Έτσι δεν είναι; Το ξέρουμε ότι είναι λάθος κι όμως το κάνουμε.

Αυτά που μου αρέσουν δεν τα θεωρώ λάθη. Λέω όμως γι’ αυτά που μπορεί να θεωρήσω εγώ λάθη. Και λέω, κάνω λάθη. Εμπιστεύομαι, ας πούμε, κάποιους ανθρώπους που δεν είναι τελικά αυτό που πίστευα. Σύμφωνοι. Μπορώ να διακόψω τις σχέσεις μου μαζί τους και το διορθώνω το πράγμα. Ποιο είναι το πρόβλημα;

Τι δεν διορθώνεται τελικά, κύριε Πάνου;

Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι που δεν διορθώνεται. Τα πάντα διορθώνονται. Εγώ, πρώτα απ’ όλα, δεν πιστεύω ότι δεν υπάρχει πρόβλημα που δεν έχει λύση. Και για να το ξεκαθαρίσουμε. Έχουμε όλοι μπροστά μας μια σειρά προβλημάτων. Υπάρχουν προβλήματα που λύνονται πάρα πολύ εύκολα. Υπάρχουν προβλήματα που λύνονται δυσκολότερα, και φτάνουμε στα άλυτα, σε αυτά πού δεν λύνονται. Υπάρχουν, λοιπόν, ορισμένοι άνθρωποι που ξεκινούν από εκεί, από το τέλος. Και πέφτουν πάνω σε ένα άλυτο πρόβλημα κι εκεί τους καταλαμβάνει αυτό που λέμε άγχος, απελπισία, και καταλήγουν κι εγώ δεν ξέρω πού. Εγώ λέω ότι ξεκινάω να λύνω τα προβλήματά μου από τα ευκολότερα. Όταν φτάσω στα άλυτα, εκεί πέρα λέω «τι είναι αυτό; Άλυτο. Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι  για να το λύσουμε; Όχι… Δεν γίνεται τίποτα δηλαδή; Τίποτα. Πέτα το στο καλάθι των αχρήστων. Μόλις το πετάξω λύνεται. Λύνονται και τα άλυτα».

Γράφετε σ’ ένα από τα πιο γνωστά σας τραγούδια «δεν είναι εύκολο ν’ αλλάξεις όταν χαλάσεις εντελώς». Τι σημαίνει για σας το ρήμα «χαλάω»;

Αφήνω να το μεταφράσει ο καθένας όπως θέλει, γιατί όπως είπαμε, όλες οι λέξεις δεν έχουν μια σημασία.

Η δική σας εκδοχή;

Κάποιον που έχει κάνει κάτι, η κοινωνία τον θεωρεί χαλασμένο. Και μεταχειρίζομαι αυτή την λέξη γιατί αυτήν βλέπω. Δεν της δίνω ιδιαίτερη σημασία. Την χρησιμοποιώ όπως την εννοούν όλοι. Αλλά αυτό το «κάτι» μπορεί για την κοινωνία να είναι λάθος και για μένα να μην είναι.

Αν σας ρωτούσα έναν ήρωα που σας αρέσει πολύ η μορφή του, μια ιστορική φυσιογνωμία, ποιόν θα λέγατε;

Δεν πιστεύω στον ηρωισμό. Πιστεύω ότι κι εμείς είμαστε ήρωες γιατί όταν μπήκαν οι Ιταλογερμανοί εδώ, έμενα στην Πατησίων τότε, ήμουν επτά χρονών παιδί. Μετά αναπτύχθηκε αυτό που λέμε αντίσταση. Μια μερίδα στασιαστών από τη μια, μια μερίδα στασιαστών από την άλλη. Όσοι πήγανε χαμένοι από αυτούς γίνανε ήρωες, και τελικά οι αντιστασιακοί ήμασταν εμείς τα παιδιά. Δεν ήμασταν βρέφη για να μην καταλαβαίνουμε, ούτε ώριμοι για να κρατήσουμε ένα κουμπουράκι. Και κοιτάγαμε να οικονομήσουμε κανένα κομμάτι ψωμί για να την βγάλουμε. Αυτού του είδους τον ηρωισμό τον σέβομαι.

Αν σας ρωτούσα τι σημαίνει η λέξη «Ελλάδα» τι θα λέγατε;

Είμαι από τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν ότι υπάρχουν σύνορα. Δεν πιστεύω στα σύνορα. Θα ήθελα να τα καταλύσω. Το έχω γράψει και σε ένα τραγούδι αυτό. «Ας είχα το κουράγιο να ανέβω στο πιο ψηλό βουνό επάνω, τα σύνορα του κόσμου να τα ρίξω, ξωμάχους να ενώσω κι ευγενείς». Αυτό είναι το πνεύμα το δικό μου. Πιστεύω ότι τα σύνορα εξυπηρετούν την πολιτική. Μας έχει περιορίσει σε κράτη, έχει περιορίσει τα κράτη σε πόλεις, τις πόλεις σε συνοικίες, τις συνοικίες σε σπίτια, τα σπίτια έχουν αριθμό, είναι το μάντρωμα που λέμε τα σύνορα. Δεν είμαι σωβινιστής. Ξέρω πως σε αυτή την χώρα υπήρξαν άνθρωποι που αφήσανε πολλά πράγματα πίσω τους. Αφήσανε αυτό που λέμε κληρονομιά. Πολιτιστική κληρονομιά. Από αυτούς τους ανθρώπους έχω πάρει, όπως είπα για τον Μάρκο πριν. Γιατί, πολύ απλά, έλεγαν την αλήθεια της εποχής τους.

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Το κόκκινο φουλάρι μ' ένα μπλουτζίν παλιό να στέκει με την πλάτη στην εθνική οδό...


Το κόκκινο φουλάρι μ' ένα μπλουτζίν παλιό
να στέκει με την πλάτη στην εθνική οδό... καλό ταξίδι αγαπημένε Νικόλα Παπάζογλου!


Θα 'ρθεις μιά νύχτα βροχερή
κάποιο Σαββάτο βράδυ
και θα φανείς σαν αστραπή
που σκίζει το σκοτάδι

Θα 'ναι η φωνή σου δροσερή
τα μάτια σου θα λάμπουν
στ' αυτιά μου σαν καμπάνες μακρινές
τα λόγια σου θα φτάνουν

Σ' ένα δωμάτιο γυμνό
θα δώσουμε τα χέρια
και εκατομμύρια φωνές
θα γίνουνε τ'αστέρια

Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκα
κι έκατσα να σου γράψω.
και μολυβιά δεν τράβηξα
δίχως ν' αναστενάξω

Σάββατο 16 Απριλίου 2011

Συνέντευξη Μυρτώ Ναούμ στο Θεοδόση Βαφειάδη


Η Μυρτώ Ναούμ γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από παιδική ηλικία ξεκίνησε μαθήματα κλασσικού πιάνου και μπαλέτου. Παρακολουθεί μαθήματα σύγχρονου τραγουδιού στο Εθνικό Ωδείο με δασκάλα την Άννα Διαμαντοπούλου, καθώς και μαθήματα κλασσικής αρμονίας. Έχει παρακολουθήσει επιπλέον και μαθήματα υποκριτικής.

Το 2003 συμμετείχε στη δισκογραφική μεταφορά της βυζαντινής μουσικής παράστασης «Θείο Πάθος και Άνθρωποι». Από το 2003 έως σήμερα έχει συμμετάσχει σε ζωντανές εμφανίσεις και περιοδείες με ερασιτεχνικά και επαγγελματικά σχήματα. Το 2007 παρακολούθησε ένα δίμηνο σεμινάριο τραγουδιού στο Berklee College of Music. 
Αυτή τη χρονιά τραγουδά δίπλα στην Ελένη Βιτάλη και τον Χάικ Γιαζιτζιάν στο Κύτταρο..

Μυρτώ καλησπέρα. Είναι η πρώτη σου συνέντευξη;

Καλησπέρα Θεοδόση. Ναι, είναι η πρώτη μου φορά και χαίρομαι πολύ που κάνουμε αυτή τη συζήτηση, όταν μάλιστα μου δίνεται η ευκαιρία να παρουσιαστώ ως νέα ερμηνεύτρια στο πλάι της Μεγάλης Ελένης Βιτάλη.

Αλήθεια, πώς είναι να τραγουδά κανείς δίπλα στην Ελένη Βιτάλη; Μπορείς να το περιγράψεις με λόγια αυτό που νιώθεις κάθε φορά;

Είναι μοναδικό συναίσθημα! Στην αρχή στις πρόβες ήμουν πολύ μαζεμένη, όχι τόσο από ντροπή, αλλά περισσότερο από σεβασμό και ευθύνη. Η Ελένη Βιτάλη όμως είναι τόσο απλός άνθρωπος, όσο και μεγάλος μουσικός. Έτσι, δημιούργησε ένα οικογενειακό περιβάλλον και έδωσε την ευκαιρία σε κάθε μουσικό να εκφραστεί ελεύθερα. Κι εγώ δεν ήμουν η εξαίρεση. Με βοήθησε πολύ να βρούμε τραγούδια που να ταιριάζουν και στο πρόγραμμα, αλλά και σε μένα και τα δουλέψαμε παρέα. Οι πρόβες για μένα ήταν μεγάλο σχολείο, γιατί παρακολουθούσα τον τρόπο που χειρίζεται τα τραγούδια. Η κάθε κορώνα της σε καθηλώνει και σε κάνει να σκέφτεσαι «Μα πως το κάνει αυτό;»!
Το να τραγουδώ δίπλα της είναι σαν να κάνω μάθημα τραγουδιού με την ίδια, αλλά και μάθημα ιστορίας της ελληνικής μουσικής. Άλλωστε η ζωή και η πορεία της αποτελεί σημαντικό κομμάτι αυτής της ιστορίας. Κάθε φορά βλέπω την ιστορία αυτή να περνάει καρέ-καρέ από μπροστά μου.


Ποιο τραγούδι της θα ήθελες να είχες γράψει ή ερμηνεύσει; Υπάρχει κάποιο που σημαίνει πολλά για σένα;

Το «Ένα Χειμωνιάτικο Πρωί», το «Εγώ τραγούδαγα», το «Ποιός Φοβάται τη Βιρτζίνια Γούλφ», την «Κιβωτό», το «Περπατούσα αφηρημένη», την «Αρκούδα», τις «Μοναχικές Γιαγιάδες», το «Ποδήλατο», την «Μπλούζα», την «Χαραμάδα»... όλα διαφορετικά και ξεχωριστά. Μην σε κουράσω όμως άλλο με τίτλους… Όπως καταλαβαίνεις, και ξέρω ότι θα συμφωνήσεις και εσύ μαζί μου, επειδή η Ελένη Βιτάλη είναι τεράστια καλλιτεχνική οντότητα, κάθε τραγούδι που έχει γράψει έχει κάτι μοναδικό, κάτι δικό της, ένα κομμάτι από την ψυχή της. Και γι’ αυτό οι στίχοι της είναι μοναδικοί, αλλά ταυτόχρονα τόσο άμεσοι και διαχρονικοί. Δεν το συζητώ βέβαια για τις ερμηνείες της σε δικές της δημιουργίες, μα και άλλων καλλιτεχνών. Αυτό που ξεχωρίζω αρκετά όμως είναι τα «Σκυλάδικα». Ένα αυτοβιογραφικό τραγούδι που εξιστορεί κάποιες πτυχές της ζωής της Ελένης Βιτάλη. Ο στίχος είναι τόσο δυνατός και αληθινός που δεν μπορείς να ξεφύγεις και να μην συγκινηθείς έστω και λίγο!


Πότε και πώς άρχισες ν' ασχολείσαι με τη μουσική και το τραγούδι;

Ως παιδί ήμουν αρκετά δραστήρια με τη χορωδία του σχολείου, χωρίς όμως να έχει περάσει ποτέ από το μυαλό μου να ασχοληθώ με τη μουσική ή το τραγούδι επαγγελματικά στο μέλλον. Παράλληλα έκανα μαθήματα κλασσικού πιάνου για έξι - επτά χρόνια. Δεν το πήρα όμως ποτέ πολύ σοβαρά και έτσι δεν μελετούσα όσο έπρεπε! Το μόνο πράγμα που είχε κολλήσει στο κεφάλι μου από τεσσάρων ετών ήταν να γίνω ηθοποιός! Και ήταν μία σκέψη που με τριβέλιζε μέχρι πριν τρία χρόνια περίπου, οπότε ξεκίνησα να παρακολουθώ μαθήματα σε μία δραματική σχολή. Παράλληλα αποφάσισα να συνεχίσω τις σπουδές μου στη μουσική ξεκινώντας μαθήματα φωνητικής και συνεχίζοντας μαθήματα αρμονίας και εναρμόνισης στο πιάνο.
Εκεί συνειδητοποίησα ότι αυτό που θα με ευχαριστούσε περισσότερο θα ήταν ο συνδυασμός των τεχνών αυτών. Δυστυχώς, δεν μου έφταναν οι ώρες τις ημέρας για να παρακολουθώ τη σχολή μου στο πανεπιστήμιο, το ωδείο, τη δραματική σχολή, αλλά και να μελετώ και για τα τρία.


Και τί έκανες;

Αναγκάστηκα να αφήσω τη δραματική σχολή, συνειδητοποιώντας ότι το τραγούδι με κάλυπτε περισσότερο: Συνδυάζει τη μουσική, το χορό και την υποκριτική τέχνη. Αυτά τα τελευταία χρόνια λοιπόν συμμετείχα σε κάποια σχήματα ερασιτεχνικά και μη, σε συναυλίες και περιοδείες. Από την πλευρά μου ήταν σίγουρα ερασιτεχνική η ενασχόληση αλλά και μικρή η συμμετοχή, καθώς δεν αισθανόμουν έτοιμη ακόμα να κάνω επαγγελματική εμφάνιση. Τότε ήρθε η πρόταση της κ. Βιτάλη να συνεργαστούμε.
Ήμουν διστακτική στην αρχή. Φοβόμουν βλέπεις έστω και να με φανταστώ δίπλα σ’ αυτόν το θρύλο! Μου φαινόταν αδύνατον!
 

Οι σπουδές στα Οικονομικά πώς προέκυψαν;

Τα δύο τελευταία χρόνια του λυκείου άφησα τις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες στην άκρη και έβαλα ως στόχο να «περάσω» στο πανεπιστήμιο. Πέρασαν λοιπόν τα χρόνια, πέρασα κι εγώ στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο και τελείωσα μετά κόπων και βασάνων (αλλά και με περισσή επιτυχία!!!) πέρυσι το καλοκαίρι! Ήταν και ένας εφησυχασμός για τους γονείς. Να έχω ένα πτυχίο, μία ¨καβάτζα¨. «Αφού μπήκες, θα βγεις κιόλας!», σκέφτηκα! Δεν μπορώ να αφήνω μισοτελειωμένες δουλειές…


Τί τραγούδια σου αρέσει να προσεγγίζεις; Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο είδος που αγαπάς ιδιαίτερα;

Τα ακούσματά μου από μικρή αφορούσαν εν πρώτοις ξενόγλωσσο στίχο, κυρίως αγγλικό. Από pop και έπειτα metal, που άκουγα σε μικρή ηλικία, μέχρι rock, soul, blues και funk. Μόνο λόγω του πατέρα μου είχα κάποιες επιρροές βυζαντινής μουσικής. Με τη συμμετοχή μου στο σχήμα της κ. Βιτάλη, μπήκα στα βαθιά νερά της ελληνικής μουσικής, νιώθοντας στην αρχή χαμένη. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω καταλήξει σε κάποιο στυλ ή είδος μουσικής ακόμη. Και δεν ξέρω αν θέλω να αφήσω κάτι απ’ έξω ή αν έχει νόημα να κάνεις κάτι τέτοιο. Στο κάτω - κάτω όλα είναι μουσική! Έχω καταλάβει όμως κάτι πολύ σημαντικό: Δεν μπορείς να αποδώσεις το ίδιο ένα τραγούδι που δεν σε «πειράζει», δε σε τσιγκλάει! Όχι απλά να σου αρέσει. Το γούστο άλλωστε είναι υποκειμενικό κριτήριο. 

Εκτός από την κορυφαία Ελένη Βιτάλη, ποιες άλλες τραγουδίστριες και ποιους άλλους τραγουδιστές μελετάς και θαυμάζεις;

Μελετώ τις ενδιαφέρουσες φωνές και τις ενδιαφέρουσες τεχνικές. Μπορεί δηλαδή τη μια μέρα να ακούω Fairuz ή Φλέρυ Νταντωνάκη, την άλλη Mike Patton  και την τρίτη Χαρούλα Αλεξίου ή Βίκυ Μοσχολιού. Με ιντριγκάρει η συνθετική και στιχουργική προσέγγιση του Θανάση Παπακωνσταντίνου, αλλά παράλληλα εντυπωσιάζομαι από την τεχνική και τον επαγγελματισμό των καλλιτεχνών της αμερικανικής και της βρετανικής σκηνής. Το πάθος μου για τις ξένες γλώσσες με έφερε σε επαφή με την ξενόγλωσση μουσική σκηνή, κυρίως την αγγλική, την γαλλική και την ισπανική. Μερικά παραδείγματα είναι τα φαντασμαγορικά shows των Beyonce και Christina Aguilera οι οποίες τα υποστηρίζουν απόλυτα τεχνικά και ερμηνευτικά, η συναισθηματικότητα της Edith Piaf ή της Rebbekah Del Rio, οι εκπληκτικές ερμηνείες της Norah Jones και της Esperanza Spalding, η rap προσέγγιση της Speech Debelle, αλλά και οι παραγωγές της La Roux. Νομίζω ότι το επόμενο βήμα είναι να μάθω αραβικά ή αρμένικα! Δελεαστικό… Μπορώ αν θες να συνεχίσω να σου αραδιάζω ονόματα!!!

Τί θα ήθελες να κάνεις στο μέλλον, σε σχέση πάντα με τη μουσική;

Στο μέλλον θα ήθελα να συνεχίσω να είμαι ευτυχισμένη και να κάνω αυτό που αγαπώ! Αυτό είναι που χαρίζει στον άνθρωπο την αρμονία του. Τα όνειρά μου είναι πολλά και μπερδεμένα. Και ξέρω ότι με τον καιρό το τοπίο θα καθαρίσει!
Ένα από τα πιο άμεσα όνειρά μου είναι η ανάδειξη των αξιών της ελληνικής μουσικής, αρχικά στον ελληνικό χώρο. Μπορεί να ακούγεται αστείο, αλλά τα πράγματα για την ελληνική μουσική στον ίδιο της τον τόπο, πόσο μάλλον για την ελληνική παραδοσιακή μουσική, είναι άσχημα. Έχουμε στήσει με τον πατέρα μου Γιώργο Ναούμ τον πολιτισμικό και μουσικό οργανισμό «Τέττιξ» (Λυσίου 9 στην Πλάκα), που στόχος του είναι η προώθηση του ελληνικού πολιτισμού και της σπουδαίας κληρονομιάς μας. Μία από τις βασικές μου ασχολίες είναι η σχολή του οργανισμού που αφορά στην βυζαντινή και παραδοσιακή μουσική. Θα έλεγα ότι ένα από τα όνειρά μου είναι η εδραίωση της σχολής αυτής, πράγμα δύσκολο στις μέρες μας. Η προσπάθεια είναι συνεχής όμως και δεν πτοούμαστε από τις δυσκολίες! Βλέποντας τους μαθητές να είναι δίπλα μας και να μας στηρίζουν σε κάθε αναποδιά, δεν μπορώ να σκεφτώ αλλιώς, παρά αισιόδοξα. Ταλαντούχα παιδιά που αγαπούν την παράδοση και δίνουν μία φρέσκια, δροσερή νότα σε αυτό μου μερικοί θεωρούν παρωχημένο. Και τα νέα παιδιά είναι αυτά που θα προωθήσουν τον ελληνικό μουσικό πολιτισμό, μία έννοια ξεχασμένη.


Πιστεύεις πως είναι εύκολα τα πράγματα στη μουσική για ένα νέο καλλιτέχνη που θέλει απλά να εκφραστεί;

Φυσικά και δεν είναι εύκολα! Αλλά αυτό δεν συμβαίνει μόνο στο χώρο της Τέχνης. Δύσκολα είναι τα πράγματα για κάθε επάγγελμα. Υπάρχει τόσο μεγάλη προσφορά, και ιδιαίτερα στα καλλιτεχνικά επαγγέλματα, που η ζήτηση είναι αδύνατον να την απορροφήσει. Αλλά στην Τέχνη προκύπτει ένα σοβαρότερο πρόβλημα. Εκεί έρχονται τα μουσικά, κατά κύριο λόγο, ριάλιτι που ο υποτιθέμενος στόχος τους είναι η ανεύρεση των πραγματικών ταλέντων μέσα από την υπερπροσφορά. Ζούμε σε μια εποχή που ο κόσμος αποζητά το γρήγορο, το εύκολο και αν θες και το εύπεπτο. Γι’ αυτό το λόγο έχουν «πιάσει» και οι διάφορες εκπομπές που ανακαλύπτουν ταλέντα. Μέσα από τους χιλιάδες που περνούν από τις ακροάσεις είναι λογικό να βρεθούν και κάποιοι που αξίζουν. Και θα ήταν εξίσου λογικό να δω εκεί ανθρώπους που προσπάθησαν, χτύπησαν κάποιες πόρτες, αλλά δεν τα κατάφεραν. Αυτό όμως δεν ισχύει για τα παιδιά 16-20 ετών παραδείγματος χάριν. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι προσπάθησαν αρκετά και δεν τα κατάφεραν ή ότι δεν έχουν λανθασμένα πρότυπα. Έχουν θαμπωθεί και νομίζουν ότι με μια εφήμερη δημοσιότητα θα μπορέσουν να σταθούν στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Κατά τη γνώμη μου, ο καλλιτέχνης δεν αρκεί να έχει απλά ταλέντο. Πρέπει παράλληλα με την τέχνη του να εξελίσσει και την προσωπικότητά του. Τελικά αυτό είναι το ταλέντο του, η προσωπικότητά του. Έχει επέλθει σοβαρή ανισορροπία στον χώρο μας, αλλά είμαι αισιόδοξη και δεν πιστεύω ότι θα κρατήσει για πολύ ακόμα.

Στο καμαρίνι του Κυττάρου έρχονται να σου μιλήσουν μετά την παράσταση; 

Βλέποντας τις ορδές κόσμου που περιμένουν εναγωνίως να δουν έστω και από μακριά την Ελένη Βιτάλη, χαίρομαι που έστω κάποιος θα μου πει συγχαρητήρια. Έχοντας καρφιτσωμένο ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό μου, θα πω ευχαριστώ, εκφράζοντας παράλληλα την ευγνωμοσύνη μου κυρίως στον άνθρωπο Ελένη Βιτάλη που μου έδωσε μια θέση δίπλα της και την ευκαιρία να εισπράξω την αποδοχή του κόσμου. Κάθε Παρασκευή και Σάββατο είμαι υπέρμετρα ενθουσιασμένη που η Ελένη Βιτάλη και o Haig Yazdjian επέλεξαν να μου εμπιστευθούν ένα κομμάτι από την παράσταση. Όπως καταλαβαίνεις, ξαφνιάζομαι και ενθουσιάζομαι κάθε φορά που κάποιος θεατής θα απευθύνει τα συγχαρητήριά του και σε μένα, όταν πριν από λίγο έκανε το ίδιο σε όλους τους τεράστιους μουσικούς με τους οποίος συνεργάζομαι!

Κάποιο περιστατικό που σε συγκίνησε;

Ένα μόνο στιγμιότυπο θα σου μεταφέρω, εκτός Κυττάρου, που με έκανε να γελάσω από συγκίνηση. Η ανιψιά μου, τεσσάρων ετών πιτσιρίκι, ζητά από τη μαμά της το εξής: «Μαμά, βάλε μου στο YouTube το "Έρημα Κορμιάρι"!». Η μαμά, μην έχοντας καταλάβει ακριβώς τί είναι αυτό που θέλει: «Ποιός το λέει αυτό; Η Rihanna;». Η μικρή: «Όχι μαμά, η Μυρτώ Ναούμ!».  
 

"Νότες Λογοτεχνίας"

Πολιτιστικό ιστολόγιο (από το 2009) και ραδιοφωνική εκπομπή (από το 1999) με συνεντεύξεις, αφιερώματα, ρεπορτάζ, απόψεις, ιδέες και θέσεις γύρω από το Βιβλίο, τη Μουσική και το Ελληνικό Τραγούδι, το Θέατρο και τον Κινηματογράφο, τα Εικαστικά και τη Φωτογραφία, τη Θράκη...

Για αποστολές βιβλίων, περιοδικών, μουσικών έργων (LP-CD), καθώς επίσης και για προτάσεις, ιδέες, παρατηρήσεις, επικοινωνήστε μαζί μας: theodosisv@gmail.com

Το blog δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Δημοσιεύονται άρθρα πολιτιστικού και κοινωνικού περιεχομένου και οι κάθε είδους διαφημίσεις απαγορεύονται.

Επιτρέπεται η χρήση και η αναδημοσίευση των άρθρων και των φωτογραφιών, με σαφή αναφορά της πηγής σε ενεργό σύνδεσμο. Υπεύθυνος - Διαχειριστής: Θεοδόσιος Π. Βαφειάδης.