Κυριακή 27 Μαρτίου 2011

Θανάσης Γκαϊφύλλιας για Νίκο Ξυλούρη, Νικόλα Άσιμο και Παύλο Σιδηρόπουλο...


Σε πρόσφατες συνεντεύξεις του ο τραγουδοποιός Θανάσης Γκαϊφύλλιας, μίλησε με αγάπη για τρεις σπουδαίους καλλιτέχνες με τους οποίους βρέθηκε και συνεργάστηκε στο παρελθόν.

Στο τέλος ξεκαθαρίζουμε μια παρεξήγηση σχετικά με κάποιες παλιές φωτογραφίες του Θανάση Γκαϊφύλλια, που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο (και σε πολλά βίντεο του YouTube δυστυχώς) και οι περισσότεροι νομίζουν πως είναι ο Κοζανίτης τραγουδοποιός Νικόλας Άσιμος...

Από τη συνέντευξη στο Γιάννη Θ. Πετρίδη και στο "Δίφωνο Δεκεμβρίου 2010", αλλά και στο "Μετρονόμο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2011" ( http://theovaf.blogspot.com/2010/11/blog-post_30.html ):


                                                   

Φέτος κλείνουν 30 χρόνια από το «φευγιό» του Ξυλούρη. Παίξατε μαζί στην Πλάκα.

Συναντηθήκαμε όταν ο Νίκος τραγουδούσε στη «Λήδρα» με το Μαρκόπουλο κι εγώ στην «5η Εποχή». Γίναμε φίλοι από την πρώτη στιγμή. Αγαπημένοι φίλοι και στη συνέχεια συνεργάτες. Δε χόρταινα να τον βλέπω στη σκηνή με το μαύρο κεφαλοδέσι, τις κρητικές μπότες και εκείνη τη χαρακτηριστική κίνηση του δεξιού ποδιού μπροστά που τον έκανε να μοιάζει με αρχαίο κούρο. Ο Κρητικός με την αρχαγγελική φωνή. Κι όταν τραγουδούσαμε μαζί, ένιωθα ευτυχισμένος. Περάσαμε απίστευτους χειμώνες στην «Αρχόντισσα», στις «Ρίζες», στην «Αποσπερίδα» και δώσαμε συγκλονιστικές συναυλίες. Θυμάμαι, Σεπτέμβρης του ’74 και οι Πατρινοί  άναβαν φωτιές στις κερκίδες του κατάμεστου σταδίου της Παναχαϊκής. Στο Ηράκλειο οι Κρητικοί γκρέμισαν τη μεγάλη πόρτα του γηπέδου του Εργοτέλη και χιλιάδες άνθρωποι κατέκλυσαν το χώρο. Κινδυνέψαμε από την αγάπη τους. Με το Νίκο μέχρι σήμερα, δε χωρίσαμε ποτέ…

Από τη συνέντευξη στον Ορφέα - Οκτώβριος 2010 ( http://theovaf.blogspot.com/2011/02/blog-post.html
):

                                                               
Έχεις συνεργαστεί με πάρα πολλούς όλα αυτά τα χρόνια. Εγώ θα ήθελα να μας πεις τι θυμάσαι από την επαφή σου με δύο τραγουδοποιούς της γενιάς σου που έφυγαν νωρίς... Νικόλας Άσιμος και Παύλος Σιδηρόπουλος.

Πολλά τα χρόνια, πολλές και οι συνεργασίες. Λογικό. Μια συνεργασία όμως δεν έδεσε ποτέ. Αυτή με το Νικόλα, με τον οποίο μοιάζαμε αλλά δεν ταιριάζαμε. Κάθε προσπάθεια κατέληγε σε καυγά. Όχι μόνο μ’ εμένα αλλά με όλους. Στο τέλος δεν μπορούσε να τα βρει ούτε με τον εαυτό του. Δε νομίζω πως κάποιος θα μπορούσε να αποτρέψει την τραγική του έξοδο.



                                                                



Ο Παύλος ήταν εντελώς διαφορετική περίπτωση. Αγαπητός σε όλους. Το όμορφο και ευγενικό αγόρι που σε κέρδιζε με την πρώτη ματιά. Καλλιεργημένος, χαρισματικός, γενναιόδωρος, πρόθυμος να πέσει στη φωτιά για τις ιδέες και τους φίλους του. Δίκαια τον αποκαλούν πρίγκιπα! Τον γνώρισα το φθινόπωρο του '71 τότε που ως "Δάμων και Φιντίας" μαζί με τον Παντελή Δεληγιαννίδη (άλλη μια πρώιμη απουσία) τραγουδούσαν μαζί μας στο Κύτταρο. Στο ξεκίνημά τους. Στα χρόνια που ακολούθησαν έχω πολλές ευχάριστες αναμνήσεις, εκτός από την τελευταία μας συνάντηση. Βρεθήκαμε στο studio Track του Φρανγκίσκου Σοφτά για την ηχογράφηση του τραγουδιού "Η φαντασία στην εξουσία" των Πάνου Ηλιόπουλου και Στέλιου Βαμβακάρη. Ο Παύλος ήταν σκιά του εαυτού του. Η ηρωίνη τον είχε διαλύσει. Αδύνατος σε σημείο που δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος, κι όμως, είχε έναν καλό λόγο για όλους μας. Στην ηχογράφηση που ήταν live, o Στέλιος έπαιζε με μια δική μου κιθάρα και στην άλλη άκρη μπροστά σ' ένα μικρόφωνο πέντε φωνές. Δέσποινα Γλέζου, Πάνος Σαββόπουλος, εγώ και οι απόντες Περικλής Χαρβάς κι ο Παύλος. Μπροστά στο μικρόφωνό μας ένα αναλόγιο με τα στιχάκια κι ένα κάθισμα για τον Παύλο. Ξεκινούσε λοιπόν η ηχογράφηση, εισαγωγή ο Στέλιος, πρώτο στίχο εμείς και τότε θυμόταν ο Παύλος να διορθώσει το χαρτί. Πάλι απ' την αρχή. Στη μέση άναβε τσιγάρο. Πάλι απ' την αρχή. Του ερχόταν βήχας. Πάλι απ' την αρχή. Στο τέλος αρχίσαμε κι εμείς τα λάθη και είναι αδύνατο να θυμηθώ πόσες φορές το είπαμε. Τότε δεν ξέραμε πως αυτή ήταν η τελευταία ηχογράφηση του Παύλου. Τον θυμάμαι πάντα με αγάπη.



Από το βιβλίο του Γιώργου Ι. Αλλαμανή "Δίχως καβάτζα καμιά - Βίος και Πολιτεία του Νικόλα Άσιμου" (Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη - 2000):


...Από τα αρχεία της "ΛΥΡΑΣ" σώζεται μια σειρά δεκαεπτά ασπρόμαυρων φωτογραφιών οι οποίες έχουν καταχωρηθεί, λανθασμένα, στο όνομα Νικόλας Άσιμος. Στην πραγματικότητα όμως δεν πρόκειται για τον Ν.Α. αλλά για το Θανάση Γκαϊφύλλια. Είναι μια φωτογράφηση του 1972 και το μπέρδεμα οφείλετε σε ανθρώπινο λάθος που έγινε κατά τη δεκαετία του ενενήντα, όταν αποδελτιώθηκε το φωτογραφικό αρχείο της δισκογραφικής εταιρείας "ΛΥΡΑ". Είναι σε ένα κοντάκτ ψαλιδισμένο, προφανώς κάποιες επιπλέον πόζες κόπηκαν και δόθηκαν σε δημοσιογράφους. Ορισμένες φωτογραφίες μάλιστα έχουν σημάδια από μπλε μαρκαδόρο, είναι ο τρόπος της εποχής για να υποδείξει η εταιρεία τις ακριβείς διαστάσεις του φωτογραφικού "καρέ" που θέλει να δημοσιευτεί...


                                        
                                            Θανάσης Γκαϊφύλλιας - 1972



Αυτή την ανάρτηση την αφιερώνω σε όλους τους Ρομαντικούς Παραβάτες... (http://www.youtube.com/watch?v=c_rnTCQSnkc ).

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

Το κορίτσι στη ζούγκλα, του Ισαάκ Σούση


Όπως έχουμε ξαναπεί, αυτή η στήλη ανήκει κυρίως στους στιχουργούς. 
Ζητήσαμε από τον Ισαάκ Σούση να μας γράψει την ιστορία ενός τραγουδιού του και με την ευκαιρία αυτή να μάθουμε περισσότερα πράγματα για την πορεία του.


Ο περισσότερος κόσμος τον γνωρίζει από τη στενή του συνεργασία με το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, μιας και το 80% περίπου των στίχων του έχουν μελοποιηθεί και ερμηνευτεί από το γνωστό συνθέτη και τραγουδιστή. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα απ' την αρχή. 

Ο Ισαάκ Σούσης, έκανε την εμφάνισή του στη δισκογραφία το 1995 στο δίσκο «Γούρι» των Νικόλα Μητσοβολέα – Στέφανου Κόκαλη  με τέσσερα τραγούδια και στο δίσκο του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα «Παράθυρα που κούρασε η Θέα» με το τραγούδι «Το κουνουπάκι».
Το 1996  ήταν χρονιά μεγάλης επιτυχίας μιας και στο δίσκο «Παυσίλυπον», που θεωρείται ο πλέον χαρακτηριστικός του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, ανάμεσα στα πέντε κομμάτια που συμμετέχει περιέχονται «Ο Νότος» και το «Ένας Τούρκος στο Παρίσι», τραγούδια ολότελα διαφορετικού στυλ που γίνονται όμως και τα δυο κλασσικά.


Έκτοτε συμμετέχει σε όλους του δίσκους του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, και σε συνεργασίες του τραγουδοποιού με άλλους τραγουδιστές ενώ όχι πολύ συχνά δίνει στίχους του και σε άλλους συνθέτες. Έχει στο ενεργητικό του μόλις δυο ολοκληρωμένους δίσκους: «Το ξύλινο αλογάκι» Γιάννης Κότσιρας – Λαυρέντης Μαχαιρίτσας και «Μ. Ι. Σ» Μίνως Μάτσας – Σωτηρία Λεονάρδου.


Ανάμεσα στους στίχους του ξεχώρισαν πολλοί όπως: «Μάτια δίχως λογική», «Τερατάκια τσέπης», «Έλα ψυχούλα μου», «Παλιός στρατιώτης», «Πάρις» (με το Γιώργο Νταλάρα στην πρώτη εκτέλεση), «Εφάπαξ», «Έτσι κι αλλιώς», «Εγώ δεν σε κατηγορώ», «Μικρόβια», «Επίδαυρός» με το Γιάννη Κότσιρα, «Κι αν με βγάλανε Ελένη» (Ελένη Τσαλιγοπούλου, μουσική Μιλτιάδης Πασχαλίδης). 
Ο ίδιος ξεχωρίζει  ιδιαίτερα  τα «Αντρέι  Ταρκόφσκι» (Κώστας Θωμαΐδης), «Φειδίας του χρόνου», «Κτήνος», «Αιχμάλωτοι» ( Σωτηρία Λεονάρδου) από τη συνεργασία του με τον συνθέτη Μίνω Μάτσα.
Πρόσφατα τραγούδια του: «Παράτα μας», «Ήρωες με καρμπόν», «Η ενοχή των αμνών» (Λαυρέντης Μαχαιρίτσας) , «Όλα τα ψέματα τελειώνουνε μαζί» (μουσική Αλκιβιάδης Κωσταντόπουλος με τον Μπάμπη Στόκα), «Γι’ αυτό υπάρχουνε οι φίλοι» (μουσική Αντρέας Κατσιγιάννης με το Γιώργο Νταλάρα).


Ο Ισαάκ Σούσης είναι απόφοιτος βιβλιοθηκονόμος του ΤΕΙ Αθήνας, δημοσιεύει αραιά άρθρα για βιβλία, θέατρο, κινηματογράφο στην «Βιβλιοθήκη» της Ελευθεροτυπίας και στο περιοδικό «Οδός Πανός» του Γιώργου Χρονά. 
Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Κλίνατε επ’ άπειρον» (Εκδόσεις Γαβριηλίδης) και μια απόπειρα βιογράφησης του Μάνου Λοΐζου  μέσω συνεντεύξεων, το «Μάνος Λοΐζος - Μια μέρα ζωής» (Εκδόσεις Ιανός). 
Ετοιμάζεται να εκδώσει τη δεύτερη ποιητική του συλλογή: «Το γύρισμα του κύκλου». 
Είναι Θησειώτης και αγαπά τη γειτονιά του και την ιστορία της.


Δεν γράφει τραγούδια για "λίγους και εκλεκτούς" όπως λέει ο ίδιος. Θέλει να γράφει τραγούδια που να τ’ αγαπήσει πολύς κόσμος. Η αλήθεια είναι πως το έχει καταφέρει αρκετές φορές αυτό. Εγώ όμως αγαπώ περισσότερο κάποια τραγούδια που μπορεί να μην έγιναν πανελλήνια σουξέ, αλλά αποτελούν τις  «εσωτερικές» και περισσότερο ουσιαστικές στιγμές της πορείας του: Λόγια μην ακούς του κόσμου και κουβέντες μασημένες. Ήμουν πάντα ο εαυτός μου, που δεν τον μοιράστηκα. Λάμπουν κάποτε οι αλήθειες πάντα αργοπορημένες, μα να εξηγώ στο κόσμο μάτια μου κουράστηκα  ή  Φίλοι που απηυδήσανε με την πολιτική το ρίξανε σε τέχνες και θρησκείες κι άλλοι ξυπνήσαν Έλληνες τόσο φανατικοί βρήκαν τη σωτηρία τους χωρίς αμφιβολίες - Και κάποιοι άλλοι φίλοι μου ίσως πιο πονηροί που μένουνε για πάντα αμφισβητίες παρ' όλη τη διάνοια το ξέρω πως μπορεί να βρίσκονται στα πράγματα μ' όλες τις συγκυρίες.


Στον τελευταίο δίσκο του Μαχαιρίτσα έχει γράψει τα πέντε από τα 14 τραγούδια. Ένα από αυτά και το «Τζούλια, το κορίτσι στη ζούγκλα». Αυτός είναι ο τίτλος που υπάρχει στο δίσκο τουλάχιστον…

Μέσα στη ζούγκλα ανάβεις μόνη τη φωτιά σου .
Μεσ'  στην ανία πειθαρχείς σαν κουρδισμένη.
Κανείς δεν ξέρει  ακριβώς το πρόγραμμά σου
κι εσύ κανέναν να  μπορεί να περιμένει.
Τα αγοράκια που κρεμιούνται στα κλαδιά σου
και τα κοιτάζεις το πρωί με υπομονή,
πες μου, τα νοιώθεις σαν εχθρούς ή σαν παιδιά σου;
Κάποιες στιγμές είσαι για όλα ικανή.

Μονάχα εκτόνωση του εφήμερου πάθους
στην υπερένταση του σίγουρου λάθους,
ψάχνεις επίμονα μια πόρτα στον τοίχο,
φωνάζεις μέσα σου «Ξανά θα αποτύχω».
Και η περιφρόνηση σα λάβα σκεπάζει
χιλιάδες άγνωστους μια πόλη που αδειάζει,
δίνεσαι σ΄ όλους με την ίδια κακία.
Πότε κατάθλιψη και πότε μανία.
Τώρα στου κόσμου θα διακρίνεις τις ρυτίδες
πόσο μακριά μπορεί να πάει η μοναξιά σου.
Δεν  περισσεύουν στο πέλαγος σανίδες,
δεν προλαβαίνεις να στεγνώσεις τα μαλλιά σου.
Κρατάς για σένα μία πλάτη γυρισμένη
-η εξουσία είναι αγάπη ατροφική-
Το «πάνω χέρι, κάτω χέρι» δεν σου βγαίνει
μα όλοι έχουνε την ίδια τακτική.

Μετράς μονάχη τα θηρία που φεύγουν,
όσους ξανοίχτηκες και τώρα αποφεύγουν,
είναι ένας τρόπος σου κι αυτός να ξεκόβεις
μέσα απ΄ τη ζούγκλα σου δρόμο να κόβεις.
Και  η περιφρόνηση σαν λάβα σκεπάζει
χιλιάδες άγνωστους, μια πόλη που αδειάζει
και δεν τους έχεις πια ανάγκη καμία ,
πέθανες μέσα σου με ψυχραιμία .

Αύριο  έχει μια έκλειψη λένε,
ένα σκοτάδι για μάτια που καίνε.
Αύριο γίνεσαι και συ τριάντα .
Μακάρι η έκλειψη νάναι για πάντα.
Και  η περιφρόνηση σαν λάβα σκεπάζει
χιλιάδες άγνωστους, μια πόλη που αδειάζει.
Μέσα στην έκλειψη η ζούγκλα παγώνει,
Μόνη σου φώτισες και κάηκες μόνη.
 
Το κορίτσι στη ζούγκλα


Αποφεύγω να γράφω «στεντόρεια». Η κατηγορηματικότητα με ενοχλεί και στη ζωή και στα κείμενα. Βέβαια  το καλοκαίρι έγραψα  έναν στίχο το «Γιάννης κερνάει» που μπήκε στον πρόσφατο δίσκο του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα  «Η ενοχή των αμνών»  και μου βγήκε  «φωναχτό» αλλά αυτό είναι εξαίρεση στη δουλειά μου και ήρθε σαν αντίδραση  σε έναν μεγαλοϊδεατισμό,  που  η παρουσία του στον πολιτικό και λογοτεχνικό λόγο αλλά και στις καθημερινές  κουβέντες (μας) με εξαντλεί και  με καταρρακώνει. Όταν επί σαράντα και χρόνια παρατηρείς την κλιμάκωση της  σήψης,  την σύγχυση  να προοδεύουν, ενώ παράλληλα όλοι  γύρω σου  υπερθεματίζουν μεγάλες αξίες,  κάποτε γράφεις και το «Γιάννης κερνά».  Είναι ας πούμε οι «Κωλοέλληνες» του Σαββόπουλου με σταράτες κουβέντες χωρίς να ποιητικίζει  και να ψάχνει αντίπαλα δέη σε ιδεολογήματα όπως των Ελλήνων οι κοινότητες,  η ομογένεια του εξωτερικού, η  νέο-Ορθοδοξία κ.λπ. Είναι ένας στίχος ξερός όπως είναι κατά βάθος οι «στεντόρειοι».
Ωστόσο στον ίδιο δίσκο περιέχεται ένα κομμάτι  που θίγει το θέμα από μια συναφή πλευρά, αυτή των σχέσεων και των συναναστροφών στην «καθημερινή τους ανοησία.» Είναι το «Κορίτσι στη Ζούγκλα», που ο τίτλος του θα ήταν επίσης σκέτος, αν ο Λαυρέντης για λόγους  που αγνοώ δεν του πρόσθετε το  υποκοριστικό «Τζούλια»,  κάτι που  το έμαθα όταν πια ο δίσκος επρόκειτο να βγει σε μια εβδομάδα και δεν μπορούσα δυστυχώς πια να επέμβω στο θέμα της τιτλοδοσίας. Αυτή η επιλογή ονόματος, επί της ουσίας, αλλοιώνει τη στόχευση του στίχου και αποδίδει στην ηρωίδα του μια ταυτότητα περιοριστική.

Οι πρώτες ιδέες  για ένα  τραγούδι με αυτό το θέμα σχεδιάστηκαν περίπου δέκα χρόνια πριν. Συμβαίνει με αρκετούς στίχους μου να απαιτείται μια τόσο μακροχρόνια ωρίμανση, όταν και μια ελάχιστη λεπτομέρεια δεν αποδίδει ακριβώς αυτό που είναι η αλήθεια στον πυρήνα του κομματιού  Η γυναικεία υστερία σε συνδυασμό με την αμφισβητισιακή εφηβεία ήταν ένα θέμα που πάντα ήθελα να διαπραγματευτώ.  Είναι και ένας τοίχος δικός μου σε σχέση με τις γυναίκες  όταν ζουν  έντονα μελοδραματικά το αυτονόητο, την έλλειψη επικοινωνίας  στις σεξουαλικές συναναστροφές… Το φαινόμενο καθώς η κρίση οδεύει προς την ολοκλήρωσή της πήρε πάλι τα πάνω  του από το 1990 και μετά. 

Στην γυναίκα η σεξουαλική διεκδίκηση -όπως και στους ομοφυλόφιλους  -αποκρύβει το εξουσιαστικό ή αντιεξουσιαστικό αίτημα. Το τραγούδι περιέχει έναν από τους στίχους μου που πυκνώνουν σκέψεις, μελέτες και επιτόπια παρατήρηση ετών «Η εξουσία είναι αγάπη ατροφική». Με αυτήν την αγάπη μεγαλώνουμε και αυτήν αναπαράγουμε. Τα άλλα είναι ευσεβείς πόθοι που δεν γνωρίζουμε καν πως θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε στην υλοποίησή τους.

Βέβαια  προσφάτως  πυκνώνει το «θετικό» πνεύμα σαν κακός δαίμονας στην στιχουργική και όλα γυρνάν μέχρι τελικής εξοντώσεως γύρω απ’ την αγάπη. Το ίδιο και οι ευχές που ανταλλάσσονται μεταξύ ουσιαστικά αγνώστων στο facebook και τα κηρύγματα και οι παραμυθητικοί λόγοι  που επιθετικά αμολάμε ο ένας στα μούτρα του άλλου μέχρι να κορεστεί η ευγλωττία μας. Η αλήθεια είναι πως αποτελεσματικά μέσα από την τέχνη μόνο το πένθος παρηγορεί. Ομοιοπαθητικά, με την παραδοχή των αντιφάσεων  και των , χασμάτων.  Σπάνια μια «θετική έκφραση» φτάνει σε βάθος, γιατί είναι δοξασία και όχι  ψαχνό βιώματος που θέλει το θηρίο της ψυχής μας για να ανταλλάξει το χάδι που δεν το παίρνει σχεδόν ποτέ όπως το φαντασιώνεται. Οι εξαιρέσεις λαμπρών εσωτερικών εκφράσεων που οραματίζονται την ιδεώδη αγάπη και συνύπαρξη γεννιούνται σε περιόδους αναστοχασμού και απομάκρυνσης  από το δούναι και λαβείν επιβεβαιώνουν  τον κανόνα. Τα κείμενα ευτυχίας που πείθουν έχουν γραφτεί σε όρη και βουνά απάτητης μοναχικότητας. Ευτυχώς όμως το πες, πες δουλεύει. Κι έτσι  έχει μειωθεί τόσο η φαντασία μας τα τελευταία χρόνια που μέσα στην πιο χύμα χυδαιότητα και την  καλπάζουσα απώλεια μαθαίνουμε να ευτυχούμε. 

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

Τόσα χρόνια - μια ανάσα, της Λίνας Δημοπούλου


Η Λίνα Δημοπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε νηπιαγωγός και ηθοποιός. Εργάστηκε ως δασκάλα υποκριτικής, σκηνοθέτις παιδικών παραστάσεων και βοηθός παραγωγής στον κινηματογράφο. Το 1991 πέρασε στο χώρο της τηλεόρασης, όπου και δραστηριοποιήθηκε στον τομέα της Οργάνωσης – Διεύθυνσης Παραγωγής. Το 2001 βραβεύτηκε (μαζί με το Νίκο Μουρατίδη) για την συγγραφή του σεναρίου της τηλεοπτικής σειράς «Παππούδες εν δράσει» της ΕΤ1.

Στη δισκογραφία εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1993 στο δίσκο του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα». Η στενή συνεργασία τους είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν αρκετά καλά τραγούδια που αγαπήθηκαν πολύ απ' τον κόσμο.

Εκτός από το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα όμως, μέχρι σήμερα έχει συνεργαστεί και με τους: Βίκυ Μοσχολιού, Μανώλη Μητσιά, Γιώργο Νταλάρα, Δημήτρη Μητροπάνο, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Διονύση Τσακνή, Μανώλη Λιδάκη, Σταύρο Λογαρίδη, Δημήτρη Μπάση, Γιάννη Ζουγανέλη, Δημήτρη Σταρόβα, Μελίνα Ασλανίδου, Στέλιο Γαργάλα, Αντώνη Βαρδή, Μανόλη Ανδρουλιδάκη, Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Κίτρινα Ποδήλατα και άλλους, ενώ πριν δύο χρόνια περίπου έγραψε τους ελληνικούς στίχους στο «Por que», το περίφημο αυτό τραγούδι που ερμήνευσε η Yasmin Levy στο πρόσφατο προσωπικό της άλμπουμ «Sentir», παρέα με την κορυφαία Ελένη Βιτάλη.


Έχει γράψει κυρίως τρυφερά και γλυκόπικρα ερωτικά τραγούδια. Αλλά και κάποια άλλα τραγούδια που δεν διστάζουν να κοιτάξουν την πραγματικότητα κατάματα και να σχολιάσουν τα κακώς κείμενα (…Ζητάς πατρίδα μου να μείνω στη παράγκα, άχρηστη βάρδια σε ετοιμόρροπη σκεπή, τα σύνορά της να φυλάω απ' τον ληστή, αυτόν που εσύ τον έχεις κάνει μάγκα και που μονάχη σου τον άφησες να μπει, προσφέροντάς του τη ζωή μου για μπροστάντζα  ή  Στο σκαλοπάτι μου σειρήνες διαφημίσεις, μ' άτοκες δόσεις αγοράζεις το Θεό, χαρίζουν χρήματα με κάρτες και ρυθμίσεις κι ό,τι σου δίνουνε σου το ζητάν διπλό. Ψάχνω στις τσέπες μου και κοίτα μη ρωτήσεις, εκεί στο βάθος τους τι πρόκειται να βρω και δε γελάω μ’ αυτή τη πλάκα, δεν είναι αστείο να σε παίρνουν για μαλάκα και να στο λένε…).
Η γραφή της είναι απλή, άμεση και κατανοητή. Έχει τη δυνατότητα επίσης (το έχει αποδείξει) να γράψει τραγούδια-μεγάλες επιτυχίες που είναι κοστούμια, όπως λένε, στον κάθε τραγουδιστή, όπως το «Κόψε και μοίρασε», το «Ως τα χαράματα» κ.ά.
Αυτό συνέβη και με το τραγούδι που μας απασχολεί αυτή τη φορά…

Η Λίνα Δημοπούλου κρατά μια διακριτική θέση στο χώρο της και αυτό έχει ήδη -θέλω να πιστεύω- εκτιμηθεί από τους συναδέλφους της, αλλά και από τους ακροατές των τραγουδιών της. Ζητήσαμε να μας γράψει δυο λόγια για το παρακάτω τραγούδι και την ιστορία της συνεργασίας της με το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Ο λόγος στην ίδια…


«Τόσα χρόνια μια ανάσα»
Στίχοι: Λίνα Δημοπούλου
Μουσική, ερμηνεία: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Φωνητικά: Ελισάβετ Καρατζόλη

Ανάβω ένα τσιγάρο / απ’ τα απαγορευμένα
πάντα το σκασιαρχείο / αγαπούσα πιο πολύ
ανάβω κι άλλο ένα τσιγάρο.

Στη δουλειά και στο σχολείο / στης αγάπης την αρένα
μια απόδραση ζητούσα / και μια άτακτη φυγή,
ώσπου φάνηκες εσύ!

Πήραν φόρα οι μελωδίες / και του έρωτα οι χημείες
και γεννήθηκαν τραγούδια / κι ένα όμορφο παιδί
ούτε το 'χα φανταστεί.

Είναι τώρα που μετράμε / κάπου δυο δεκαετίες
και κανένας πια δε θέλει / να το σκάσει από κει,
φτάνει δίπλα να είσαι εσύ.

Σε μιαν ανάσα
τόσα χρόνια τα χωράω
τα φιλιά σου κι όσες γράψαν μουσικές, σε μιαν ανάσα...
Σε μιαν ανάσα, ότι έγινα σε σένα το χρωστάω
στο χρωστάω κι ο δειλός
δε το ξεστόμισα ποτέ.

Κι αν καμιά φορά με πιάνουν / κάτι ανόητες μανίες
και τα κάνω άνω κάτω / και τραβάω το σκοινί
του σκορπιού μου το κεντρί.

Βγάζω, μάτια μου, ισόβια / σε κρυμμένες μου φοβίες
μη ξυπνήσω κάποια μέρα / κι έχεις εξαφανιστεί
μια ζωή χωρίς ζωή.

Σε μιαν ανάσα
τόσα χρόνια τα χωράω
τα φιλιά σου κι όσες γράψαν μουσικές, σε μιαν ανάσα...
Σε μιαν ανάσα, ότι έγινα σε σένα το χρωστάω
στο χρωστάω κι ο δειλός
δε το ξεστόμισα ποτέ.  



«ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΙΑ ΑΝΑΣΑ» της Λίνας Δημοπούλου

Υπάρχει ένα μπέρδεμα στη γνωριμία μου με το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Εκείνος υποστηρίζει πως μας σύστησε ο Αντώνης Μιτζέλος κι εγώ θυμάμαι πως το προξενιό έκανε ο Γιάννης Σπυρόπουλος Μπαχ. Όπως και να έγινε, πρωτοβρεθήκαμε την περίοδο που ετοίμαζε τον επόμενο δίσκο του μετά το Διδυμότειχο Blues,  το καλοκαίρι του ’92. Ένα δραματικό καλοκαίρι. Κορυφαία τραγικό γεγονός συντάραξε την οικογένειά του τότε.
Ανάγκη υποστήριξης είχε η Ελένη, η γυναίκα του, ένα πανέμορφο κορίτσι με καθαρό και ίσιο βλέμμα, με την οποία είχαμε συμπαθηθεί από την πρώτη στιγμή και έμελλε αυτή η δύσκολη στιγμή να μας φέρει ακόμα πιο κοντά, να γίνει η συμπάθεια αγάπη βαθιά, αληθινή και ισόβια.
Ως το 2007 είχα ζήσει με το Μαχαιριτσέικο μια ολόκληρη ζωή με γέλια, κλάματα, χαρές, πένθη, μαιευτήρια, νοσοκομεία, διακοπές, φαγοπότια, τραγούδια, γεγονότα μικρά και μεγάλα, φανερά και μυστικά, ιδιωτικά και δημόσια, όταν ο Λαυρέντης μου ζήτησε να του γράψω ένα κομμάτι για την εικοσαετία του στη δισκογραφία,  αλλά με την επισήμανση να αφορά συνολικά στην εικοσαετία της ζωής του και να ‘χει ερωτικό στίγμα.
Απ’ τη μια ήταν σα να είχαν πέσει τα sos θέματα στις εξετάσεις ή σα να μου ήρθε σκονάκι  εξ ουρανού κι απ’ την άλλη ήταν σα να έπρεπε να εκθέσω το φίλο μου στο κοινό του, με τα ωραία και τα δύσκολά του.
Πως αρχίζουμε;
Με τον γνωστό τρόπο! Τσιγάρο… και πάμε!
«Ανάβω ένα τσιγάρο απ’ τ’ απαγορευμένα…». Κόλαση στο youtube, πως προτείνουμε «περίεργα» τσιγάρα στον κόσμο. Ας το λύσουμε εδώ! Στον Λαυρέντη είναι απαγορευμένο το κάπνισμα από το 1997, μετά από πρόβλημα υγείας, που είναι τοις πάσι γνωστό, πως αντιμετώπισε τότε κι έτσι προέκυψε ο χαρακτηρισμός.
Στον στίχο του τραγουδιού, εκτός από τον ίδιο,  πρωταγωνιστούν οι δύο πιο σημαντικοί άνθρωποι στη ζωή του, η Ελένη και η Μαρία-Κλάρα, η κόρη του.
Η ιστορία και οι ήρωες της είναι αληθινοί, απ’ την αρχή ως το τέλος, όπως τους γνώρισα, τους έζησα  και τους ένιωσα όλα αυτά τα χρόνια.
Η αγάπη για όλους τους και τα ποτάμια των αναμνήσεων οδήγησαν τη σκέψη και εν τέλει την έμπνευση.

ΥΓ  Ό, τι με συγκίνησε περισσότερο ήταν πως το τραγούδι αυτό άγγιξε πολύ νεαρό κόσμο, κάνοντάς τον να ονειρεύεται ένα τρυφερό μέλλον.

Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Στέλλα Βλαχογιάννη - Ιατρείον Ασμάτων


«Αν δεν είχαμε τους ποιητές σ’ αυτή τη χώρα, δεν ξέρω με ποιον άλλο τρόπο θα έβρισκαν δρόμο τα δάκρυα».

Το «Ιατρείον Ασμάτων» κυκλοφόρησε το Δεκέμβριο του 2005 από τη «Μικρή Άρκτο». Στις 144 σελίδες του βιβλίου διαβάζουμε κάποια μόνο αποσπάσματα από τον πολύτιμο και ακριβό ραδιοφωνικό λόγο της δημοσιογράφου Στέλλας Βλαχογιάννη. Αποσπάσματα από την ομώνυμη ραδιοφωνική εκπομπή που παρουσίαζε από το 2003 έως το 2010 στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας κάθε Τετάρτη βράδυ. 
Η Στέλλα Βλαχογιάννη, κατάφερε να μεταφέρει στις σελίδες ενός βιβλίου τη μαγεία μιας ραδιοφωνικής μουσικής εκπομπής λόγου και σκέψης. Γιατί, κακά τα ψέματα, αυτό ήταν η εκπομπή της.
Οι ακροατές-ασθενείς της δεν άκουγαν μια απλή παρουσίαση τραγουδιών και δημιουργών, ούτε ξεπερασμένες αφιερώσεις παλιού τύπου, ούτε βέβαια τραγούδια ανούσια που μεταδίδουν ασταμάτητα τα περισσότερα, ιδιωτικά κυρίως, ραδιόφωνα. 
Οι ακροατές-ασθενείς της άκουγαν πάντα μια βραχνή και βαριά αντιραδιοφωνική φωνή να εξομολογείται προσωπικές της στιγμές, μνήμες και εμπειρίες με χιούμορ, αυτοσαρκασμό, συγκίνηση και με μια διάθεση που επηρεαζόταν από την επικαιρότητα.
Αλίμονο αν έξω πλανήτης σφάζεται, όπως λέει και το τραγούδι, και εσύ στο στούντιο το παίζεις γκόμενα!
Πέρα από τη φωνή της όμως, αντιραδιοφωνικές ήταν και οι περισσότερες επιλογές της. Απέφευγε τα σουξέ όπως ο διάολος το λιβάνι. Ακόμα και καλά τραγούδια που έγιναν σουξέ δεν ήθελε να τα μεταδίδει. Προτιμούσε σχεδόν πάντα τις «κρυφές» στιγμές, τις «σιωπές» του ελληνικού τραγουδιού, τις άγνωστες πρώτες εκτελέσεις, τα καλά τραγούδια που δεν έγιναν διάσημα. Και βέβαια, τους νέους καλλιτέχνες!
Τα τραγούδια αυτά -ας με συγχωρέσουν οι ποιητές του ελληνικού τραγουδιού- με τον ιδιαίτερα αυτοβιογραφικό της λόγο, η Στέλλα Βλαχογιάννη τα συμπλήρωνε, τα φώτιζε και στο τέλος μας έκανε, κάποια από αυτά, να τα αγαπήσουμε περισσότερο!
Τραγούδια και ποιητικά κείμενα που αποτελούσαν σκηνές μιας παλιάς και γνώριμης ταινίας που όλοι έχουμε ζήσει ή έχουμε δει αρκετές φορές σε ιδιωτικές και άκρως προσωπικές προβολές…
Με αφορμή ένα στίχο από κάποιο τραγούδι, έφτιαχνε μια ολόκληρη ιστορία. Πόσο δύσκολο! Για να κάνεις κάτι τέτοιο, πρέπει να ξέρεις καλά το ελληνικό τραγούδι, την ελληνική γλώσσα, τη λογοτεχνία και βέβαια να έχεις ποιητική φλέβα.
Η Στέλλα Βλαχογιάννη τα κατέχει όλα αυτά. Γράφει στην αρχή του βιβλίου: «Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους δημιουργούς του ελληνικού τραγουδιού και ιδιαίτερα στους στιχουργούς, που πέρα από το αίσθημα κρατούν ζωντανή και τη σκέψη μου».
Δυο χρόνια πριν το «Ιατρείον Ασμάτων» είχε κυκλοφορήσει, πάλι από τη «Μικρή Άρκτο», η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Η Θλίψη του σώματος» (2003) ενώ μέσα στο 2010 κυκλοφόρησε και η δεύτερη ποιητική της συλλογή με τίτλο «Με λένε Θάνατο» από τις «Εκδόσεις Μετρονόμος». Πρόσφατα παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία και το πρώτο θεατρικό της έργο, το «Μην παίζεις με τα χώματα». Ένα σπονδυλωτό θέαμα με άξονα τρεις μονολόγους και συνδετικά κείμενα από το βιβλίο που σας παρουσιάζουμε εδώ! 


Το «Ιατρείον Ασμάτων» λοιπόν ήταν από τις αγαπημένες μου ραδιοφωνικές εκπομπές. Ευτυχώς που έγινε βιβλίο και έτσι τα ποιητικά κείμενα της Στέλλας Βλαχογιάννη θα μας συντροφεύουν για πάντα. 
Παρακάτω, μερικά αποσπάσματα:

Πώς ξημέρωνε η αγάπη στα χρόνια των γονιών μας; Έλα να μάθεις στην πλατεία Βάθης… Κάπως έτσι αγαπήθηκαν και έζησαν οι γονείς μας. Με καρδιά καμένη από την πυρκαγιά του Εμφυλίου, τη φτώχεια των μεταπολεμικών χρόνων, τον τρόμο για την επιβίωση. Ο καπετάν Πάνος από την Τρίπολη ήρθε και κρύφτηκε σε μια θεία του στα Πετράλωνα - νομίζω. Κρυβόταν, κι έβγαινε τα βράδια στα στέκια των πατριωτών του μήπως και βρει κανένα μεροκάματο, γιατί είχε γυναίκα και μωρό παιδί. Ζήτησε άδεια για μαγαζί στην αγορά, δεν του τη δίνανε λόγω φρονημάτων. Ζήτησε άδεια για ταξί που είχε μάθει οδηγός στο στρατό, δεν του έδωσαν πάλι λόγω φρονημάτων. Στο παραπέντε της αυτοχειρίας του ένας μεγαλοπιασμένος Τριπολιτσιώτης τον πήρε στη δούλεψή του. Είχε ιδιωτική ψυχιατρική κλινική και τον ήθελε κάτι σαν παιδί για τις εξωτερικές δουλειές. Να κάνει τα ψώνια, να τακτοποιεί την τροφοδοσία, τέτοια πράγματα. Του έδωσε κι ένα χαμόσπιτο στην είσοδο της κλινικής να μένουν και να κάνει κι η γυναίκα του την πορτιέρισσα, να πουλάει και καμιά πορτοκαλάδα να βγάζουν τον επιούσιο. Εδώ δεν ήθελε φρονήματα. Ήθελε να κάνεις πως δε βλέπεις και, το κυριότερο, πως δεν ακούς. Κι ο καπετάν Πάνος, που έγινε σκέτος Πάνος, ησύχασε πως είχε πια να μεγαλώσει το παιδί του. Και μάλιστα στον Παράδεισο. Αμαρουσίου!

Τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες; Δεν καταλαβαίνω την ερώτηση, μπορείτε να την επαναλάβετε; Γιατί; Με τους αιώνες θα αναμετρηθούμε εμείς; Βρέθηκε το αθάνατο νερό και δεν το μάθαμε; Καθεμιά νύχτα έχει την ψυχή που της δίνουμε: μεγάλη, μικρή, διπλή μερίδα, με απ’ όλα, κενόν αέρος, ό,τι έχει κανείς τέλος πάντων. Υπάρχει μια παρεξήγηση με αυτή τη λέξη – νύχτα. Πολλοί μετρούν τις νύχτες τους με κραιπάλες και ξίδια και γενικώς με καταπάτηση των απαγορευμένων. Νομίζω δεν είναι έτσι. Νύχτα είναι μια κατάσταση δύσκολη, είναι ένας χρόνος με τον εαυτό σου γυμνό και τις δικαιολογίες σου στα σκουπίδια, είναι ένα ταξίδι στα μακριά από το οποίο δεν ξέρεις ποτέ αν, πότε και πώς θα επιστρέψεις. Θέλει προσοχή και αποφασιστικότητα. Διότι η νύχτα δεν είναι κάτι. Είναι κάποια.

Μια Κυριακή απόγευμα είχε τα δάχτυλά της στα μαλλιά μου ν’ ανακατεύουν τα χρόνια, να σημειώνουν ανορθόγραφα την αγάπη, να προετοιμάζουν τον οριστικό χωρισμό. Είχαμε χωρίσει τόσες φορές, που ποτέ δεν πιστέψαμε ότι αυτό κάποτε θα τελειώσει. Δικό μου το άχτι παλιό, πράγματι, αλλά και δικό της. Ίσως ήταν και το μόνο που μοιραστήκαμε. Τώρα, όπως έγραψε κι ο μικρός μου αδελφός, η Άννα γυρίζει πάντα αλλά πια δεν επιστρέφει. Τώρα, η ζωή μου δεν έχει πια Κυριακές. Μαμά πιάνει καλά το Δεύτερο Πρόγραμμα στα χώματα;

Τι θέλεις απ’ τα νιάτα μου; Ένα παράπονο σαν θεία λειτουργία από τη φωνή της Αρλέτας. Τι θέλω απ’ τα νιάτα σου; Τα νιάτα σου! Ήθελα να ήμουν εκεί. Όταν γελούσες, όταν ερωτευόσουν, όταν πόναγες. Ήθελα να σε βλέπω να χορεύεις, να πίνεις, να τραγουδάς. Ήθελα να σε παρατηρώ να ωριμάζεις χωρίς σκιές στα μάτια, με κλεισμένα τα βιβλία σου στην Εφορία των Πεπερασμένων Ερώτων. Ήθελα να ήμουν εκεί. Παρατηρητής και δικαιούχος του μέλλοντός σου.

Άλκης Αλκαίος. Μια πόλη χτίσαμε μαζί και ακόμα ζω στο νοίκι. Μεγάλη κουβέντα. Και ακόμα μεγαλύτερη εκείνο το πάντα γελαστοί και γελασμένοι οι φίλοι του Χάρου. Αυτός είναι ο ορισμός του ωραίου θανάτου. Γελασμένοι να φύγουμε. Τα έξυπνα πουλιά ας μείνουν να πετούν πάνω από τα χαλάσματα, ας φτιάξουν πάλι εξάδυμους πύργους και σιδερένια χαμόγελα. Εμείς θέλουμε να πεθάνουμε στον ίσκιο ενός ονείρου, στην άκρη μιας ιδέας, στην αγκαλιά μιας λυτρωτικής ψευδαίσθησης. Γελασμένοι, κοροϊδεμένοι, γοητευτικοί από ένα θαύμα που δεν καταφέραμε.

Η Ελένη Βιτάλη μάλλον συντάσσεται με την άποψη του Αλμοδοβάρ ότι τα πάντα είναι αυτοβιογραφικά. Αυτό το τραγούδι, το Εγώ τραγούδαγα τα βράδια στα σκυλάδικα, το’ χει γράψει μόνη της, γι’ αυτό και στάζει αίμα. Μ’ αρέσει ιδιαιτέρως, γιατί δεν είναι μια αυτοβιογραφία που μεταθέτει τις ευθύνες σε άλλους. Είναι ένα κομμάτι σάρκα κομμένο με νυστέρι από την ίδια. Και είναι και αποκαθήλωση του αιώνιου άλλοθι που επικαλούμαστε όλοι μας. Εφηβεία ονομάζεις το φρικιό σου. Αυτό δεν κάνουμε; Κρύβουμε τις απρέπειές μας και τα λάθη μας στην επίκληση μιας ενηλικίωσης που τάχα μου δεν ήρθε ποτέ.  Ουαί ημίν! Μετά την απομάκρυνση εκ των 18 μου χρόνων ουδέν λάθος χρεώνεται σε άλλον. Όποιος θεωρεί ότι έμεινε παιδί να απευθυνθεί επειγόντως σε γιατρό.

Οι ελεύθεροι κι ωραίοι φροντίζουν για την αξιοπρέπειά τους. Χτίζουν μόνοι τους τις φυλακές τους, εξασφαλίζοντας τουλάχιστον ένα επιθυμητό επίπεδο ζωής. Με ό,τι κρίνει ο καθένας τους απαραίτητο: ένα φορτηγό τσιγάρα, ένα μπάρκο μουσικές, ένα δωμάτιο βιβλία, μυρωδιά θάλασσας αν δεν είναι δυνατή η θέα της, ένα σκύλο οπωσδήποτε. Και μολονότι ασεβείς, προσεύχονται, όταν χτυπήσει κάποιος την πόρτα τους, ο άνθρωπος που έρχεται να είναι για να μείνει.

Μένει μονάχα ένα πείσμα, δεν είναι συνήθεια μοναχά. Αυτό το πείσμα, που λένε και οι Κατσιμιχαίοι, έσωσε όσους έσωσε. Το πείσμα για ζωή, για όνειρο, για παραμύθι, για αιώνιες φιλίες και υπεραιωνόβιους έρωτες, το πείσμα να μη γίνεις άλλη μια ασήμαντη ίνα στο κεντρικό νευρικό σύστημα ενός κόσμου που αγοράζεται και αγοράζει. Να σας πω. Τώρα που γίνονται τόσες ευκολίες με τις τράπεζες κι όλα αυτά τα ψευδώνυμα αγαθά, μπορώ να κάνω μια μεταφορά υπολοίπου από την ανήμερη καρδιά της νεότητάς μου;

Ποιαν αμαρτία να’ χω κάνει και μου’ χουν λείψει τα φιλιά, αναρωτιέται ο Γιάννης Ρίτσος, που δεν έκλαψε γι’ αυτά που του πήραν, ερωτικός και γενναίος σε όλη του τη ζωή. Εμείς οι μικροί τω πνεύματι πώς καταλήγουμε στα ίδια ερωτήματα, στις ίδιες ανασφάλειες; Είναι τόσο προβλέψιμες οι στατιστικές των απωλειών στους ερωτικούς πολέμους, που ούτε καν η θλίψη μας δεν είναι πρωτότυπη;

Η αθανασία του ανθρώπου είναι η μνήμη του. Η μνήμη που κληρονόμησε και αυτή που θα κληροδοτήσει ο ίδιος στους επόμενους. Αυτό ισχύει και για εμάς τους κοινούς θνητούς. Τι νομίζεις ότι διεκδικούμε κάνοντας τόση φασαρία στη ζωή; Κάποιος να μας θυμάται. Αυτό είναι το γέρας που θέλουμε για τα επί της γης μικρά μας βήματα. Κάποιος να θυμάται τον καπνό που έβγαινε από το στόμα μας και το περίσσευμα καρδιάς που μπορέσαμε να διαθέσουμε σε κάποιον νεότερο. Κάποιος να λέει το όνομά μας και ο ήχος να μην είναι στάχτη αλλά φως.


Θα μπορούσα να γράψω κι’ άλλα. Πιστεύω όμως πως αυτά τα δέκα αποσπάσματα ραδιοφωνικού λόγου είναι αρκετά… 
Το βιβλίο αυτό είναι αφιερωμένο στη μνήμη της Λιλάντας Λυκιαρδοπούλου και στο Δημήτρη Καλοστύπη.

Ως εδώ για τώρα. Το Ιατρείον ασμάτων, ο φύλακας διάβολός σας, θα ανοίξει πάλι την επόμενη Τετάρτη τα μεσάνυχτα. Από τη Στέλλα Βλαχογιάννη, που με δικά της λόγια διηγείται τραγούδια άλλων… καλό σας βράδυ, καλή Πέμπτη. Μείνετε συντονισμένοι στο Δεύτερο Πρόγραμμα. Εδώ η μουσική ακούγεται και, καμιά φορά, πονάει κιόλας…

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

Θανάσης Γκαϊφύλλιας: «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ελλάδα, όχι μόνον για τη Θράκη, είμαστε οι Έλληνες»


Πρόσφατα ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας έδωσε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη στο μουσικό περιοδικό «Ζω τη Μουσική» (Τεύχος 48 - Περιοδική έκδοση που διανέμεται δωρεάν σε όλη τη Θράκη: Ξάνθη, Κομοτηνή, Αλεξανδρούπολη) της εφημερίδας «Παρατηρητής της Θράκης».

Θανάσης Γκαϊφύλλιας

«Πιστεύω πως ένας λαός είναι άξιος της μοίρας του όταν, αντί να πάρει με τις πέτρες τα πολιτικά σκουπίδια που αποκαλούν τους ποιητές ¨λαπάδες και κουραμπιέδες¨, τους επιβραβεύει με την ψήφο του»

Το ραντεβού μας με τον Θανάση Γκαϊφύλλια ήταν για την Πέμπτη το απόγευμα. Είχε την ευγενή καλοσύνη να μας ανοίξει το σπίτι του. Τον γνωρίζαμε ως καλλιτέχνη πολύ καλά, αλλά ως άνθρωπο σχεδόν καθόλου και αυτό ήταν που μας προκαλούσε πολύ άγχος… Όμως, στα πρώτα πέντε λεπτά της συνάντησής μας, αυτό είχε εξαφανιστεί. 
Δίπλα μας καθόταν ένας άνθρωπος εγκάρδιος, φιλικός που φρόντισε από την αρχή, καταλαβαίνοντας ίσως το άγχος μας, να μας κάνει να αισθανθούμε άνετα. Κι έτσι, το απόγευμα έγινε βράδυ, κανονική αρμένικη βίζιτα, αλλά συνέντευξη δεν έγινε, το μαγνητοφωνάκι δεν άνοιξε ποτέ, δεν θέλαμε να δημοσιογραφοποιήσουμε αυτή την όμορφη κουβέντα, που είχε ανάψει και πηδούσε από το ένα θέμα στο άλλο με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, από την σημερινή κατάσταση της Ελλάδας σε στιγμές από την προσωπική του πορεία, από το «Κύτταρο» στο άλλο «Κύτταρο»… 
Φύγαμε από το σπίτι του και οι δύο με ένα χαμόγελο στο στόμα όχι γιατί είχαμε καταφέρει κάτι σπουδαίο, αλλά γιατί γνωρίσαμε έναν άνθρωπο συγκροτημένο, που διατηρεί ακόμα την σπίθα της νιότης, έναν άνθρωπο που σε περνάει ακτινογραφία όχι για να πάρει φακελάκι αλλά για να σε γιατρέψει, ως κάθε καλλιτέχνης οφείλει…
Την επόμενη μέρα του στείλαμε τις ερωτήσεις και μας απάντησε με e-mail!
Χρήστος Λαγαρίας – Θάνος Βαφειάδης


«Εκδρομή στα φωτεινά τοπία της νιότης μου»

Θα ήθελα να ξεκινήσουμε αυτή τη συνέντευξη από τον τελευταίο χρονικά δίσκο σας με τίτλο «Αυτά που ρωτάς – Ζωντανά στο Κύτταρο». Δίσκος με κυκλικούς συμβολισμούς θα έλεγα…  Επιστροφή στη Λύρα, επιστροφή στο Κύτταρο… Τον αισθάνεστε κι εσείς έτσι αυτόν τον δίσκο, ως κύκλο; 
«Αυτά που ρωτάς», εγώ τα είδα περισσότερο σαν εκδρομή στα φωτεινά τοπία της νιότης μου, παρά σαν κύκλο που ολοκλήρωσε το τέλειο σχήμα του.

Το «Αυτά που ρωτάς» ήταν επίσης και η πρώτη ζωντανή αποτύπωση μιας σειράς εμφανίσεών σας. Γιατί άργησε τόσο; Είσαστε κατά αυτής της δισκογραφικής οπτικής  αποτύπωσης σε δίσκο μιας ζωντανής εμφάνισης;
Με καθαρά δισκογραφικούς όρους, ναι. Είναι το πρώτο live που κάνω. Ζωντανές εμφανίσεις μου όμως έχουν μεταδοθεί τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά πολλές φορές. Θεωρώ πως είναι πιο σημαντικά ντοκουμέντα, γιατί δεν επιδέχονται την παραμικρή παρέμβαση και τώρα με το διαδίκτυο είναι στη διάθεση όλων, για πάντα. Τα προηγούμενα χρόνια τα live ηχογραφούνταν από «άποψη». Τώρα πια έχουν καθιερωθεί ως ένας οικονομικός τρόπος παραγωγής. Δεν παύουν όμως να είναι μια ζωντανή μαρτυρία από την ατμόσφαιρα που επικρατεί, την ώρα που ο καλλιτέχνης «εκτίθεται» γυμνός μπροστά στο κοινό του.

Στον προαναφερθέντα δίσκο με τις πρόζες, ανάμεσα στα τραγούδια σας, αναλαμβάνετε τον ρόλο του «παραμυθά». Από την άλλη τραγούδια όπως το «υστερόγραφο» ή το «αυτά που ρωτάς» κάθε άλλο παρά παραμύθια μπορούν να θεωρηθούν…
«Παραμυθάς»! Ωραίο αυτό. Συνηθίζω να μιλώ ανάμεσα στα τραγούδια και να τα συνδέω με μικρές ιστορίες, ανέκδοτα, ποιήματα και με ό,τι μπορεί να προκύψει από την αμφίδρομη σχέση μου με το κοινό. Συνήθως τα σχόλια είναι θέμα διάθεσης. Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις είναι απαραίτητα, για να γίνουν κατανοητά ποιήματα όπως το «Υστερόγραφο», που είναι η οργισμένη διαμαρτυρία του Μιχάλη Κατσαρού για τη λογοκρισία που υπέστη από την αριστερά, το «Δεκάξι χρόνια μετά» που είναι συνέχεια του «Γαμήλιου προσκλητηρίου» και το «Υποχθόνιο βαλς της βραδιάς των αριθμών» που είναι δεμένο με τις «Ιστορίες». Πάντα όμως έχω κάτι να πω για τα τραγούδια και τον τόπο μου, σε βαθμό που… κάπως αυθαίρετα, δε διστάζω να θεωρώ τον εαυτό μου «άτυπο πολιτιστικό πρεσβευτή της Κομοτηνής».



«Μέσα από τους ποιητές μας έμαθα τη γλώσσα, την ιστορία και το μέλλον της Ελλάδας»



Κώστας Καρυωτάκης, Μιχάλης Κατσαρός, Οδυσσέας Ελύτης, Γιάννης Ρίτσος μερικοί από τους μεγάλους ποιητές μας που έχετε μελοποιήσει ή ερμηνεύσει. Τι σημαίνει για εσάς η ποίηση; Πιστεύετε ότι στην εποχή που ζούμε, της ομογενοποίησης και των ιλιγγιωδών ρυθμών, έχει θέση;                                                                                             
Μέσα από τους ποιητές μας έμαθα τη γλώσσα, την ιστορία και το μέλλον της Ελλάδας. Όποιος δεν έχει μάθει να τους διαβάζει και να τους ερμηνεύει… «δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει». Αυτά που μας συμβαίνουν (και κυρίως αυτά που θα μας συμβούν) είναι όλα γραμμένα στις… προφητείες τους. Πιστεύω πως ένας λαός είναι άξιος της μοίρας του όταν, αντί να πάρει με τις πέτρες τα πολιτικά σκουπίδια που αποκαλούν τους ποιητές «λαπάδες και κουραμπιέδες», τους επιβραβεύει με την ψήφο του.

Ήσασταν από τους πρωτοστατήσαντες  για την επαναλειτουργία του Αρχαίου Θεάτρου Μαρώνειας. Το καλοκαίρι του 2009 έγινε πράξη. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν διαφορετικές απόψεις στην τοπική κοινωνία σχετικά με τους όρους χρήσης του. Ποια είναι η δική σας άποψη; 
Βέβαια όταν το όνειρο έγινε πραγματικότητα, κανείς μας δεν πίστευε ότι τα πολιτικά λαμόγια της περιοχής θα το ευτέλιζαν και θα το χρησιμοποιούσαν για οικογενειακές συγκεντρωσούλες και σχολικές γιορτές. Χρέος μας είναι να μην επιτρέψουμε  να καταντήσει άλλη μια… «τρανταφυλλιά στιγμή, σε ακαμάτη στόμα». 



«Οι φοιτητές θα έπρεπε από τη φύση τους να είναι πρωτοπόροι και ανατρεπτικοί και να μην ακολουθούν στην παρακμή τα κόμματα»

Υπό το label «Δίσκοι Κύτταρο» κυκλοφόρησε μια πολύ σημαντική δουλειά, κατά την άποψή μας, για το πολιτιστικό γίγνεσθαι του τόπου και ανέδειξε με τον καλύτερο τρόπο τα θετικά της ύπαρξης ενός πανεπιστημίου σε μια επαρχιακή πόλη. Πιστεύετε ότι το πανεπιστήμιο μπορεί να αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό για την ανανέωση της πολιτισμικής ζωής σε μια τέτοια πόλη;
Τα πάντα είναι θέμα ανθρώπων. Αν κοιτάξουμε πίσω, θα δούμε ότι στα πρώτα χρόνια, με ελάχιστες υποδομές αλλά με περίσσιο ενθουσιασμό, οι φοιτητές κατάφεραν να αναστατώσουν ευχάριστα την πόλη μας. Η φιλία και η αλληλεγγύη ανάμεσα στους φοιτητές, αλλά και το δέσιμο με τους καθηγητές τους, δημιούργησαν πρόσφορο κλίμα και για παραγωγή πολιτισμού, αντάξια ενός πανεπιστημίου. Ο Φ. Ο. Θ. Κ. (Φοιτητικός Όμιλος Θεάτρου & Κινηματογράφου) στέγασε τις δημιουργικές ανησυχίες πολλών ταλαντούχων παιδιών και οι μουσικές και θεατρικές παραστάσεις τους, ήταν σημαντικά γεγονότα για την πόλη. Όσο όμως το πανεπιστήμιο μεγάλωνε, αποκτούσε αμφιθέατρα και εξαπλωνόταν σ’ όλη τη Θράκη, τόσο εξασθενούσε η συνοχή και το ενδιαφέρον (από όλους) για τον πολιτισμό. Οι φοιτητές θα έπρεπε από τη φύση τους να είναι πρωτοπόροι και ανατρεπτικοί και να μην ακολουθούν στην παρακμή τα κόμματα, το συνδικαλισμό, την οικογενειοκρατία και τον κοινωνικό ωχαδερφισμό. Έπρεπε να είναι σε μόνιμη και δημιουργική ρήξη με όλους και όλα και μέσα από τη γνώση και τον πολιτισμό να προτείνουν και να μας παίρνουν μαζί τους. Είναι η τελευταία ελπίδα μας.

Με το «Επί Πτυχίω» δώσατε βήμα σε νέους δημιουργούς.
Ήταν όλοι τους παιδιά του Δημοκριτείου. Ξεχωριστά και ταλαντούχα. Στο ένθετο του «Επί Πτυχίω» σημειώνω… «ευχαριστώ για το ταξίδι που μου χάρισε η άγρια φυλή του Δου Που Θου». Ίσως ήταν η κορυφαία στιγμή συνεργασίας, ανάμεσα στην τοπική κοινωνία και το Δημοκρίτειο. Μοναδικό στα πανεπιστημιακά χρονικά, αλλά όπως είπα και πιο πάνω, τα πάντα είναι θέμα ανθρώπων. Δέθηκα με βαθειά φιλία με δύο εξαιρετικούς δασκάλους. Τον Γιάννη Πανούση και τον Κώστα Σιμόπουλο. Μοιράστηκα μαζί τους την ίδια αγάπη και τα ίδια όνειρα για τον πολιτισμό, το σχολείο και τη Θράκη. Αποτέλεσμα της συνεργασίας μας ήταν να αποκτήσουν βήμα και να ακουστούν οι φωνές των παιδιών και στο «Επί Πτυχίω» και στον «Ήλιο τον Ηλιάτορα». 

Στο Κύτταρο ανεβάσατε στη σκηνή τις αδερφές Βουγιουκλή. Είστε αισιόδοξος σχετικά με τη νέα γενιά;
Με την Ελένη και τη Σουζάνα Βουγιουκλή γνωριζόμαστε, συνεργαζόμαστε και αγαπιόμαστε εδώ και πολλά χρόνια. Από τότε που ήταν παιδιά. Η εκπληκτική πορεία τους δεν είναι καθόλου τυχαία, αλλά αποτέλεσμα της μεγάλης αγάπης για τη μουσική και το τραγούδι. Η αγάπη όμως και το ταλέντο δεν αρκούν, αν κάποιος δεν αφιερώσει χρόνο, κόπο και μεράκι για κάθε σκοπό. Τα κορίτσια ήταν αποφασισμένα αλλά και τυχερά, αφού οι γονείς τους, ο Θωμάς και η Πηνελόπη, στάθηκαν δίπλα τους και μοιράστηκαν το ίδιο όνειρο. Να μια αισιόδοξη προοπτική για τη νέα γενιά. Αρκεί να μας έχει δίπλα και όχι απέναντι.




«Όχι χρόνο και χρήμα σε ανούσια πανηγυράκια και ¨δημόσιες φασουλάδες¨»



«Η πριγκίπισσα της Θράκης», όπως χαρακτηρίσατε την Ξάνθη, έχει όντως σημαντική παραγωγή πολιτισμού. Πιστεύετε το ίδιο και για την Κομοτηνή; Τι θα προτείνατε στους ιθύνοντές της;
Η πρότασή μου προς τους άρχοντες του τόπου, είναι πολύ απλή. Να κατανοήσουν πως το θέμα του πολιτισμού είναι σημαντικότερο από τη διαχείριση της καθημερινότητας, που μπορεί να γίνει από καλούς και καταρτισμένους τεχνοκράτες. Αυτό όμως που δίνει νόημα σε μια ΠΟΛΗ και ανεβάζει το επίπεδο του ΠΟΛΙΤΗ, είναι η αύρα του ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. Στη διπλανή μας Ξάνθη αυτό το έχουν καταλάβει εδώ και πολλά χρόνια και έμαθαν να εμπιστεύονται και να ενθαρρύνουν τους  ανθρώπους της προσφοράς και της δημιουργίας. Δεν είναι τυχαίο που δεν αναλώνουν χρόνο και χρήμα σε ανούσια πανηγυράκια και «δημόσιες φασουλάδες». Κι αυτό είναι θέμα των κατάλληλων ανθρώπων. Ο πολιτισμός είναι προτεραιότητα κι όχι πεδίο δημοσίων σχέσεων.  

Εμείς που μεγαλώσαμε εκτός Κομοτηνής, την γνωρίσαμε, πριν μετοικήσουμε, μέσα από το ομώνυμο τραγούδι σας. Είναι ακόμη η Κομοτηνή «φωνή σβησμένη απ’ τη βροχή και τις αρβύλες, λησμονημένη και γυμνή»;
Όχι βέβαια. Η Κομοτηνή, όπως κάθε πόλη, είναι ένας ζωντανός οργανισμός που μεγαλώνει και αλλάζει. Οι παλιοί Κομοτηναίοι μιλούν με νοσταλγία για την πόλη, έτσι όπως την έζησαν στα νιάτα τους και καμιά φορά θυμώνουν γιατί δεν προλαβαίνουν να αφομοιώσουν τις αλλαγές. Τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα, μετά από χρόνια θα μιλούν για μια Κομοτηνή που ήξεραν, που έζησαν και που δε θα είναι ποτέ η ίδια. Αλλά για όλους εμάς και γι αυτούς που θα ‘ρθουν, η Κομοτηνή θα είναι πάντα η καλή μας πατρίδα.

Πολλοί στις μέρες μας υποστηρίζουν ότι η Θράκη κινδυνεύει, άποψη που ανακυκλώνετε από τα Αθηναϊκά ΜΜΕ. Πώς σας ακούγονται όλα αυτά;
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ελλάδα, όχι μόνον για τη Θράκη, είμαστε οι Έλληνες. Εδώ οι λεβέντες μας, χωρίς να διαβάσουν, υπέγραψαν ένα μνημόνιο που ξεκάθαρα λέει πως οι όροι του…ΥΠΕΡΙΣΧΥΟΥΝ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ!!! Λέω ότι δεν το διάβασαν πριν το υπογράψουν, διότι έτσι μπορεί κάποιος να τους απαλλάξει… λόγω βλακείας. Αν όμως αποδειχθεί πως γνώριζαν τι υπέγραφαν, τότε πρέπει να δικασθούν… επί εσχάτη προδοσία.

«Ο σάπιος πολιτικός κόσμος, θέλοντας να προλάβει τις εξελίξεις, ήδη προετοιμάζει το έδαφος για κυβέρνηση συνεργασίας με τα ίδια σάπια υλικά»

Στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές συμμετείχατε στην προεκλογική συγκέντρωση του «Σπάρτακου», μιας κίνησης πολιτών που δεν είχαν τη στήριξη κάποιου πολιτικού κόμματος. Έχετε χάσει την πίστη σας σ’ αυτά; Υπάρχει περίπτωση να σας δούμε κι εσάς στην πολιτική;
Οι (αποδεδειγμένα) ανεξάρτητες κινήσεις πολιτών, είναι η μόνη και η καλύτερη απάντηση στον καταστροφικό, κληρονομικό δικομματισμό. Μέσα από τα μεγάλα ζόρια ο Έλληνας θα συνειδητοποιήσει πως ήρθε το τέλος μιας εποχής, που θεωρούσε την ψήφο του επιταγή που εξαργύρωνε στην κάλπη. Ο σάπιος πολιτικός κόσμος, θέλοντας να προλάβει τις εξελίξεις, ήδη προετοιμάζει το έδαφος για κυβέρνηση συνεργασίας με τα ίδια σάπια υλικά. Αν τα καταφέρει και εξαπατήσει και πάλι το λαό, τότε να πάμε να πνιγούμε. Όσο για μένα, ναι, θα ασχοληθώ με την πολιτική. ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ.

Στην «Ιστορία του Διομήδη», ένα αλληγορικό τραγούδι, τα άλογα στο τέλος χορταίνουν με το βασιλιά! Ανάλογο θα είναι και το τέλος των «βασιλιάδων» της εποχής μας πιστεύετε;
Ναι. Πιστεύω πως δεν υπάρχουν πια… ευγενικές λύσεις. 

«Τότε οι αγώνες δίνονταν για ένα καλύτερο ¨αύριο¨, σήμερα δίνονται για να σωθεί κάτι από το ¨χθες¨»

Στην Αθήνα των αρχών του ’70, ζήσατε έντονες στιγμές…  Γράφει ο φίλος σας ο Γρηγόρης Ψαριανός… «Είχαμε περάσει πολλά, ξύλο μετά μουσικής, απογοητεύσεις, διωγμούς, καταλήψεις στις Νομικές και στα Πολυτεχνεία, πάντα τραγουδώντας και πάντα ελπίζοντας». Η μουσική είναι μια ρεαλιστική διέξοδος τελικά;
Τότε ήταν. Τα ποιήματα γίνονταν τραγούδια και τα τραγούδια λάβαρα και σημαίες στα στόματα των εργατών και των φοιτητών. Τότε οι αγώνες δίνονταν για ένα καλύτερο «αύριο». Σήμερα δίνονται για να σωθεί κάτι από το «χθες». Τότε τα τραγούδια ξεχείλιζαν από μηνύματα ελπίδας. Τα τραγούδια που θα γραφούν από δω και πέρα θα ξεχειλίζουν από αηδία, οργή και μίσος. Θα είναι μαύρες σημαίες. 


«Ο λαός θα ανακαλύψει και πάλι το αίσθημα της αλληλεγγύης και θα τρομάξει και ο ίδιος από τη δύναμη της φωνής του»



Τις σημερινές κινητοποιήσεις και δράσεις των νέων πώς τις κρίνετε; Υπάρχουν κοινά στις δύο εποχές;
Δεν υπάρχουν κοινά σημεία. Έχω τη γνώμη πως με την υπογραφή του μνημονίου, μπήκε οριστικό τέλος στον εμφύλιο πόλεμο, που τόσο επιτυχημένα διατηρούσαν ως τις μέρες μας οι επιστήμονες του… διαίρει και βασίλευε. Μέσα από την κοινή ανάγκη, ο λαός θα αφήσει πίσω του την εθνικοφροσύνη, τα φακελώματα, τις πράσινες κλαδικές, τα γαλάζια παιδιά, τα χωριστά καφενεία, τα φοιτητικά εκκολαπτήρια και κυρίως τον απόλυτα διεφθαρμένο συνδικαλισμό. Θα περάσει τις διαχωριστικές γραμμές και τις κομματικές μάντρες και θα ενώσει την οργή του με αυτούς, που τόσο καιρό τον έπειθαν πως είναι εχθρός. Θα ανακαλύψει και πάλι το αίσθημα της αλληλεγγύης και θα τρομάξει και ο ίδιος από τη δύναμη της φωνής του. Μια αισιόδοξη προοπτική που θέλει τη νεολαία μάχιμη, αλλά και υπεύθυνη. Το αντάρτικο πόλεων και οι τυφλές καταστροφές, θα μας διχάσουν και πάλι. Η «Νέα Ιερά συμμαχία» καραδοκεί και φρόντισε πριν λίγους μήνες να επαναπροσδιορίσει το ρόλο του ΝΑΤΟ, ώστε να μπορούν να επεμβαίνουν όπου θεωρούν πως θίγονται τα… ιερά συμφέροντά τους. (Κι αυτό το υπέγραψαν οι λεβέντες μας).


«Θα χρειαστεί πολύς χρόνος μέχρι να ορθοποδήσει και πάλι το ελληνικό τραγούδι»

Ήσασταν από τους πρώτους καλλιτέχνες που κυκλοφόρησαν και διένειμαν δικές τους ανεξάρτητες παραγωγές. Ένα φαινόμενο ολοένα και συχνότερο στις μέρες μας, λόγω και της κρίσης της δισκογραφίας. Επίσης, πολλοί τραγουδοποιοί χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να «μοιράσουν», ακόμη και δωρεάν την μουσική τους ή κυκλοφορούν τα CD τους με εφημερίδες. Πώς τα κρίνετε όλα αυτά;
Πράγματι. Ήμουν από τους πρώτους. Η αυτάρκεια σ’ όλο της το μεγαλείο. Μόνο που τότε το εγχείρημά μου ήταν πρωτότυπο και βρήκε πρόσφορο έδαφος να ανθίσει και να καρπίσει, αφού ήταν η προσπάθεια ενός ανθρώπου να αυτονομηθεί από το παντοδύναμο (τότε) σύστημα της δισκογραφίας. Κανείς δε μπορούσε να προβλέψει το 1990 πως αυτό το σύστημα θα κατέρρεε λίγα χρόνια μετά σα χάρτινος πύργος και θα άφηνε πίσω του τόσα ορφανά. Τώρα πια οι ανεξάρτητες παραγωγές είναι ο μόνος δρόμος, κυρίως για τους νέους και το διαδίκτυο ο μόνος τρόπος προβολής. Μοιράζουν τη μουσική τους και όχι μόνο δε διαμαρτύρονται, αλλά είναι και ευχαριστημένοι αν έχουν πολλά κατεβάσματα. Το πραγματικά αρνητικό σ’ αυτή την ιστορία, είναι το ότι αναγκάζονται να τα κάνουν όλα μόνοι τους κι είναι φυσικό να κουράζονται γρήγορα, να απογοητεύονται και να τα παρατούν. Αυτή είναι η μεγάλη ζημιά. Θα χρειαστεί πολύς χρόνος μέχρι να ορθοποδήσει και πάλι το ελληνικό τραγούδι. Όταν συμβεί αυτό, δε θα έχει ανάγκη τα περίπτερα.

«Κι αν έβαλα και σκούπα και φαράσι αισθάνομαι ακόμα τυχερός». Τελικά η μεγαλύτερη δικαίωση είναι ο έρωτας και η οικογένεια;
Η οικογένεια είναι το σύμπαν όπου δοκιμάζονται οι αντοχές των ανθρώπων. Για να μείνει ενωμένη, έχει ανάγκη από τον απαραίτητο καταλύτη της αγάπης. Χωρίς αγάπη, ο καθένας τραβά το δρόμο του και η οικογένεια καταντά ιδιωτική φυλακή. Μια μικρή κόλαση. Όταν υπάρχει αγάπη, τότε η οικογένεια γίνεται κύτταρο και ναός της δημοκρατίας. 

Κλείνοντας αυτή την συνέντευξη, τι να περιμένουμε από τον Θανάση Γκαϊφύλλια στο άμεσο μέλλον;
Ελπίζω να είμαι γερός, για να πάρω κι εγώ μέρος στους αγώνες αυτού του… «πάντα ευκολόπιστου και πάντα προδομένου λαού».


Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

Χειμερινοί Κολυμβητές: Το πέρασμά τους...


Οἱ «Χειμερινοὶ Κολυμβητές» ὡς μουσικὸ σχῆμα ξεκίνησαν τὸ 1979 καὶ κατὰ καιροὺς δέχονται στὶς τάξεις τους διάφορους συνεργάτες σὲ μόνιμη ἢ περιστασιακὴ βάση. Καθένα ἀπὸ τὰ μέλη ἀκολουθεῖ προσωπικὴ διαδρομὴ στὴν ἑλληνικὴ μουσικὴ σκηνή, μὲ ξεχωριστὴ δισκογραφικὴ παρουσία.

Οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς ἀποτελοῦν μία μοναδικὴ περίπτωση μουσικοῦ σχήματος. Τραγουδοῦν τὸν ἔρωτα, τὴ μοναξιά, τὴν ὀμορφιά, τὶς φευγαλέες εἰκόνες, τὸ κέφι τῆς παρέας, τὴν μαγεία τῆς νύχτας. Προτείνουν μία διαφορετική, sui generis συναυλία, ποὺ μένει ἀξέχαστη σὲ ὅσους τὴν ἔχουν παρακολουθήσει ἔστω καὶ μία φορά.

Οἱ ἀραιὲς ἐμφανίσεις τους ἀποτελοῦν γεγονός, κάθε συναυλία τους εἶναι διαφορετική, ἀφοῦ δημιουργεῖται «ἐπὶ τόπου» μὲ τὴν συμμετοχὴ τοῦ κοινοῦ, ἐνῷ κάθε παράστασή τους διακρίνεται ὄχι μόνο γιὰ τὴ μουσική τους πρόταση ποὺ συνδυάζει παραδοσιακὰ καὶ ἔντεχνα στοιχεῖα, ἐφαρμοσμένα ἀπὸ δεξιοτέχνες μουσικούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐδιάθετη, ζεστὴ καὶ οὐσιαστικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ δημιουργοῦν οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς μὲ τὸ κοινό τους.


Τὸ συγκρότημα αὐτὸ ἀπὸ τὸν «Βορρᾶ» ἐμφανίστηκε πρὶν στὰ 1979, ἐγκαινιάζοντας μία ἐποχή, καὶ ἔκτοτε ὑπῆρξε πρότυπο γιὰ νέα σχήματα καὶ ἀνεξάρτητες δισκογραφικὲς παραγωγές, δημιουργώντας μὲ τὰ τραγούδια του «προσωπικὸ ὕφος» καὶ μουσικὴ ἄποψη.
Ἕνα σύνολο ἀπὸ ἀξιόλογους μουσικούς, συναντάει τὸν τραγουδιστὴ Ἀργύρη Μπακιρτζῆ ἀλλὰ καὶ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ μὲ τὶς παρεμβάσεις, τὰ σχόλια καὶ τὶς μαρτυρίες γιὰ τὴν γέννηση τῶν τραγουδιῶν ποὺ ἀκούγονται, δημιουργοῦν μία μοναδικὴ ἀτμόσφαιρα, καὶ μία ἀμεσότητα στὴ συμμετοχὴ τοῦ κοινοῦ στὰ δρώμενα τοῦ σχήματος.

Ἰδιαίτερη περίπτωση ἐρασιτεχνῶν μουσικῶν, οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς ἔφτιαξαν, μὲ τοὺς βασικούς τους δίσκους, τραγούδια ποὺ ἀποτελοῦν πρότυπα γιὰ τὴ ζωντάνια, τὸν ἐνθουσιασμό, τὴν τρυφερότητα, τὴν ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ τὴ μελαγχολία τους. Δηλαδή, μιὰ μικρὴ συνταγὴ ζωῆς.
Στὰ 1981 ξεκινοῦν στὴν δισκογραφία μὲ τὴν ἀνεξάρτητη παραγωγὴ «Χειμερινοί Κολυμβητές».
Στὰ 1985 μὲ τὸ δίσκο «Από το πάρκο στη Μυροβόλο» γνωρίζουν μεγάλη ἐπιτυχία.
Στὰ 1988 γράφουν καὶ παίζουν τὴν μουσικὴ γιὰ τὴν ταινία «Μ' αγαπάς;» τοῦ Γιώργου Τσεμπερόπουλου.
Στὰ 1991 κυκλοφορεῖ ὁ δίσκος «Οι Δακοκτ», μὲ τὴν ξεχωριστὴ παρουσία τοῦ 81χρονου (τότε) Σταύρου Καραμανιώλα ἀπὸ τὴ Θάσο.
Στὰ 1997, οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητές, παρουσιάζουν τὸν διπλὸ δίσκο «Όχι λάθη, πάντα λάθη», μόνιμη ἀτάκα τοῦ Βαγγέλη Σεμελίδη, συνεργάτη τοῦ Ἀργύρη Μπακιρτζῆ στὸν καθημερινό του ρόλο ὡς ἀρχιτέκτονα. Ὁ δίσκος περιλαμβάνει μεγάλο μέρος διαρκείας 75 λεπτὰ (τὸ 40% περίπου χρονικά) συναυλίας τους στὸ Λυκαβηττὸ τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 1995. Σ᾿ αὐτὸν περιέχονται 10 τραγούδια ἀπ᾿ τοὺς προηγούμενους δίσκους τους καὶ 13 ἀνέκδοτα νέα τραγούδια. Ἡ ἔκδοση προσφέρει ἐπὶ πλέον ἕνα maxi cd διαρκείας 15 λεπτῶν μὲ ἕνα μακροσκελὲς τραγούδι - ἀπαγγελία τοῦ ποιήματος τοῦ Σταύρου Καραμανιώλα «Ὁ βίος μου» καὶ ἕνα ὀργανικὸ χασάπικο τῶν ἀδελφῶν Βαλκάνη μὲ τὴν Μπάντα τῆς Φλώρινας, ἡ ὁποία συμμετέχει σὲ 4 τραγούδια.
Στὴν ἐκπνοὴ τοῦ 2005, κυκλοφορεῖ ὁ βαλκάνιος σύμπακτος δίσκος «Η Μαστοράντζα του Ερντεμπίλ», συλλογὴ μὲ 14 ἱστορικὰ τραγούδια τοῦ Εὐαγγέλου Ζάχου Παπαζαχαρίου. Μιὰ ἀφηγηματικὴ πατριδογνωσία τῶν νεώτερων βαλκανίων σὲ ἔμμετρη μορφὴ δὲ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι πιὸ παραδοσιακή, πιὸ σύγχρονη, πιὸ ψαγμένη, πιὸ θελκτική, πιὸ μεταμοντέρνα καὶ πιὸ παιχνιδιάρικη. Μὲ τὴ βαθιὰ γνώση ποὺ μεταγγίζει σταγόνα-σταγόνα, νότα-νότα ὁ κύριος Ζάχος καὶ τὶς γλυκόπιοτες σκανταλιὲς καὶ τὶς παραλλαγὲς τῶν Κολυμβητῶν, παρουσιάζεται ἕνα ρόουντ σιντί, ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἀκροατὴ σὲ κάθε ξεχασμένη, χωνεμένη κι ἀφομοιωμένη γωνιὰ τῆς σύγχρονής μας λαϊκῆς κουλτούρας.
Τὸν Νοέμβριο 2007 κυκλοφορεῖ ὁ δίσκος «Το πέρασμά σου» μὲ 21 τραγούδια τῶν Κώστα Βάρναλη, Γιώργου Σεφέρη, Ὀδυσσέα Ἐλύτη, Γιάννη Βαρβέρη, Ντίνου Χριστιανόπουλου, Νίκου Καββαδία, Καῒς ἐμπν Μουὰζ σὲ μετάφραση Κώστα Τρικογλίδη καὶ διασκευὴ Ἀντώνη Μπακιρτζή, Ἀσὶζ Νεζὶν σὲ μετάφραση Στέλιου Μαγιόπουλου, Οὐίλλιαμ Σαίξπηρ (ἀπὸ 7-16) σὲ μετάφραση Βασίλη Ρώτα, Ναζὶμ Χικμὲτ σὲ μετάφραση Στέλιου Μαγιόπουλου. Συμμετέχουν ἡ Ἐλευθερία Ἀρβανιτάκη καὶ ἡ Χορωδία Δήμου Γλυκῶν Νερῶν.


Παράλληλα, τὰ περισσότερα μέλη τοῦ συγκροτήματος ἀκολουθοῦν τὴν προσωπική τους διαδρομὴ στὴν ἑλληνικὴ μουσικὴ σκηνὴ καὶ ἔχουν ξεχωριστὰ πολλὲς ἀξιόλογες δισκογραφικὲς παρουσίες.
Οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς ἀποτελοῦν μία μοναδικὴ περίπτωση μουσικοῦ σχήματος. Πολὺ γνωστοὶ τόσο γιὰ τὶς ἄκρως ἐπιτυχημένες live ἐμφανίσεις τους καὶ τοὺς φανατικοὺς ὀπαδούς τους, ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς φωνῆς καὶ τῆς προσωπικότητας τοῦ Ἀργύρη Μπακιρτζῆ, οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς προτείνουν μία διαφορετική, sui generis συναυλία, ποὺ μένει ἀξέχαστη σὲ ὅσους τὴν ἔχουν παρακολουθήσει ἔστω καὶ μία φορά.
Οἱ ἀραιὲς ἐμφανίσεις τους ἀποτελοῦν γεγονός, κάθε συναυλία τους εἶναι διαφορετική, γιατὶ δημιουργεῖται «ἐπὶ τόπου» μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ κοινοῦ καὶ κάθε παράστασή τους διακρίνεται ὄχι μόνο γιὰ τὴ μουσική τους πρόταση ποὺ συνδυάζει παραδοσιακὰ καὶ ἔντεχνα στοιχεῖα, ἐφαρμοσμένα ἀπὸ δεξιοτέχνες μουσικούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐδιάθετη, ζεστὴ καὶ οὐσιαστικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ δημιουργοῦν οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς μὲ τὸ κοινό τους.

Οἱ «Χειμερινοὶ Κολυμβητές» ὡς μουσικὸ σχῆμα ξεκίνησαν τὸ 1979 καὶ κατὰ καιροὺς δέχονται στὶς τάξεις τους διάφορους συνεργάτες σὲ μόνιμη ἢ περιστασιακὴ βάση. Καθένα ἀπὸ τὰ μέλη ἀκολουθεῖ τὴν προσωπική του διαδρομὴ στὴν ἑλληνικὴ μουσικὴ σκηνή, μὲ ξεχωριστὴ δισκογραφικὴ παρουσία.


Ἀργύρης Μπακιρτζῆς, ἡ ψυχὴ τοῦ συγκροτήματος, μὲ τὴν ἰδιόρρυθμη φωνή του, τραγουδάει τὸν ἔρωτα, τὴ μοναξιά, τὴν ὀμορφιά, τὶς φευγαλέες εἰκόνες, τὸ κέφι τῆς παρέας, τὴν μαγεία τῆς νύχτας. Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη· εἶναι ἀρχιτέκτων στὴν Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων, ζεῖ καὶ ἐργάζεται στὴν Καβάλα. Αὐτοδίδακτος μουσικός, γράφει στίχους καὶ μουσική.
Στὸ συγκρότημα συμμετέχουν οἱ μουσικοί:

Κώστας Σιδέρης (κιθάρα, τζουρᾶς, φωνή). Γεννήθηκε στὴ Φλώρινα καὶ εἶναι δικηγόρος καὶ αὐτοδίδακτος μουσικός.
Μιχάλης Σιγανίδης (κοντραμπάσο, μαντολίνο, φωνή). Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη. Συνθέτει μουσικὴ γιὰ τὸ θέατρο καὶ τὸν κινηματογράφο.
Δημήτρης Πολυζωίδης (βιολί, βιόλα). Διαμένει μονίμως στὴν Αὐστρία καὶ συμμετέχει στὶς ἠχογραφήσεις.
Κώστας Βόμβολος (ἀκορντεόν, κανονάκι). Γεννήθηκε στὸ Βόλο. Συνθέτει μουσικὴ γιὰ τὸ θέατρο καὶ τὸν κινηματογράφο. [1986-]
Θοδωρὴς Ρέλλος (σαξόφωνο, κλαρίνο). Βασικὸ στέλεχος τῶν Mode Plagal. Συνθέτει μουσικὴ καὶ ἔχει πολύχρονη παρουσία στὴν δισκογραφία (1981, 2006-σήμερα).
Δημήτρης Μυστακίδης (μπουζούκι, κιθάρα). Γεννήθηκε στὴν Θεσσαλονίκη, σπούδασε θεωρητικὰ στὸ Σύγχρονο Ὠδεῖο ἐνῷ ἐπαγγελματικῶς ἀσχολεῖται μὲ τὴν μουσικὴ ἀπὸ τὸ 1986. Συμμετέχει στοὺς Χ.Κ. ἀπὸ τὸ 2009.
Διονύσιος Ροῦσσος (κιθάρα, φωνή). «Πολυτεχνίτης ἐκ Περιστερίου», συντηρητὴς ἀρχαιοτήτων στὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους, συμμετεῖχε περιστασιακῶς ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ ῾80. Τακτικὸ μέλος στὶς ἐμφανίσεις τῶν Χ.Κ. ἀπὸ τὸ 2009.

Ἐπίσης, μέλη διετέλεσαν παλαιότερα οἱ:

Ἰσίδωρος Παπαδάμου (μπουζούκι, τζουρᾶς, τραγούδι). Μουσικός, συνθέτης καὶ κατασκευαστὴς λαϊκῶν μουσικῶν ὀργάνων. Μέλος τῶν Χ.Κ. ἀπὸ 1979 ἕως 1997.
Φλῶρος Φλωρίδης (σαξόφωνο, κλαρίνο). Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη. Διαμένει στὴν Γερμανία. Ἀσχολεῖται μὲ τὴ σύγχρονη τζάζ. Εἶναι σολίστ καὶ μέλος συνόλων σύγχρονης μουσικῆς. Μέλος τῶν Χ.Κ. ἀπὸ 1986 ἕως 2006.
Γιῶργος Ταμκατζόγλου (κιθάρα). Γεννήθηκε στὴν Ἔδεσσα καὶ εἶναι αὐτοδίδακτος μουσικός. Μέλος τῶν Χ.Κ. ἀπὸ 1979 ἕως 2009.
Χάρης Παπαδόπουλος (μπουζούκι). Γεννήθηκε στὴν Κατερίνη. Συνθέτει μουσική καὶ συμμετέχει ὡς δεξιοτέχνης σὲ μεγάλες ὀρχήστρες. Μέλος τῶν Χ.Κ. ἀπὸ 1999 ἕως 2010.
Μάρθα Μαυροειδῆ (πολίτικο λαοῦτο, φωνή): Τὸ νεότερο καὶ νοτιότερο (ἐξ Ἀθηνῶν) μέλος τοῦ σχήματος. [2006-2009]

Οἱ Χειμερινοὶ Κολυμβητὲς ὅμως, ἂν καὶ ἑξαμελὲς συγκρότημα, ἔχουν πολλοὺς συνεργάτες κύριους καὶ περιφερειακούς: Ὁ μπαρμπα-Σταῦρος Καραμανιώλας, δημιουργὸς τραγουδιῶν καὶ ποιημάτων ἐκ Καζαβιτίου Θάσου (γεν. 1911), ὁ Ἄκης Ἀμπαστάδο, οἱ ΡΟΞ χορωδία ὑπερηλίκων ἐκ Θεσσαλονίκης, ἡ Μπάντα τῆς Φλώρινας καὶ ἄλλοι πολλοί.


Το 2009 κυκλοφόρησε ο τελευταίος μέχρι στιγμής δίσκος τους με τίτλο "23 Κόκκινα Φώτα" από τη LYRA. Οι παραπάνω φωτογραφίες είναι από την πρόσφατη συναυλία του σχήματος στο Δημοτικό Θέατρο Ξάνθης (Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011).

Για περισσότερες πληροφορίες εδώ: http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/xeimerinoi/

"Νότες Λογοτεχνίας"

Πολιτιστικό ιστολόγιο (από το 2009) και ραδιοφωνική εκπομπή (από το 1999) με συνεντεύξεις, αφιερώματα, ρεπορτάζ, απόψεις, ιδέες και θέσεις γύρω από το Βιβλίο, τη Μουσική και το Ελληνικό Τραγούδι, το Θέατρο και τον Κινηματογράφο, τα Εικαστικά και τη Φωτογραφία, τη Θράκη...

Για αποστολές βιβλίων, περιοδικών, μουσικών έργων (LP-CD), καθώς επίσης και για προτάσεις, ιδέες, παρατηρήσεις, επικοινωνήστε μαζί μας: theodosisv@gmail.com

Το blog δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Δημοσιεύονται άρθρα πολιτιστικού και κοινωνικού περιεχομένου και οι κάθε είδους διαφημίσεις απαγορεύονται.

Επιτρέπεται η χρήση και η αναδημοσίευση των άρθρων και των φωτογραφιών, με σαφή αναφορά της πηγής σε ενεργό σύνδεσμο. Υπεύθυνος - Διαχειριστής: Θεοδόσιος Π. Βαφειάδης.